Ζωρζ Παλάντ

(Georges Toussaint Léon Palante, Blangy-les-Arras 20 Νοεμβρίου 1862 – Hillion, Côtes-d'Armor, 5 Αυγούστου 1925)

Γάλλος ιντιβιντουαλιστής «αριστοκρατικός» φιλόσοφος και κοινωνιολόγος των αρχών του 20ου αιώνος, αυτοπροσδιοριζόμενος ως «νιτσεϊστής της Αριστεράς». 



ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ – ΣΠΟΥΔΕΣ

Γεννήθηκε στο Blangy – les - Arras (σημερινό Saint – Laurent - Blangy) του Pas – de - Calais στις 20 Νοεμβρίου 1862, δεύτερος υιός του Βέλγου λογιστή Emile Palante και της επίσης Βελγίδας Thérèse Tricot.

Σπούδασε στο κολλέγιο του Αρράς (Arras), όπου το 1879 αρίστευσε στα λατινικά και εν συνεχεία στο παρισινό «Λύκειο του Μεγάλου Λουδοβίκου» («Lycée Louis-le-Grand») κατά την περίοδο 1881 - 1883 και στο «Πανεπιστήμιο του Douai» κατά την περίοδο 1883 - 1885.

Στον Παλάντ διαγνώστηκε δυστυχώς από την νεαρή του ηλικία «ακρομεγαλία» (ή «μεγαλακρία», μια σπάνια αλλά σοβαρότατη ασθένεια, οφειλόμενη σε υπερπαραγωγή αυξητικής ορμόνης), αποτελέσματα της οποίας ήσαν δυσκολία στο βάδισμα, πονοκέφαλοι, κόπωση, αρθρίτιδα και κατάθλιψη. 

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

Από το 1885 άρχισε να διδάσκει Φιλοσοφία στο Aurillac, όπου και γνώρισε την Λουϊζα Γκεντύ (Louise Genty), την οποία νυμφεύθηκε τρία χρόνια αργότερα, το 1888. Με την Λουϊζα απέκτησε το 1890 μία θυγατέρα, την Ζερμαίν (Germaine), ωστόσο την ίδια χρονιά το ζευγάρι χώρισε.

Ο Ζωρζ Παλάντ δίδαξε στο λύκειο του Chateauroux από το 1886 έως το 1890 και μετά τον χωρισμό του στο λύκειο «Lycée de Saint-Brieuc» στην ομώνυμη πόλη της Βρετάνης και τα επόμενα χρόνια στις πόλεις Valenciennes, La Rochelle και Niort. Το 1898 επέστρεψε στο Saint-Brieuc όπου και παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του το 1925.

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ

Επηρεασμένος από τους Νίτσε (Friedrich Wilhelm Nietzsche, 1844 - 1900), Σοπενάουερ (Arthur Schopenhauer, 1788 – 1860) και Στίρνερ (Max Stirner, πραγματικό όνομα Johann Kaspar Schmidt, 1806 – 1856), ανέπτυξε μία ιντιβιντουαλιστική βιοθεωρία που, γέρνοντας περισσότερο προς τον Στίρνερ παρά στον Νίτσε, φέρνει το άτομο αντιμέτωπο με την συλλογικότητα της κοινωνίας μέσα από μία σκοπιά ισόποσα αντινομιακή και «αριστοκρατική». Για τον Παλάντ, προορισμός του φιλοσόφου είναι να κτυπήσει με επιτυχία όλα τα στερεότυπα που η κοινωνία έχει φυτέψει στα μυαλά των ανθρώπων ώστε να τους κρατεί υπόδουλους κάτω από την δική της θεσμοθετημένη ηθική, ώστε να μπορεί με άνεση να  ασκεί την «κοινωνική τυραννία», την οποία ο Παλάντ περιέγραψε ως «απόψεις, ηθικές πεποιθήσεις, φυλετικό, ομαδικό και ταξικό πνεύμα» που από κοινού ασκούν βαρύτατη ηθική καταπίεση στα άτομα.



Πάνω: ο Παλάντ την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα


Δεξιά: η επιθεώρηση «Ερμής της Γαλλίας»

Όπως σημείωσε ο Μισέλ Ονφρέ (Michel Onfray, 1959 -  ) σε ένα σχετικό κείμενο (πρόλογος στην επανέκδοση του 1990 του «La sensibilité individualiste»), ο Παλάντ «έπαψε να είναι νιτσεϊκός από τη στιγμή που ο συγγραφέας της “Χαρούμενης Επιστήμης” φαινόταν να προωθεί έναν νέου τύπου πολιτισμό», παρεξηγώντας ουσιαστικά το πραγματικό μήνυμα του Γερμανού φιλοσόφου («αν και μπορούσε να μεταφράσει με άνεση τα γερμανικά, δεν κατάλαβε καθόλου το χιούμορ, την ειρωνεία και την κυνικότητα του σπουδαίου του έργου»).

Υπό την ακραία του ατομιστική αντίληψη, ο Παλάντ εκδήλωνε βεβαίως έντονη απέχθεια για το μαρξιστικό μοντέλο του κρατικού σοσιαλισμού. Από το 1908 δε, κράτησε μόνιμη απόσταση από την πολιτική, έπειτα από την απογοήτευση της μη εκλογής του στις δημοτικές εκλογές εκείνης της χρονιάς, όπου περιέργως είχε θέσει

υποψηφιότητα με την παράταξη των σοσιαλιστών. Ο ίδιος απέρριπτε τους τίτλους τόσο του «αναρχικού» όσο και του «ελευθεριακού», με τους οποίους κάποιοι προσπάθησαν να χαρακτηρίσουν την πολιτική του θέση. Στο δοκίμιό του μάλιστα «Αναρχισμός και Ατομισμός» («Anarchisme et individualisme», 1907) εξηγεί λεπτομερώς το γιατί απορρίπτει την αναρχική υπεραισιοδοξία και την επαναστατική τελεολογία.

Απαντώντας επίσης στον βιογράφο του Καμίλ Πιτολέ (Camille Pitollet, 1874 - 1964), είχε δηλώσει: «όταν λένε πως δεν είμαι μόνον επαναστάτης αλλά ενσάρκωση της ίδιας της επανάστασης, έχω να τους πω ότι οι όροι “επαναστάτης” και “επανάσταση” είναι αδόκιμοι. “Αντάρτης” και “ανταρσία” είναι αυτό που θα ‘πρεπε να γράψουν. Η ανταρσία είναι ατομική ή ατομικιστική. Η επανάσταση είναι ένα συλλογικό πράγμα που απαιτεί ένα συλλογικό ιδανικό,  με το οποίο δεν συμφωνώ. Ομοίως είναι ανακριβές το να ισχυρίζονται ότι πρεσβεύω έναν τρόπον τινά “αναρχικό διαφωτισμό”, κάτι που θα με υποχρέωνε να προστρέξω στο συμβατικό αναρχικό ιδανικό… Ο Αναρχισμός απαιτεί έναν κοινωνικό συσχετισμό που βρίσκεται πολύ μακριά από τον δικό μου τρόπο σκέψης. Είμαι ιντιβιντουαλιστής, που πάει να πει κοινωνικός πεσιμιστής, ανατροπέας, αντάρτης για την μεγαλύτερη δυνατή αποξένωση του ατόμου από την ηθική της κοινωνίας, παθιασμένος οπαδός μιας στάσης δυσπιστίας και περιφρόνησης ακόμα προς όλα όσα είναι κοινωνικά: θεσμούς, ήθη, ιδεολογίες κ.λπ. Που σημαίνει ότι δεν αποδέχομαι κανένα απολύτως συλλογικό πλαίσιο, όπως ο Αναρχισμός κάνει»

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

Το 1893 δημοσίευσε μία μετάφραση του δοκίμιου «Το κοινωνικό ζήτημα είναι ένα ζήτημα ηθικό» («La Question Sociale est Une Question Morale») του γερμανού εκπαιδευτικού Theobald Ziegler (1846 – 1918) και μετά από λίγα χρόνια άρχισε να δημοσιεύει σε περιοδικά μικρά κείμενά του, τα οποία ομαδοποίησε αργότερα σε ενιαία βιβλία όπως «Ο αγώνας για το άτομο» («Combat pour l’ individu», 1904) και «Η ατομιστική ευαισθησία» («La Sensibilité individualiste», 1909). Από το 1895 έως το 1913 συμμετείχε στην έκδοση της περιοδικής έκδοσης «Φιλοσοφική Επιθεώρηση» («Revue Philosophique»)

Το 1907 ολοκλήρωσε μία διδακτορική διατριβή για την Σορβόννη, η οποία όμως δεν έγινε δεκτή, γι’ αυτό και εκείνος την εξέδωσε το 1912 ως βιβλίο με τίτλο «Οι αντινομίες μεταξύ ατόμου και κοινωνίας» («Les antinomies entre l’ individu et la société». Την δεκαετία του 1910 έζησε μποέμικη και αντισυμβατική ζωή, πίνοντας πολύ, αλλά και δοκιμάζοντας παντοιοτρόπως τα κοινωνικά στερεότυπα με το να δίνει λ.χ. κάποιες διαλέξεις σε σαλόνια μπορντέλων. Ανέλαβε για 13 χρόνια την έκδοση της  φιλοσοφικής επιθεώρησης «Ερμής της Γαλλίας» («Mercure de France») και το 1916 γνωρίστηκε με τον ανορθόδοξο σοσιαλιστή συγγραφέα Λουϊ Γκυγιού (Louis Guilloux, 1899 – 1980), τον οποίο και επηρέασε βαθύτατα.

ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ

Το 1923 νυμφεύθηκε την Λουϊζα Πιέρ (Louise Pierre) με την οποία συζούσε επί αρκετά χρόνια στο πλημμυρισμένο από βιβλία μικρό και φτωχικό σπίτι του, και τον επόμενο χρόνο αποσύρθηκε από το καθηγητικό επάγγελμα.

Η προχωρημένη πια «ακρομεγαλία» του είχε προ πολλού καταστήσει πολύ επώδυνη την ζωή του. Στις 5 Αυγούστου 1925, ενώ βρισκόταν στο εξοχικό του στο Hillion του Côtes - d'Armor, ο φιλόσοφος αποφάσισε να ξεφύγει οριστικά από τον σωματικό και ψυχικό πόνο, με μία σφαίρα στον δεξιό του κρόταφο.

O Παλάντ επηρέασε έντονα τους μεταγενέστερούς του διανοητές Ζαν Γκρενιέ (Jean Grenier, 1898 – 1971, που του αφιέρωσε ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο βιβλίο του «Οι απεργίες», «Les Grèves»), Λουϊ Γκυγιού, Αλπέρ Καμύ (Albert Camus, 1913 - 1960) και Μισέλ Ονφρέ. Ο τελευταίος, που ομοίως αυτοχαρακτηρίστηκε «νιτσεϊστής της Αριστεράς», του αφιέρωσε το 1989 το βιβλίο του «Φυσιολογία του Ζωρζ Παλάντ. Πορτραίτο ενός νιτσεϊστή της Αριστεράς» («Physiologie de Georges Palante, portrait d’ un nietzchéen de gauche»).


Βλάσης Γ. Ρασσιάς, 2012


ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑΣ:

L’ esprit de corps, κείμενο στην «Revue Philosophique» (1899)
L’ esprit administratif, κείμενο στην «Revue Socialiste» (1900)
Le dilettantisme social et la philosophie du "Surhomme", κείμενο στην «Revue Philosophique» (1900)
Précis de Sociologie (1901)
Les dogmatismes sociaux et la libération de l'individu, κείμενο στην «Revue Philosophique» (1901)
L'impunité de groupe, κείμενο στην «La Plume» (1902)
La mentalité du révolté, κείμενο στην «Mercure de France» (1902)
La théologie sociale et son mécanisme, κείμενο στην «Revue Philosophique» (1902)
L'idole pédagogique, κείμενο στην «Revue Philosophique» (1903)
Le bovarysme : une moderne philosophie de l'illusion, κείμενο στην «Mercure de France» (1903)
Combat pour l’ individu (1904)
L'ironie. Etude psychologique, κείμενο στην «Revue Philosophique» (1906)
Anarchisme et individualisme. Etude de psychologie sociale, κείμενο στην «Revue Philosophique» (1907)
La Sensibilité individualiste (1909)
L'esprit prêtre laïc, κείμενο στην «Mercure de France» (1909)
La sociologie de G. Simmel, κείμενο στην «Revue Philosophique» (1901)
Jules de Gaultier, κείμενο στην «Revue des Idées» (1910)
Les antinomies entre l'individu et la société (1912)
La Philosophie du bovarysme, Jules de Gaultier, κείμενο στην «Mercure de France» (1912)
Autour d'une thèse refusée en Sorbonne, κείμενο στην «Mercure de France» (1912)
Pessimisme et individualisme (1914)
Nostaglie et futurisme, κείμενο στην «Revue Philosophique» (1916)
La sentimentalité. Etude psychologique, κείμενο στην «Mercure de France» (1917)
Du nouveau en politique ! Des problèmes nouveaux ! Des partis nouveaux ! Des hommes nouveaux ! (1919)
Sur le style of the philosophes, κείμενο στην «Le Monde Nouveau» (1923)
Une polémique interrompue... ou le bovarysme: un bluff philosophique (1924)


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Michel Onfray, Physiologie de Georges Palante, portrait d'un nietzchéen de gauche (1989)
Louis Guilloux, Souvenirs sur Georges Palante (1931)







 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: 

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" 

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) 

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ