ΖΗΝΩΝ Ο ΚΥΤΙΕΥΣ
 
 
 
Ιδρυτής της «Στοάς» υπήρξε ο Ζήνων ο Κιτιεύς (363 ή 333/322 - 264 ή 262/261, ή Ζήνων ο Πρεσβύτερος) υιός του Δυμέως ή Μνασίου, γεννημένος στο Κίτιον της Κύπρου, (επάνω στο ενδεχόμενο να  ήταν φοινικικής καταγωγής έχει γίνει μεγάλη συζήτηση από κύκλους που ενδιαφέρονται πολύ να αποδυναμώσουν τον Στωϊκισμό, θα πρέπει πάντως να ενθυμούμεθα πάντοτε ότι ο αρκετά έγκυρος, A. A. Long είναι κατηγορηματικός στο ότι «δεν υπάρχει τίποτε στον Στωϊκισμό που να επιβάλλει την υπόθεση για σημιτικές επιδράσεις», βλ. «Η Ελληνιστική Φιλοσοφία», σελ. 186, Αθήναι 1987, ΜΙΕΤ), όπου σύμφωνα με τον Διογένη Λαέρτιο (7, 31) πρωτοήλθε από πολύ νεαρή ηλικία σε επαφή με τη Σωκρατική Φιλοσοφία, και γύρω στο 340 ή 312 (21-22 ετών δηλαδή, αναλόγως της χρονολογίας γεννήσεώς του) εταξίδευσε ως έμπορος, όπου μετά από ναυάγιο κατέληξε στην Αθήνα, στην οποία και παρέμεινε για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Εσπούδασε πρώτα δίπλα στον κυνικό Κράτητα τον Θηβαίο (από τον οποίο εδιδάχθη την λιτότητα του βίου ως προϋπόθεση της ανθρωπίνης Ελευθερίας), άκουσε όμως και τους μεγαρικούς Στίλπωνα και Διόδωρο Κρόνο (από τους οποίους εδιδάχθη την διαλεκτική μέθοδο), καθώς και τους ακαδημικούς Ξενοκράτη και Πολέμονα (Διογένης Λαέρτιος 7, 2) στους οποίους εμαθήτευσε επί 20 έτη (10 στον κάθε ένα τους) και εδιδάχθη Μαθηματικά και Φυσική. 
 

Από το 313 ή 300 περίπου κατ’άλλους (αναλόγως της χρονολογίας γεννήσεώς του), ο Ζήνων άρχισε να διδάσκει ο ίδιος, όπως προανεφέρθη, με έναν εκφραστικό, σαρκαστικό και επιδεικτικό λόγο, στην «Ποικίλη Στοά» της αθηναϊκής Αγοράς, περίφημη για τις τοιχογραφίες της, από την οποία και έλαβε το όνομά της η Σχολή («στωϊκοί», αν και αρχικώς ελέγοντο και «ζηνωνιανοί»). Για την σπουδαιότητα και την αξία του Ζήνωνος, του πρώτου από τους Έλληνες φιλοσόφους ο οποίος  ετόλμησε να καθορίσει όχι απλώς τον σκοπό και τον προορισμό του ανθρωπίνου όντος (το «ομολογουμένως ζήν»), αλλά συγχρόνως και την μέθοδο και τον τρόπο διά των οποίων θα επιτυγχάνετο αυτό, απόδειξη υπήρξε τόσο ο υψηλός αριθμός των μαθητών του, όσο και το μεγάλο κύρος του στον Ελληνικό Κόσμο (λ.χ. Αντίγονος Γονατάς της Μακεδονίας). Από ένα ψήφισμα χαραγμένο σε πέτρα προς τιμήν του, μαθαίνουμε ότι είχε κυρίως νεαρούς οπαδούς, στους οποίους έδιδε με τον ίδιο τον τρόπο ζωής του το άριστο παράδειγμα της Αρετής. 
 

Όταν απέθανε ο φιλόσοφος, υπέργηρος σύμφωνα με την πρώτη χρονολογία γεννήσεώς του, σε ηλικία 98 ετών, γύρω στο 264 ή 262 (επί Αθηναίου άρχοντος Αρρενίδου), και τον διεδέχθη ο μαθητής του Κλεάνθης, η Αθήνα τον ετίμησε με δημόσια ταφή στον Κεραμεικό και απονομή χρυσού στεφάνου, καθώς και με τιμητικά ανάγλυφα στην Ακαδημία και το Λύκειο. Ο Διογένης Λαέρτιος (7, 28) μαρτυρεί ότι ο θάνατός του επήλθε ως αποτέλεσμα ενός μικροατυχήματος κατά την επιστροφή στην οικία του μετά από την καθημερινή του παράδοση στην Ποικίλη Στοά, το οποίο ο υπέργηρος φιλόσοφος ερμήνευσε ως σήμα των Θεών, ότι είχε έλθει δηλαδή η ώρα να αναχωρήσει από την παρούσα ζωή: άρχισε να κτυπά το χώμα απαγγέλλοντας τον στίχο «έρχομαι, έρχομαι, γιατί με φωνάζεις;» («..έρχομαι, τι μ’ αύεις ;»)  από ένα ποίημα του Τιμοθέου που δεν έχει διασωθεί («Νιόβη») και αυτοκτόνησε κρατώντας την αναπνοή του («..και παραχρήμα ετελεύτησεν αποπνίξας εαυτόν», άλλες πηγές κάνουν ωστόσο λόγο για εκούσια έκτοτε αποχή του από κάθε τροφή)  . Ο Αντίπατρος ο Σιδώνιος, του αφιέρωσε δε το ακόλουθο επίγραμμα: «Εδώ κείται ο Ζήνων, ο προσφιλής του Κιτίου, ο οποίος στον Όλυμπο ανήλθε, όχι βάζοντας την Όσσα επάνω στο Πήλιον, ούτε πράττοντας του Ηρακλέους τους άθλους, αλλά απλώς με την ανακάλυψη τής προς τα άστρα ατραπού, που μόνον η σοφία χαράσσει». 
 

Κατάλογος των έργων του Ζήνωνος μάς παραδίδεται από τον Διογένη Λαέρτιο («Λύσεις», «Έλεγχοι», «Περί σημείων», «Περί ορμής», «Περί λέξεων», «Περί του κατά Φύσιν βίου», «Περί παθών», «Διατριβή», «Χρείαι», «Περί του καθήκοντος», «Περί Νόμου», «Περί όψεως», «Περί του Όλου», «Πυθαγορικά», «Περί της Ελληνικής Παιδείας», «Καθολικά», «Διατριβή», «Χρείαι», κ.ά.), από τα έργα του έφθασαν όμως έως εμάς πενιχρά μόνον κομμάτια. Μεταξύ των έργων του, ήσαν και 5 βιβλία «Ομηρικών Προβλημάτων» και μία «Πολιτεία». 
 

 
 
(Από το βιβλίο του Βλάση Γ. Ρασσιά «Θεοίς Συζήν. Εισαγωγή στον Στωϊκισμό», Αθήναι 2001, εκδόσεις «Ανοιχτή Πόλη»)