Αδαλβέρτο Τεχέδα

(Sixto Adalberto Tejeda Olivares, Chicontepec, 28 Μαρτίου 1883 – Ciudad deMexico,  8 Σεπτεμβρίου 1960)

Μεξικανός επαναστάτης, προοδευτικός και αντικληρικαλιστής πολιτικός, δύο φορές (1920 -1924 και  1928 - 1932) κυβερνήτης του κρατιδίου της Βερακρούζ κατά την εποχή της σύγκρουσης του κράτους με  την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.



ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Γεννήθηκε στις 28 Μαρτίου 1883 στο Τσικοντεπέκ (Chicontepec) της Βερακρούζ (Veracruz), από τον  μεσοαστό Λουϊς Τεχέδα (Luis Tejeda Guzman) και την αυτόχθονα στην καταγωγή Ευτυχία Ολιβάρες  (Eutiquia Olivares). Ενώ ακόμα ο Αδαλβέρτο ήταν μικρός, ο πατέρας του θήτευσε «πολιτικός αρχηγός»  («jefe politico») του Πορφύριου Δίαζ (Jose de la Cruz Porfirio Diaz Mori, 1830 - 1915) για το κρατίδιο της  Βερακρούζ, όμως πέθανε στις αρχές της δεκαετίας του 1890, αφήνοντας ελάχιστα χρήματα, τα οποία  δεν επαρκούσαν για την επιβίωση της οικογένειάς του. Υπό το βάρος της οικονομικής ανάγκης, η χήρα  Τεχέδα μετακόμισε μαζί με τα δύο ορφανά τέκνα της (τον Αδαλβέρτο και την Ντολόρες) στην Πόλη του  Μεξικού (Ciudad de Mexico) όπου θα εύρισκε ευκολότερα εργασία.

Στην Πόλη του Μεξικού ο Αδαλβέρτο σπούδασε στην «Εθνική Προπαρασκευαστική Σχολή»  («EscuelaNacional Preparatoria») και μετά στην σχολή μηχανικών «Escuela Nacional de Ingenieros»,  ενώ το 1911 νυμφεύθηκε την Μαρία Περδόμο (Maria Tejeda Perdomo) και επέστρεψε στην Βερακρούζ,  όπου εργάστηκε ως μηχανικός στην κωμόπολη Χουαγιακοκότλα (Huayacocotla). Εκεί είχε την πρώτη  καλή του γνωριμία

με τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα των αγροτικών και εργατικών  πληθυσμών.

ΠΟΛΙΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΜΕΞΙΚΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Κατά την διάρκεια των σπουδών του στην σχολή μηχανικών ήλθε σε επαφή με την δημοσιογραφία του,  πρόδρομου κατά πολλούς της μεγάλης Μεξικανικής Επανάστασης, αναρχικού νομικού Ρικάρντο Φλόρες  Μαγόν (Cipriano Ricardo Flores Magon, 1874 - 1922) και άλλων αντικαθεστωτικών που ευαγγελίζονταν  την ανατροπή του δικτάτορα Δίαζ, ενώ στην μεγάλη Μεξικανική Επανάσταση (1910 – 1920) ο Τεχέδα  αποδείχθηκε ένας ενθουσιώδης αγωνιστής για την κοινωνική αλλαγή.

Μετά το πραξικόπημα του φίλου προς τον δικτάτορα Δίαζ και ενισχυμένου οικονομικά από την Εκκλησία  στρατηγού Βικτοριάνο Χουέρτα (Jose Victoriano Huerta Marquez, 1850 – 1916) τον Φεβρουάριο του  1913, ο Τεχέδα οργάνωσε στο Τσικοντεπέκ ένα στρατιωτικό επαναστατικό σώμα εθελοντών χωρικών και  στο τέλος της χρονιάς κατατάχθηκε στον στρατό του βερακρουσιανού στρατηγού Αγουϊλάρ (Candido  Aguilar Vargas, 1889 - 1960). Το 1917, χρονιά κατά την οποία πέθανε η μητέρα του, στράφηκε  συστηματικά κατά των ξένων πετρελαϊκών εταιρειών και το 1918 εκλέχθηκε γερουσιαστής στο  «Κονγκρέσο της Ένωσης» («Congreso de la Union»), το οποίο κάλεσε με ομιλία του στις αρχές του  Οκτωβρίου του 1919 να περιορίσει την δράση των ξένων εταιρειών. Η έκκλησή του δεν είχε όμως  αποτέλεσμα, καθώς οι Η.Π.Α. απείλησαν να εισβάλουν για μία ακόμη φορά στο Μεξικό. Απτόητος ο  Τεχέδα, που είχε ήδη προσχωρήσει στην παράταξη του Αλβάρο Ομπρεγόν (Alvaro Obregon Salido,  1880 –  1928), συνέχισε να ενοχλεί τις ξένες εταιρείες σε σημείο που να συγκεντρώνει επάνω του την  οργή των ξένων επιχειρηματιών και διπλωματών. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του Άγγλου  τοποτηρητή στην Tuxpan, που απεκάλεσε τον Τεχέδα «επιθετικό και άξεστο τύπο Μεξικανού» και  «ακραία εχθρικό προς τους ξένους».

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΛΗΡΙΚΑΛΙΣΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ

Με την άνοδο στην εξουσία του Ομπρεγόν, ο Τεχέδα εκδίωξε τον κυβερνήτη της Βερακρούζ Αγουϊλαρ,  έθεσε υποψηφιότητα για κυβερνήτης του κρατιδίου και πήρε την θέση τον Δεκέμβριο του 1920. Στην  Βερακρούζ θήτευσε κυβερνήτης σε δύο χωριστές θητείες (1920 -1924 και 1928 - 1932), στην διάρκεια  των οποίων, εκτός από το αντικληρικαλιστικό του πρόγραμμα, υλοποίησε την σημαντικότερη αγροτική  μεταρρύθμιση στην μεξικανική Ιστορία, εφαρμόζοντας παράλληλα τολμηρές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις  και κηρύσσοντας επίσης πόλεμο κατά της πορνείας και του αλκοόλ. Παράλληλα έδωσε την φροντίδα  του στις υποθέσεις των αυτοχθόνων, οι οποίοι βίωναν την χειρότερη κοινωνική αδικία, όντας σχεδόν όλοι  αναλφάβητοι και φτωχοί και δίχως πρόσβαση στην ελάχιστη έστω νομική υποστήριξη.

Απέναντί του είχε από την πρώτη στιγμή τα συντηρητικά στοιχεία του «Εμπορικού Επιμελητήριου» και  της «Ένωσης Ιδιοκτητών Ακινήτων» και, φυσικά, τους γαιοκτήμονες και την Εκκλησία. Όλοι αυτοί, με  όργανά τους τις εφημερίδες «El Dictamen» και «El Eco Xalapeno» εξαπέλυαν συστηματικές όσο και  χυδαίες επιθέσεις κατά του κυβερνήτη, αποκαλώντας τον «αγκιτάτορα», «καννίβαλο», «αμόρφωτο»,  «ανίκανο», κ.ά.

Αποφασισμένος να μην λυγίσει, ο Τεχέδα απάντησε το 1921 με τον νόμο «Ley de Utilidades», με τον  οποίο όριζε έναν πρόσθετο μισθό για όλους τους εργαζομένους μετά την συμπλήρωση ενός έτους  εργασίας και έτσι κέρδισε την μαζική υποστήριξη των εργατικών οργανώσεων, ενώ επιπρόσθετα  υποστήριξε την ίδρυση του «Επαναστατικού Συνδικάτου Ενοικιαστών», το οποίο διεκδικούσε  συλλογικές συμφωνίες για το ύψος των ενοικίων κατοικίας και ζητούσε επιστροφή στις τιμές του 1910. 



Ο Τεχέδα (κέντρο) στο 6ο Συνέδριο της Λίγκας το 1930

Τον Μάρτιο του 1923, προκειμένου να εξασφαλίσει υπεροπλία κατά των μεγαλοϊδιοκτητών και της  Εκκλησίας, αλλά και κατά των πετρελαϊκών εταιρειών που έκαναν αυθαίρετες αντλήσεις στο  βορειοδυτικό τμήμα του κρατιδίου, ο Τεχέδα ίδρυσε μαζί με τους Ούρσουλο Γκαλβάν (Ursulo Galvan),  Αντόνιο Καρλόν (Antonio Carlon), Χοσέ Καρντέλ (Jose Cardel) και Καρολίνο Ανάγια (Carolino Anaya) την  «Βερακρουσιανή Ένωση Αγροτικών Κοινοτήτων και Συνδικάτων Αγροτών» («Liga de Comunidades  Agrarias y Sindicatos Campesinos del Estado de Veracruz») και ανακοίνωσε τον Νοέμβριο της ίδιας  χρονιάς ανακατανομή των γαιών, η οποία όμως δεν πρόλαβε να υλοποιηθεί, καθώς τον επόμενο μήνα  ξέσπασε η στάση του Αδόλφου ντε λα Χουέρτα (Felipe Adolfo de la Huerta Marcor, 1881 – 1955) κατά  του προέδρου Ομπρεγόν (Alvaro Obregon Salido, 1880 – 1928).
 
Ενώ ο Τεχέδα βρισκόταν στην Πόλη του Μεξικού, οι «huertistas» κατέλαβαν τα κύρια αστικά κέντρα της  Βερακρούζ, σκότωσαν πολλούς συνεργάτες του, ανάμεσα στους οποίους και τον Χοσέ Καρντέλ,  κήρυξαν έκπτωτο τον Τεχέδα και τοποθέτησαν στην θέση του τον γερουσιαστή Χοσέ Περέϊρα  (JosePereyra Carbonell). Οι οπαδοί του Τεχέδα μπόρεσαν ωστόσο πολύ
γρήγορα ν’ ανασυνταχθούν και μέσα σε διάστημα ενός  μηνός, υπό την ηγεσία του ιδίου που επέστρεψε από την Πόλη του Μεξικού, να νικήσουν τους  στασιαστές. Η θητεία του όμως είχε λήξει και στις εκλογές που ακολούθησαν ψηφίστηκε ως διάδοχός  του ο Εριμπέρτο Χάρα (Heriberto Jara) που είχε διακριθεί ιδιαίτερα στον αγώνα κατά των στασιαστών.

Σε εκείνη την πρώτη θητεία του, και συγκεκριμένα στις 7 Μαϊου 1922 εγκαινίασε επίσης ένα μεγάλο  στάδιο («El Stadium Jalapeno») κατά τα πρότυπα της Αρχαίας Ολυμπίας, όπου οι θεατές έστεκαν όχι  σε κερκίδες αλλά σε χωμάτινα πρανή, πράγμα που μείωνε κατά πολύ το κόστος κατασκευής και  συντήρησης. Ήταν το δεύτερο στάδιο που ιδρύθηκε στην Νότια Αμερική, με πρώτο το «River Plate» στο  Μπουένος Άϊρες (Buenos Aires) της Αργεντινής.

ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΛΗΡΙΚΑΛΙΣΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ

Μετά την λήξη της θητείας του ως κυβερνήτης της Βερακρούζ, ο Τεχέδα θήτευσε για έναν περίπου  χρόνο ως υπουργός επικοινωνιών και μεταφορών (secretario de Comunicaciones y Transportes) στην  υπό τον Πλούταρκο Ελίας Κάλιες (Francisco Plutarco Elias Calles, 1877 - 1945) ομοσπονδιακή  κυβέρνηση του Μεξικού. Ο αιματηρός «Πόλεμος των Κριστέρος» ή «Κριστιάδα» («Cristiada», 1926 –  1929) τον βρήκε υπουργό εσωτερικών (secretario de Gobernacion) για την περίοδο 1925 - 1928. Από  την θέση αυτή στις 21 Απριλίου 1927 κατηγόρησε τον αρχιεπίσκοπο του Μεξικού για τις θηριωδίες των  «Κριστέρος» και όταν ο τελευταίος απάντησε κυνικά ότι οι χριστιανοί είχαν δικαίωμα να υπερασπίζονται  με κάθε τρόπο την πίστη τους, τον απέλασε μαζί με 5 ακόμη υψηλόβαθμους θεοκράτες.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΘΗΤΕΙΑ

Στην δεύτερη θητεία του ως κυβερνήτης της Βερακρούζ (1928 - 1932), ο Τεχέδα συνέχισε την ίδια  πρακτική κατά του Χριστιανισμού, της πορνείας και του αλκοόλ και επιπλέον επικαιροποίησε και έθεσε  σε εφαρμογή τα προγενέστερα σχέδιά του για παροχή κρατικής δωρεάν παιδείας σε όλους τους  κατοίκους του κρατιδίου και για ανακατανομή των γαιών, υποστηριζόμενος από μία ισχυρότατη  αριθμητικά (περίπου 7.000 άτομα) τοπική «μιλίτσια», αποτελούμενη από εκατοντάδες εθνοφύλακες και  χιλιάδες ένοπλους χωρικούς. Συντόνισε επίσης την κατασκευή νέων δρόμων και την επέκταση και  βελτίωση των υπηρεσιών υγείας και υποστήριξε την ίδρυση δεκάδων γεωργικών συνεταιρισμών, ενώ  προς οικονομική στήριξη των συνεταιρισμένων αγροτών και εργατών της Βερακρούζ ίδρυσε το  πιστωτικό ίδρυμα «La Refaccionaria», το ένα πέμπτο των κεφαλαίων του οποίου, δηλαδή 100.000  πέσος, αντλήθηκε από το ταμείο του κρατιδίου.

Το 1929, προσπαθώντας να θέσει «τέρμα στην εποχή των στρατιωτικών», ο Κάλιες ίδρυσε το «Εθνικό  Επαναστατικό Κόμμα» («Partido Nacional Revolucionario», PNR), από το οποίο όμως ο Τεχέδα κράτησε  αποστάσεις, αρνηθείς να ιδρύσει παραρτήματά του στην Βερακρούζ, κατηγορηθείς από τα πιο  εξτρεμιστικά στοιχεία του κόμματος ως «κομμουνιστής». Ενώ όμως μέχρι τον Αύγουστο ο Κάλιες  κατόρθωσε να απομακρύνει από την θέση τους τρεις κυβερνήτες που δεν ελέγχονταν από το «Εθνικό  Επαναστατικό Κόμμα»  (τον Alfonso Medina του κρατιδίου Ζακατέκας στις 29 Μαϊου, τον AbrahamAraujo  του Κερέταρο στις 23 Ιουνίου και του Jose Guadalupe Zuno Hernandez του Χαλίσκο στις 7 Αυγούστου),  απέτυχε στην περίπτωση του Τεχέδα, αφού ο κυβερνήτης της Βερακρούζ είχε την υποστήριξη των  ισχυρών και ανεξάρτητων αγροτικών και εργατικών οργανώσεων του κρατιδίου του. Όταν επιχειρήθηκε  ένα πραξικόπημα (camarazo) από βερακρουζιάνους πολιτικούς του «Εθνικού Επαναστατικού  Κόμματος», ο Τεχέδα κινητοποίησε εγκαιρα την πολυάριθμη «μιλίτσια» του και το εγχείρημα έσβησε  στην γέννησή του.




Ο Τεχέδα (δεξιά) με συνδικαλιστές το 1931

Αντιδρώντας επιπρόσθετα στις προτροπές της κεντρικής κυβέρνησης για μετριοπαθή συμπεριφορά  απέναντι στους θεοκράτες της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ο Τεχέδα υποστήριξε σε επιστολές του  προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση ότι οι θεοκράτες είχαν προσποιηθεί απλώς ότι συμμορφώνονταν με  τους νόμους, με μοναδικό τους σκοπό να ξαναβρούν ευκαιρία για ν’ ανατρέψουν τους εθνικούς θεσμούς:  «ο μεξικανικός λαός έχει ξεκάθαρα απορρίψει την Εκκλησία και όλα όσα αυτή παραδοσιακά  εκπροσωπεί», τόνιζε σε επιστολή του προς τον πρόεδρο Γκιλ (Emilio Candido Portes Gil, 1890 – 1978)  τον Ιούνιο του 1929. Εφαρμόζοντας την προσωπική του πολιτική απέναντι στους θεοκράτες, εξέδωσε  στις 16 Ιουνίου 1931 τον σαρωτικό για την Εκκλησία νόμο «Νόμο 197» ή «Ley Tejeda», με τον οποίο  περιόριζε από την 25η Ιουνίου τον αριθμό των κληρικών στο κρατίδιο της Βερακρούζ σε μόνον έναν ανά  100.000 κατοίκους. Ο νόμος αυτός εγκαινίασε την λεγόμενη «τρίτη φάση» της σύγκρουσης του  μεξικανικού Κράτους με την Εκκλησία (πρώτη φάση 1911 - 1917, δεύτερη φάση 1920 – 1929 και τρίτη 
φάση 1931 - 1937) καθώς προκάλεσε την άμεση και έξαλλη αντίδραση των θεοκρατών, αλλά και τις  ενστάσεις της απρόθυμης για σύγκρουση ομοσπονδιακής κυβέρνησης, η οποία όμως δεν είχε  συνταγματικά το δικαίωμα να τον ακυρώσει.

Στην αλληλογραφία του με τον μεσολαβητή της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ανώτατο δικαστικό  Μανουέλ Παδίλια (Manuel Padilla) και τον ίδιον τον Κάλιες, στις 18 και 20 Ιουνίου αντίστοιχα, ο Τεχέδα  τόνισε την άμεση ανάγκη να αντιμετωπιστεί η αντεθνική και ληστρική δράση της Εκκλησίας και  ενδεικτικά ανέφερε ότι ενώ η συντρηπτική πλειοψηφία του μεξικανικού λαού ζούσε μέσα στην φτώχεια,  οι θεοκράτες είχαν την άνεση να ξοδεύουν 600.000 πέσος (100.000 περισσότερα από το συνολικό  κεφάλαιο του πιστωτικού ιδρύματος της Βερακρούζ!) για «ανακαίνιση» της βασιλικής της «Παρθένου  της Γουαδαλούπης» και να στέλνουν κάθε χρόνο 30.000.000 πέσος στο Βατικανό, το οποίο ο Τεχέδα  απεκάλεσε «την πιο ισχυρή καπιταλιστική επιχείριση σε ολόκληρο τον κόσμο».

Παρά το ότι ήταν αποφασισμένος για την εφαρμογή του νόμου, που σύμφωνα με τα δικά του λόγια  αποσκοπούσε «στον τερματισμό της φανατικοποίησης του λαού», και επίσης μηδενός εξαιρουμένου  όλοι οι κληρικοί του κρατιδίου είχαν ειδοποιηθεί με συστημμένες επιτολές για το περιεχόμενο και την  έναρξη εφαρμογής του νόμου, ο Τεχέδα ήταν έτοιμος για μία παράταση της περιόδου χάριτος πέραν  της 25ης Ιουλίου. Το πρωϊ όμως εκείνης της ημέρας, έγινε απόπειρα κατά της ζωής του με 45άρι  πιστόλι από τον εξοπλισμένο από τον κληρικό Ραφαέλ Ρούα (Rafael Rua Alvarez) 22χρονο φανατικό  χριστιανό Χοσέ Ραμίρες (Jose Manuel Ramirez Frias) μέσα στο κυβερνητικό μέγαρο («Palacio de  Gobierno de Jalapa») και ο Τεχέδα τραυματίστηκε στον δεξιό του ώμο.

Μόλις μαθεύτηκε η είδηση, η «μιλίτσια» πήρε αυτοκίνητα και όπλα και κατευθύνθηκε στις εκκλησίες για  να συλλάβει όλους τους κληρικούς που γελοιοποιούσαν τους νόμους του κράτους. Σε μια από τις  μεγαλύτερες εκκλησίες του λιμανιού της Βερακρούζ, ένα εξαμελές απόσπασμα που δρούσε υπό τις  διαταγές του άθεου και αγροτιστή ηγέτη της «Βερακρουσιανής Ένωσης Αγροτικών Κοινοτήτων και  Συνδικάτων Αγροτών» Επιγμένιο Γκουσμάν (Epigmenio Guzman) πυροβόλησε και σκότωσε έναν  κληρικό. Προτού τελειώσει ο μήνας, όλοι οι κληρικοί είχαν εγκαταλείψει τρομοκρατημένοι το κρατίδιο του  Τεχέδα, στο οποίο ακολούθησαν καταστροφές εκκλησιών και θρησκευτικών εικόνων τουλάχιστον μέχρι  τα μέσα του επόμενου έτους, ενώ το παράδειγμα του κυβερνήτη της Βερακρούζ ακολούθησαν και άλλοι  κυβερνήτες στους οποίους δεν είχε τον έλεγχο το «Εθνικό Επαναστατικό Κόμμα».  

Σε κοινό κείμενό τους με ημερομηνία 25 Ιουλίου 1931 που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «El Nacional»,  τέσσερις οργανώσεις φοιτητών, διανοούμενων και νεολαίων («Falange Estudiantil Roja», «Frente  Revolucionario Estudiantil», «Bloque Intelectual Veracruzano», «Grupo de las Nueve Izquierdas»)  περιέγραψαν τον επίδοξο δολοφόνο του Τεχέδα ως «άτομο φανατισμένο από τους εκκλησιαστικούς» και  χαιρέτισαν τον κυβερνήτη ως «διδάσκαλο της Επανάστασης» («un maestro de la Revolucion»).

ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Σε συνέχεια της προσωπικής σοσιαλιστικής του πολιτικής και παρά την από 21 Ιανουαρίου 1931  ένσταση του προέδρου του Μεξικού Πασκουάλ Ορτίς Ρούμπιο (Pascual Ortiz Rubio, 1877 – 1963), ο  Τεχέδα εξέδωσε επίσης τον Μάϊο του 1932 τον περίφημο «Νόμο 66», με τον οποίο μεθόδευε την  εθνικοποίηση και επαναδιανομή ακόμα και αστικών οικοπέδων, προκειμένου να εξασφαλίσει στέγη για  όλους τους εργαζόμενους του κρατιδίου του. Στην διάρκεια των δύο θητειών του, ο Τεχέδα αναδιένειμε  περίπου 495.000 εκτάρια γης, κυρίως αγροτικής, σε περίπου 70.000 δικαιούχους.

Στις αρχές όμως του Ιανουαρίου του 1933, δύο μόλις εβδομάδες μετά την λήξη της δεύτερης θητείας  του, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του προέδρου Ροντρίγκες (Abelardo Rodriguez Lujan, 1889 - 1967)  έστειλε στην Βερακρούζ μία μεγάλη στρατιωτική δύναμη 8.000 ανδρών για να αφοπλίσει την «μιλίτσια»  που υποστήριζε τον μεγάλο εκείνον μεταρρυθμιστή. Ο Τεχέδα συμβούλευσε τους οπαδούς του να μην  προβάλουν αντίσταση και μετά από μερικούς μήνες τοποθετήθηκε πλέον ανοικτά ενάντια στο «Εθνικό  Επαναστατικό Κόμμα» του Κάλιες, καταγγέλλοντάς το ως «υπηρέτη των πλουτοκρατών» και  «διεφθαρμένο», ενώ ίδρυσε επίσης το «Κόμμα των Σοσιαλιστών της Αριστεράς» («Partido de los  Socialistas de la Izquierda», PSI) για να υποστηρίξει την υποψηφιότητά του για την προεδρεία του  Μεξικού στις εκλογές της επόμενης χρονιάς.

Το κόμμα του Τεχέδα δεν άντεξε όμως για πολύ, καθώς δέχθηκε διπλή επίθεση, αφενός από τους  τραμπούκους του «Εθνικού Επαναστατικού Κόμματος» που κακοποίησαν πάμπολλα μέλη του και  αφετέρου από τους τροτσκιστές που, με την δική τους ιδιόρρυθμη λογική, το αποδιοργάνωσαν μεθοδικά  με την ύπουλη μέθοδο του «εισοδισμού». Τελικά στις εκλογές του 1934 ο Τεχέδα έλαβε μόνον 16.000  ψήφους.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ

Το 1935 στάλθηκε από την κυβέρνηση Καρντένας (Lazaro Cardenas del Rio, 1895 - 1970) στο Βερολίνο  για να αγοράσει εξοπλισμό για το μεξικανικό Πολυτεχνείο και από τα μέσα του 1936 έως το 1937  τοποθετήθηκε πρέσβης στην Γαλλία. Επίσης από το 1937 έως το 1939 υπηρέτησε πάλι ως πρέσβης  στην σπαρασσόμενη από τον εμφύλιο πόλεμο Ισπανία (όπου βοήθησε πολλούς δημοκρατικούς να  διαφύγουν στο εξωτερικό, ιδίως στο Μεξικό, προμηθεύοντάς τους με πλαστά διαβατήρια και κανονικές  βίζες, ενώ επίσης συντήρισε με έξοδα της πρεσβείας ένα ορφανοτροφείο της Βαρκελώνης) και από το  1942 έως το 1947 στο Περού. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 1950 συμμετείχε στην υπό τους Ρούϊς (Adolfo  Tomas Ruiz Cortines, 1889 – 1973) και Καρβαχάλ (Angel Carvajal Bernal, 1901 - 1985) τοπική  κυβέρνηση της Βερακρούζ και μετά από 10 χρόνια, στα οποία έζησε μία λιτή ζωή δίχως καν αυτοκίνητο,  πέθανε στην Πόλη του Μεξικού, στις 8 Σεπτεμβρίου 1960.



Βλάσης Γ. Ρασσιάς, 2009


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Buchenau Jurgen - Beezley William H. (eds.), «State governors in the Mexican Revolution, 1910 –  1952», Lanham Maryland, 2009, κείμενο του Andrew Grand Wood «Adalberto Tejeda of Veracruz:  Radicalism and Reaction», σελ. 77 - 94
Naranjo Francisco, «Diccionario biografico Revolucionario», Ciudad de Mexico, 1935
Salamini Heather Fowler, «Agrarian Radicalism in Veracruz, 1920 – 1938», Lincoln Nebraska, 1971
Wilkie James W. (ed.), «Contemporary Mexico: Papers of the IV International Congress of Mexican  History», Los Angeles California, 1976
Falcon Romana - Garcia Soledad, «La Semilla en el surco, Adalberto Tejeda y el radicalismo en  Veracruz 1883-1960», Ciudad de Mexico, 1986







 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: 

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" 

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) 

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ