Γκάρυ Σνάϊντερ (Gary Snyder, Σαν Φραντσίσκο, 8 Μαϊου 1930 - )

Αμερικανός ποιητής, κάποτε συνδεδεμένος με την «γενιά Μπητ», μεταφραστής και δοκιμιογράφος, ακτιβιστής της «Οικολογίας Βάθους» («Deep Ecology») και επί δεκαετίες ασχοληθείς με το Ζεν και την πνευματικότητα της Φύσης.


ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ.

Γεννήθηκε από φτωχή οικογένεια στο Σαν Φραντσίσκο, στις 8 Μαϊου 1930, και δύο χρόνια μετά, οι γονείς του (Harold Alton και Lois Wilkie Snyder) τον πήραν στην πολιτεία της Ουάσινγκτον, όπου είχαν αναζητήσει ένα ικανοποιητικότερο μεροκάματο. Μία δεκαετία αργότερα, το 1942 η οικογένειά του (στην οποία είχε προστεθεί μία νεότερη αδελφή του, η Anthea) άλλαξε για μία ακόμη φορά πόλη, και εγκαταστάθηκε στο Πόρτλαντ της πολιτείας του Όρεγκον (Portland, Oregon), όπου η μητέρα του εργάστηκε ως δημοσιογράφος στο τοπικό φύλλο «The Oregonian».

Το 1948 ταξίδευσε στην Νέα Υόρκη από όπου μπάρκαρε για λίγο ναυτικός και αργότερα, το 1951, αποφοίτησε από το Κολλέγιο Ρηντ (Reed College) του Πόρτλαντ, όπου σπούδασε ανθρωπολογία, με ειδίκευση στην Αμερικανοϊνδιανική εθνολογία. Εκεί γνώρισε, ως συμφοιτητές του, τους ποιητές Φίλιπ Γουώλεν (Philip Glenn Whalen, 1923 – 2002, Ζεν βουδιστή ποιητή) και Λιού Ουέλς (Lewis Barrett  «Lew» Welch, 1926 – 1971). Την προηγούμενη χρονιά είχε νυμφευθεί την πρώτη από τις τέσσερις συνολικά συζύγους του, την Άλισον Γκας (Alison Gass, με την οποία ήλθε σε διάσταση μετά από μόλις 7 μήνες) και είχε δημοσιεύσει τα πρώτα του ποιήματα στο φοιτητικό έντυπο του κολλεγίου. 

 
Ακολούθησαν σπουδές γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα στο Μπλούμινγκτον (Bloomington, Indiana), διακοπή τους μετά από ένα εξάμηνο, διαζύγιο το 1953 με την Άλισον Γκας, μία τριετής (1953 – 1956) ειδίκευση στις ασιατικές γλώσσες στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϋ της Καλιφόρνιας και μετάφραση της ποίησης του Κινέζου Ζεν ερημίτη του 9ου αιώνα Χαν - Σαν (Han-Shan).

ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ «ΜΠΗΤ»

Στο Μπέρκλεϋ, μέσω του Γουώλεν, γνώρισε τους Άλλεν Γκίνσμπεργκ (Irwin Allen Ginsberg, 1926 – 1997) και Τζακ Κέρουακ (Jean-Louis Lebris de Kerouac ή Jack Kerouac, 1922 - 1969), ανερχόμενες προσωπικότητες του κινήματος των «μπήτνικς» («beatniks») και του λογοτεχνικού ρεύματος της «Γενιάς Μπητ» («The Beat Generation») και απομονώθηκε για λίγο με τον δεύτερο στα βουνά, σε μία ξύλινη καλύβα στην Μιλ Βάλλεϋ (Mill Valley), γεγονός που ενέπνευσε αργότερα στον Κέρουακ την συγγραφή του βιβλίου «Οι Αλήτες του Ντάρμα» («The Dharma Bums», 1958), καθώς στήριξε τον ήρωά του Τζάφι Ράϊντερ επάνω στην προσωπικότητα του Σνάϊντερ.  

Στις 7 Οκτωβρίου 1955, διαβάζοντας το ποίημά του «A Berry Feast», συμμετείχε μαζί με τους Κένεθ Ρέξροθ (Kenneth Rexroth, 1905 – 1982), Γουώλεν, Γκίνσμπεργκ, Φίλιπ Λαμαντία (Philip Lamantia, 1927 – 2005) και Μάϊκελ Μακλιούρ (Michael McClure, 1932 - ), στην περίφημη «Ανάγνωση ποίησης στην Γκαλερί Έξι» («The Six Gallery Reading»), στην οδό Φίλμορ του Σαν Φραντσίσκο (3119 Fillmore Street), που απετέλεσε την πρώτη μεγάλη δημόσια εκδήλωση της «Γενιάς Μπητ» και της «Αναγέννησης του Σαν Φραντσίσκο» («San Francisco Renaissance»).

Στο κείμενό του «Σημειώσεις για τη γενιά των Μπητ» («Notes on the Beat Generation») που δημοσίευσε αργότερα, το 1960, στην ιαπωνική λογοτεχνική επιθεώρηση «Τσούο-κόρον», ο Σνάϊντερ περιέγραψε με τα ακόλουθα λόγια εκείνη την αρχή: «ξαφνικά αισθανθήκαμε ότι επιτέλους είχαμε βρει τον δρόμο για μια καινούργια ελευθερία έκφρασης, ότι είχαμε σπάσει τον ασφυκτικό κλοιό των πανεπιστημίων γύρω από τους ποιητές, και ότι είχαμε πια ξεπεράσει τις σχολαστικές και ανώφελες συζητήσεις περί μπολσεβίκων και καπιταλιστών που ήταν (και συνεχίζουν να είναι) τουλάχιστον ανθυγιεινές για τη φαντασία των διανοουμένων του κόσμου». Ο ίδιος βεβαίως δεν δήλωσε ποτέ ότι ανήκε στους «Μπήτ», αν και ποτέ του δεν επεδίωξε μια σαφή εξαίρεσή του από τον συγκεκριμένο λογοτεχνικό κύκλο, ο δε «πατριάρχης» τους Λώρενς Φερλινγκέτι (Lawrence Ferlinghetti) τον απεκάλεσε κατ’ επανάληψη «Θορώ των Μπητ».





ΠΡΟΣΗΛΩΣΗ ΣΤΟ ΖΕΝ

Τον Μάϊο του 1956 ταξίδευσε με καράβι στην Ιαπωνία, με υποτροφία του «Πρώτου Ινστιτούτου Ζεν της Αμερικής» («First Zen Institute of America») και έμεινε πολλούς μήνες σε έναν Ζεν Ναό, επέστρεψε στο Σαν Φραντσίσκο τον Απρίλιο του 1958, αλλά τον επόμενο χρόνο γύρισε ξανά στην Ιαπωνία, όπου, πηγαινοερχόμενος στις Η.Π.Α., έμεινε για μία περίπου 9ετία (1959 - 1968), μελετώντας το Ζεν, και μάλιστα μέχρι το 1965 υπό την καθοδήγηση του δασκάλου Όντα Σέσο Ροσί (Oda Sesso Roshi, 1901 - 1966), στο Κυότο. Από εκείνη την μαθητεία, ο ποιητής θυμάται την απάντηση του δασκάλου του, όταν κάποτε τον ρώτησε αν είναι σωστό το ότι γράφει ποίηση: «είναι σωστό όσο αυτή η ποίηση βγαίνει από τον πραγματικό εαυτό σου»

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ

Το 1960 εξέδωσε το «Μύθοι και Κείμενα» («Myths & Texts») και νυμφεύθηκε στις 28 Φεβρουαρίου την «μπητ» ποιήτρια Τζόαν Κάϋγκερ (Joanne Kyger, 1934 - ) που μόλις είχε φθάσει στο Κυότο. Το ζευγάρι χώρισε το 1965, έναν χρόνο από την πρώτη βράβευση του Σνάϊντερ (με το «Bess Hoskin Prize»). Λίγο πριν τον χωρισμό τους πάντως, οι Σνάϊντερ και Κάϋγκερ ταξίδεψαν μαζί με τον Γκίνσμπεργκ και Ορλόφσκυ (Peter Orlovsky) στην Ινδία, όπου επισκέφθηκαν ινδουϊστικούς και βουδιστικούς ναούς, κάπνισαν όπιο και τελικά επισκέφθηκαν και τον Δαλάϊ Λάμα, ο δε Σνάϊντερ κατέγραψε αργότερα την εμπειρία τους στο «Πέρασμα μέσα από την Ινδία» («Passage through India»).

Ακολούθησε ένα δεύτερο βραβείο, το «Βραβείο του Εθνικού Ινστιτούτου των Τεχνών και των Γραμμάτων» (1966), η έκδοση της συλλογής του «A Range of Poems» στην Αγγλία, η επιστροφή του στην Ιαπωνία το 1967 αφού ήδη είχε συμμετάσχει στο χίππικο «Human Be-in» του Σαν Φραντσίσκο (14.1.1967), η διαμονή του στην κομμούνα «Buzoku» («Η Φυλή») που είχαν ιδρύσει οι ποιητές Σανσέϊ Γιαμάο (Sansei Yamao, 1938 – 2001) και Νανάο Σακάκι (Nanao Sakaki, 1923 – 2008) στο νησί Σουουανοσεζίμα (Suwanosejima) απέναντι από την ακτή του Κυούσου (Kyushu), και ο γάμος του εκεί, στις 6 Αυγούστου 1967, επάνω στον κρατήρα ενός ενεργού ηφαιστείου, με την Μάσα Ουεχάρα (Masa Uehara), συγγραφέα, η οποία στον 22ετή γάμο τους (1967 – 1989) επρόκειτο να του χαρίσει δύο υιούς, τους Κάϊ (γεν. 1968) και Γκεν (γεν. 1969).

To 1961 πρωτοεμφανίστηκε στον διαμορφούμενο αντεργκράουντ τύπο, με το κείμενό του «Βουδιστικός Αναρχισμός» στο «Journal for the protection of All Beings» του Σαν Φραντσίκο και μέχρι το 1967 είδε πάμπολλες δημοσιεύσεις σε θρυλικά περιοδικά του αμερικανικού («San Francisco Oracle», «Berkeley Barb», κ.ά.), αλλά και του ευρωπαϊκού αντεργκράουντ (λ.χ. στο λονδρέζικο «ΙΤ»).

Το 1967 εξέδωσε την συλλογή «The Back Country» και την επόμενη χρονιά βραβεύτηκε στο Σικάγο με το «βραβείο Λέβινσον» («Levinson Prize for Poetry»), ενώ το 1969 εξέδωσε το δοκίμιο «Earth House Hold», που θεωρείται έναυσμα για την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των Αμερικανών τις επόμενες δεκαετίες. Το 1971 έκτισε μόνος του με την βοήθεια της συζύγου του και λίγων φίλων του, το σπίτι του, που το ονόμασε «Kitkitdizze», στους πρόποδες των ορέων της Σιέρρα Νεβάδα (Sierra Nevada) και το μετέτρεψε σε κέντρο πνευματικής άσκησης στο οποίο διέμειναν αρκετές προσωπικότητες της αμερικανικής «Αντικουλτούρας», ενώ την επόμενη χρονιά συμμετείχε στην Στοκχόλμη στην Διαβούλευση των Ηνωμένων Εθνών για το Ανθρώπινο Περιβάλλον. Έκτοτε, ο Σνάϊντερ έμεινε εστιασμένος στο μεγάλο ζήτημα της θέσης του ανθρώπου μέσα στην Φύση και συνεισέφερε αρκετά στην συγκρότηση της «βιοτοπιστικής» («bioregionalist») θεωρίας, εκείνου δηλαδή του ρεύματος που άλλοι περιγράφουν με τον όρο «πολιτική του τόπου», καθώς και στην λεγόμενη «Οικολογία Βάθους», η οποία πρεσβεύει πως ο τώρα κυριαρχικός άνθρωπος πρέπει να επανέλθει σε ένα καθεστώς ισότητας με τα άλλα είδη και να ζήσει μαζί τους σε αρμονία.

Στην ποίηση και τα δοκίμιά του, ο Σνάϊντερ καταπιάνεται με το Αιώνιο αλλά και το θνητό «άγριο και ελεύθερο» και εκθειάζει την ωραιότητα και απλότητα της Φύσης, ενώ επαναληπτικά κατακρίνει το «δυτικό» κερδοσκοπικό καπιταλιστικό πνεύμα και αποκηρύσσει την καταναλωτική κοινωνία και τον ατομικισμό. Για τον Σνάϊντερ, η γλώσσα, η φαντασία, η σκέψη, αλλά και η συνείδηση είναι «έννοιες άγριες», δηλαδή φυσικές, γι’ αυτό αναζητεί τον επανακαθορισμό του ανθρώπινου μακριά από την αλαζονεία των τριών «μονοθεϊστικών» θρησκειών, με πηγές της ποιητικής του έμπνευσης, αλλά και της εν γένει «τέχνης του αγρίου» που ευαγγελίζεται, την κουλτούρα και θρησκεία των αυτοχθόνων εθνών της αμερικανικής ηπείρου, την πνευματικότητα της άπω Ανατολής, την οικολογία, την μυθολογία, την ολιστική θέαση των έσω και έξω πραγμάτων και έναν προσωπικό στωϊκισμό – έστω κι αν, συνειδητά ή όχι, δεν τον κατονομάζει έτσι: «για να καταστείς πραγματικά ελεύθερος, πρέπει να παίρνεις τις βασικές συνθήκες όπως είναι, είτε οδυνηρές, είτε πρόσκαιρες, είτε ανοιχτές, είτε ατελείς, και εν συνεχεία να τις ευγνωμονείς για την παροδικότητα και την ελευθερία που σου προσφέρουν». Γι αυτόν, η «τέχνη του αγρίου» προϋποθέτει την βαθιά κατανόηση των διαδικασιών της Φύσης και την χρήση τους ως αποκλειστικό θεμέλιο της καλλιτεχνικής έκφρασης. 

Μετέφρασε στα αγγλικά αρκετά κείμενα της αρχαίας κινεζικής και σύγχρονης ιαπωνικής λογοτεχνίας, ενώ η επηρεασμένη από την κουλτούρα των αυτοχθόνων της Αμερικής συλλογή του «Turtle Island» (1974), του απέφερε την επόμενη χρονιά το «Βραβείο Πούλιτζερ» για την ποίηση. Το 1977 δημοσίευσε έξι δοκίμιά του με γενικό τίτλο «Οι αρχαίοι τρόποι» («The Old Ways: Six Essays»), σε ένα από τα οποία εξέτασε την λεγόμενη «Εθνοποιητική» («Ethnopoetics», «μια προσπάθεια να ακούσει κάποιος και να διαβάσει τις ποιήσεις κάποιων μακρινών άλλων», όπως ωραία την περιέγραψε ο Dennis Tedlock) και κάλεσε σε πόλεμο «ενάντια στην πολιτισμική γενοκτονία σε όλες τις μορφές εκδήλωσής της» («Η Πολιτική της Εθνοποιητικής», «The Politics of Ethnopoetics»), τοποθετούμενος ενάντια σε κάθε πολιτισμικό επεκτατισμό, ακόμα και σε εκείνους που φέρουν ένα δήθεν «ανθρωπιστικό» προσωπείο.

Το 1985 έγινε καθηγητής Αγγλικής Φιλολογίας («δημιουργική γραφή») στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Ντέηβις (Davis), το 1986 εξέδωσε την συλλογή «Left Out in the Rain», που αποτελείτο από αδημοσίευτα ποιήματα της περιόδου 1947 έως 1985, και το 1987 έγινε δεκτός στην Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτων (American Academy of Arts and Letters). Το 1989 χώρισε με την Μάσα Ουεχάρα και μετά από λίγο έκανε τον τέταρτο γάμο του με την 41χρονη Ιαπωνοαμερικανή Κάρολ Λυν Κόντα (Carole Lyn Koda, 1947 – 2006), η οποία όμως απεβίωσε από καρκίνο το έτος 2006.

Ανάμεσα στις διάφορες άλλες βραβεύσεις του, ξεχωρίζουν εκείνες του «Βραβείου Μπόλινγκεν» για την ποίηση (1997), του «Βραβείου Τζων Χαίη» για την συγγραφή υπέρ του περιβάλλοντος (1997) και το «Βραβείο Ρουθ Λίλυ» για την ποίηση (2008). Το 2001 επισκέφθηκε και την Ελλάδα, προσκεκλημένος του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Βλάσης Γ. Ρασσιάς, 2013

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Tim Dean, «Gary Snyder and the American Unconscious: inhabiting the Ground», 1991
Timothy Gray, «Gary Snyder and the Pacific Rim: Creating Countercultural Community», 2006
Patrick D. Murphy, «Understanding Gary Snyder», 1992
Patrick D. Murphy, «Axe A Place of Wayfaring: The Poetry and Prose of Gary Snyder», 2000
Marthe Nancy Reed, «Culture Making: Ethnopoetics in the Work of Gary Snyder and Leslie Silko», 1990
Tanner West, «The Hipster High Priest: Life and Times of Gary Snyder», 2008

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

«Riprap» (1959)
«Myths & Texts» (1960)
«Six Sections from Mountains and Rivers without end» (1965)
«Riprap and Cold Mountain Poems» (1965)
«A Range of Poems» (1966)
«The Back Country» (1967)
«Regarding Wave» (1969)
«Earth House Hold. Technical Notes & Queries for Fellow Dharma Revolutionaries» (1969)
«Manzanita» (1972)
«The Fudo Trilogy» (1973)
«Turtle Island» (1974)
«The Old Ways: Six Essays» (1977)
«He Who Hunted Birds in His Father's Village: The Dimensions of a Haida Myth» (1979)
«The Real Work: Interviews & Talks 1964 – 1979» (1980)
«Axe Handles» (1983)
«Passage through India» (1983)
«Left Out in the Rain: New Poems 1947 - 1985» (1986)
«The Practice of the Wild» (1990)
«No Nature: New and Selected Poems» (1992)
«North Pacific Lands & Waters: A Further Six Sections» (1993)
«A Place in Space: Ethics, Aesthetics, and Watersheds» (1995)
«Mountains and Rivers without end» (1996)
«The Gary Snyder Reader: Prose, Poetry, and Translations» (1999)
«The High Sierra of California» (2002, με τον Tom Killion)
«Danger on Peaks» (2005)
«Back on the Fire: Essays» (2007)
«Tamalpais Walking» (2009, με τον Tom Killion)


ΔΕΙΓΜΑ ΓΡΑΦΗΣ

«Για τα παιδιά» (1974)

Οι ψηλοί λόφοι, οι πλαγιές,
των στατιστικών
στέκουν μπροστά μας.
Το κάθετο σκαρφάλωμα
των πάντων, που ανεβαίνουν,
ανεβαίνουν, καθώς όλοι εμείς
κατεβαίνουμε.

Στον επόμενο αιώνα
ή σ’ εκείνον που ακολουθεί,
λένε,
πως υπάρχουν κοιλάδες, λιβάδια,
και εκεί μπορούμε ειρηνικά ν’ απαντηθούμε
αν τα καταφέρουμε.

Για ν’ ανεβείτε τις ερχόμενες κορφές
ένας λόγος για σας,
για εσάς και τα παιδιά σας:

μείνετε μαζί
μάθετε τα λουλούδια
ελαφρώστε / γίνετε φως.


«Ένα ανάθεμα προς τους ανθρώπους του Πενταγώνου» (1967)
 
Καθώς δολοφονείτε τις μικρές βιετναμέζες
και τους χωρικούς μες στα ίδια τα χωράφια τους
καίγοντας και ξεκοιλιάζοντας
δηλητηριάζοντας και αφανίζοντας
τόσο πιο συστηματικά κυνηγάω βαθιά στην καρδιά μου
τον «αμερικανό» εαυτό μου.
Δεν θα τον αφήσω να ζήσει, τον «αμερικανό».
Θα τον αφανίσω, Ο κύριος «Χ»
είναι ήδη προ πολλού νεκρός.
Δεν θα αφήσω να περάσει και στα παιδιά μου
μα θα τους δώσω αντίθετα τον Αρχηγό Γιοζέφ,
τις αγέλες των βουβάλων, τον Iσί,
το γεράκι και τα έλατα,
τον Βούδα, τα ίδια τα γυμνά κορμιά τους,
για να κολυμπήσουν, να χορέψουν
και να τραγουδήσουνε.
Καθώς σκοτώνω μέσα μου τον άσπρο εαυτό μου,
τον «αμερικανό»,
και χορεύω τον Χορό των Πνευμάτων,
να φέρω πίσω σε τούτη την ήπειρο
το χόρτο και τα ποτάμια της,
να συνθλίψω τα λαρύγγια σας ενώ κοιμάστε.
Τούτη την μαγεία απεργάζομαι,
τούτη την αγάπη προσφέρω,
που τα δικά μου παιδιά ίσως θα εξαπλώσουν
και τα δικά σας μάλλον μήτε καν θα καταλάβουν!
Hi niswa vita ki ni! (θα ζήσουμε ξανά!)

(Πρωτοδημοσιεύθηκε στο τεύχος 5 της «Ανοιχτής Πόλης», 1986. Απόδοση στα ελληνικά: Βλάσης Ρασσιάς).


 




ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: 

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" 

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) 

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ