Η μεγαλύτερη μετά τον Παναίτιο
μορφή της «Μέσης Στοάς», θεωρείται ο Ποσειδώνιος ο Απαμεύς (από την Απάμεια
της Συρίας, περ.135 – 51 ή 40), ένας στωϊκός φιλόσοφος του 2ου και
1ου αιώνος π.α.χ.χ., διακριθείς ιδιαιτέρως για την παρατηρητικότητά του,
την ερευνητική επιμονή του (απεκλήθη και «Αθλητής»), την ειρωνική πνευματικότητά
του και την πολυμάθειά του. Υπήρξε μαθητής του Παναιτίου που ίδρυσε αργότερα
στη Ρόδο την δική του Στωϊκή Σχολή και μάλιστα, έχοντας πλήρη πολιτικά
δικαιώματα, ανέλαβε ακόμη και το αξίωμα του Πρυτάνεως. Αργότερα, ίσως από
το έτος 105 ή 100, επεχείρησε μεγάλα ταξίδια σε ολόκληρο σχεδόν τον χώρο
της Μεσογείου (Γαλατία, Ισπανία και Β. Αφρική). Τη Ρώμη επεσκέφθη αργότερα,
το έτος 86 ή 85, ως μέλος διπλωματικής αποστολής των Ροδίων. Θεωρείται
ο πιο μορφωμένος άνδρας της εποχής του, αλλά και ολοκλήρου της Ιστορίας
της Στοάς. Στη Σχολή του, στη νήσο Ρόδο, την οποία διηύθυνε μέχρι τον θάνατό
του, υπήρχε πάντοτε μεγάλη συρροή μαθητών, εδέχθη δε την επίσκεψη σημαντικών
προσωπικοτήτων της εποχής όπως λ.χ. του Κικέρωνος, του Πομπηϊου -2 φορές-,
του Ορντησίου, κ.ά.
Ο κατάλογος των τίτλων των
έργων του είναι μεγάλος και περιλαμβάνει αρκετούς επί μέρους κλάδους, κανένα
όμως από τα έργα του δεν επέζησε των χριστιανικών πυρών. Κάποια ελάχιστα
από αυτά, μπορούν πάντως ν’ανασυγκροτηθούν, τουλάχιστον εν μέρει, με τη
βοήθεια μεταγενεστέρων συγγραφέων που τα είχαν χρησιμοποιήσει. Με ένα μεγάλο
ιστορικό έργο επίσης, ο Ποσειδώνιος προσεπάθησε να συνεχίσει το εντυπωσιακό
έργο του Πολυβίου του Μεγαλοπολίτου και κατέγραψε την ταραχώδη χρονική
περίοδο από το 144 έως το 85 («Ιστορία η μετά Πολύβιον», 52 εν συνόλω βιβλία).
Στις φυσιογνωστικές του μελέτες ανήκαν έργα που αναφέρονταν σε θέματα γεωγραφίας,
κλιματολογίας και αστρονομίας λ.χ. «Περί μετεώρων» (για διάφορα ουράνια
φαινόμενα), «Περί ωκεανού και των κατ’ αυτόν» (για το φαινόμενο της παλιρροίας,
για τους θαλασσίους δρόμους, για την περιφέρεια επίσης της Γής), «Περί
του ηλίου μεγέθους», κ.ά. Θεματικώς συνδέονται με τα έργα του αυτά και
οι πολλές κοσμολογικές του μελέτες, λ.χ. «Περί κόσμου» (μελέτη για το Όλον),
«Φυσικός λόγος» (μελέτη των φυσικών νόμων), καθώς και ένα «Υπόμνημα στον
πλατωνικό Τίμαιο».
Στον χώρο της καθαρής Φιλοσοφίας,
ανήκουν, πέρα από το εισαγωγικό του έργο που έφερε τον τίλο «Προτρεπτικός»,
διάφορα έργα για την ψυχή («Περί Ψυχής»), για την γνώση («Περί κριτηρίου»)
και για την ηθική («Ηθικός λόγος»), «Περί αρετών», «Περί παθών», «Περί
οργής», «Περί του καθήκοντος» και στον χώρο της Θεολογίας τα έργα «Περί
Θεών», «Περί Μαντικής», «Περί Ειμαρμένης». Μνημονεύονται επίσης έργα του
για την Αισθητική, τη Ρητορική, την λογοτεχνική κριτική (σύγκριση Ομήρου
και Αράτου), καθώς επίσης και συγγράμματα εριστικού περιεχομένου και επιστολές.
Η τεραστία σημασία του έργου
του Ποσειδωνίου δύσκολα μπορεί να υπολογισθεί και να αποτιμηθεί, καθώς
κινείται στη συνένωση και χρήση αρκετών επί μέρους κλάδων της Επιστήμης,
σε ένα εξαιρετικώς πλατύ πλέον φιλοσοφικό σύστημα, βάση του οποίου, εν
τούτοις, παρέμενε πάντα η Στωϊκή Διδασκαλία, στην οποία εδίδετο ωστόσο
μία αυστηρώς αιτιοκρατική αντίληψη των γεγονότων και της ερμηνείας τους,
εξ ού και η προσωνυμία του «ο Αιτιολόγος». Με την διεύρυνση αυτή, ο Ποσειδώνιος
επέστρεψε για μία ακόμη φορά πίσω στην παράδοση, που ήθελε την Φιλοσοφία
να στέκεται, ως μία ανωτέρου επιπέδου ενότητα υπεράνω όλων των επιμέρους
κλάδων της Επιστήμης. Ο φιλόσοφος μελέτησε και απετύπωσε στο νού του όλο
το φάσμα των Επιστημών της εποχής του, το κατέγραψε, το επεξηργάσθη
και το έκαμε μεταβιβάσιμο όχι απλώς κατά τμήματα, αλλά και με την
σπάνια επίσης εγκυρότητα του κατέχοντος την καθολική εικόνα, στο δε θρησκευτικό
επίπεδο προέτεινε μία λογική και πνευματική λατρεία των Θεών δίχως την
ανάγκη ιεροπραξιών.
Για την σύνδεση των εξαιρετικώς
διαφορετικών μεταξύ τους τρόπων θεωρήσεως των πραγμάτων, ο Ποσειδώνιος
εστηρίχθη στην έννοια της «Συμπαθείας». Η τελευταία, έκαμε δυνατή τη συνοχή
του Κόσμου, τη συνάφεια όλων των ανομοίων δυνάμεων και των διαφορετικών
μερών. Ο Κόσμος ήταν πλέον ένας γιγαντιαίος, ζωντανός ενιαίος οργανισμός,
ένα ενιαίο οικοδόμημα, μέσα στο οποίο δρούν ποικίλες δυνάμεις που εξαρτώνται
η μία από την άλλη και συμπληρώνουν η μία την άλλη. Τα τμήματα είναι τμήματα
ενός ζώντος και ελλόγου Όλου, του οποίου η τελειοποίηση δίδει νόημα στα
τμήματα. Μέσα σ’ αυτό το οικοδόμημα έχει, φυσικά, την θέση και συμμετοχή
του ο Άνθρωπος, έργο του οποίου είναι η σύμπραξη σε μία υψηλή τάξη. Και
μέσα στον ίδιο τον Άνθρωπο, δρουν διάφορες δυνάμεις, που αντιμάχονται η
μία την άλλη αλλά και συνεργάζονται μεταξύ τους, λ.χ. το Λογικό, το Συναίσθημα
και οι Ορμές (έργο της πρώτης είναι ο δαμασμός των άλλων). Εδώ, ο
Ποσειδώνιος έρχεται σε αντίθεση με την μονιστική αντίληψη περί ψυχής του
Χρυσίππου (που απέκλειε άλογη ικανότητα της ψυχής και παρέπεμπε σε «εξωτερικές
επιδράσεις») και ερμηνεύει αρκετά πειστικά την ανθρώπινη κακία, τοποθετώντας
την «ρίζα» της μέσα στην ψυχή: το ανθρώπινο όν έχει φυσική συγγένεια όχι
μόνο με την Αρετή και τη Γνώση (χαρακτηριστικά του Θεού) αλλά και με την
ηδονή και τη ματαιοδοξία (χαρακτηριστικά της θνητής φύσεως).
Ίχνη από τα φυσικογνωστικά
έργα του Ποσειδωνίου βρίσκονται στον Κικέρωνα (στο 2ο βιβλίο του De Natura
Deorum και στα Tusculanes και De Divinatione), τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο,
τον Σενέκα το Νεώτερο, τον Γαληνό, τον Κλεομήδη και τον Πρόκλο, ενώ τα
φιλοσοφικά του έργα ήσκησαν μεγάλη επίδραση σε όλη την επόμενη Στοά, όλως
ιδιαιτέρως δε στον φιλόσοφο - αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο. Μία συλλογή αναφορών
για τον φιλόσοφο εξέδωσε το 1810 ο Bake, ενώ αρκετά αργότερα, το 1936,
ο Ludwig Edelstein ανεκοίνωσε την προετοιμασία μίας εκδόσεως των σωζομένων
αποσπασμάτων του, την οποία όμως δεν ηυτύχισε να ολοκληρώσει έως τον θάνατό
του, το 1965. Τα σωζόμενα fragmenta του Ποσειδωνίου, εξεδόθησαν εν τέλει
πολύ προσφάτως, μετά από επεξεργασία τριάντα περίπου ετών (1972-2000) από
τον ελληνιστή I. G. Kidd (Posidonius: The Translation Of The Fragments,
Cambridge Unicersity Press, 2000).
(Από
το βιβλίο του Βλάση Γ. Ρασσιά «Θεοίς Συζήν. Εισαγωγή στον Στωϊκισμό», Αθήναι
2001, εκδόσεις «Ανοιχτή Πόλη»)
|