Ρόναλντ Λαινγκ

(Ronald David Laing, Glasgow, 7 Οκτωβρίου 1927 – Saint-Tropez, 23 Αυγούστου 1989)

Σκώτος ψυχίατρος και συγγραφέας, μυστικιστής, γνωστός για τις ριζοσπαστικές θέσεις του ενάντια στην συμβατική Ψυχιατρική, κινούμενος ανάμεσα στην λεγόμενη «υπαρξιακή ψυχιατρική» και την λεγόμενη «Αντιψυχιατρική», ιδρυτής της «Ένωσης Φιλαδέλφεια» («Philadelphia Association»), είδωλο της αγγλικής «Αντικουλτούρας» της δεκαετίας του 1960.


ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Γεννήθηκε στην περιοχή Γκόβανχιλ (Govanhill) της Γλασκώβης, το μοναδικό τέκνο της υπερσυντηρητικής πρεσβυτεριανής οικογένειας του φιλόμουσου ηλεκτρολόγου David Park MacNair Laing και της ψυχρής και δύστροπης Amelia Glen Laing (πρώην Kirkwood). Σπούδασε στο «Hutchesons' Grammar School», όπου απέκτησε πολύ καλή γνώση της κλασικής ελληνικής και λατινικής Γραμματείας: «του άρεσε να λέει ότι ήταν ο μόνος άνθρωπος στον κόσμο που μιλούσε αρχαία Ελληνικά με προφορά Γλασκώβης», είπε κάποτε ο προσωπικός φίλος του Μπράϊαν Μπαίητς (Brian Bates), καθηγητής ψυχολογίας στο «Πανεπιστήμιο του Σάσεξ» («University of Sussex»). Στην συνέχεια, με διεγερμένο το ενδιαφέρον για τον ανθρώπινο ψυχικό κόσμο όταν διάβασε τον γάλλο συγγραφέα Αρτώ (Antonin Artaud), σπούδασε φαρμακευτική και ψυχιατρική στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης, ενώ παράλληλα μελετούσε μανιωδώς φιλοσοφία και πολιτική οικονομία, και κυρίως τα έργα των Βολταίρου, Νίτσε, Μαρξ, Καντ, Πλάτωνα, Σαρτρ, Φρόϋντ και Κίρκεγκωρ.


Πήρε διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης το 1951 και στην συνέχεια υπηρέτησε δύο χρόνια ως ψυχίατρος στον βρετανικό στρατό («Royal Army Medical Corps»), βοηθητικός λόγω του άσθματος από το οποίο έπασχε. Εκεί έκανε σχέση με την νοσοκόμο Άννα Χηρν (Αnne Hearne), την οποία και νυμφεύθηκε στις 11 Οκτωβρίου του 1952, έγκυο επτά μηνών. Η θυγατέρα τους Φιόνα (Fiona) γεννήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους και τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν δύο ακόμη θυγατέρες και δύο υιοί (Susan, Σεπτέμβριος 1954, Karen, Νοέμβριος 1955, Paul 1957 και Adrian, Απρίλιος 1958).

Το 1953 ο Λαινγκ εργάστηκε στο ψυχιατρείο του «Gartnavel Royal Hospital» της Γλασκώβης, όπου νοσηλεύονταν (ή, ορθότερα, κρατούντο) 60 σχιζοφρενείς γυναίκες και σε ένα δείγμα 12 ασθενών κατόρθωσε να αποδείξει ότι η παροχή ανθρώπινων ανέσεων βελτίωνε το επίπεδο της κοινωνικής επικοινωνίας τους. Μετά εργάστηκε στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης (στο «Glasgow University Department of Psychological Medicine»), ενώ παράλληλα συμμετείχε μαζί με άλλους συναδέλφους του (Craig, McQuarrie, Cameron, κ.ά.) στην ομάδα υπαρξιακών μελετών των γερμανοεβραίων ψυχοθεραπευτών Αμπενχάϊμερ και Σόρσταϊν (Karl Abenheimer, και Joe Schorstein), οπαδών του Γιουνγκ, που είχαν καταφύγει στην Σκωτία κυνηγημένοι από τους ναζί. Στα πλαίσια των εργασιών που κατέθεταν τα μέλη της ομάδας, ο Λαινγκ έγραψε το 1954 και κατέθεσε το «Reflections on the Ontology of Human Relationships» («Αντανακλάσεις στην Οντολογία των Ανθρωπίνων Σχέσεων»), το οποίο απετέλεσε την «μαγιά» για το πρώτο γνωστό βιβλίο του «Ο Διχασμένος Εαυτός».

Το 1956 μετακόμισε στο Λονδίνο για πρακτική στην κλινική «Tavistock Clinic», φημισμένο κέντρο ψυχοθεραπευτικής μελέτης και εκπαίδευσης, όπου εργάστηκε μέχρι το 1964 (ενώ παράλληλα διηύθυνε την κλινική «Langham Clinic» κατά την περίοδο 1962 - 1965) και γνώριζε μεγάλα ονόματα της Ψυχιατρικής και της Ψυχολογίας, όπως τους Τσαρλς Ράϊκροφτ (Charles Frederick Rycroft, 1914 – 1998), Τζων Μπόουλμπυ (John Bowlby, 1907 – 1990, εισηγητή της «θεωρίας της προσκόλλησης», «attachment theory») και Ντόναλντ Ουϊνικοτ (Donald Woods Winnicott, 1896 – 1971).

ΜΙΑ «ΑΙΡΕΤΙΚΗ» ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ

Από το 1960 άνοιξε δικό του ιατρείο στην 21 Wimpole Street του Λονδίνου και άρχισε επίσης να πειραματίζεται με ψυχοδηλωτικές ουσίες (κυρίως με μεσκαλίνη και LSD). Στο πρώτο από τα γνωστά βιβλία του, το «Ο Διχασμένος Εαυτός» («The Divided Self», 1960) ο Λαινγκ αμφισβήτησε ευθέως το δικαίωμα της κυρίαρχης τάσης στην κοινωνία να αυτοπροσδιορίζεται ως ψυχικά «υγιής» και σύμφωνα με τα δικά της μέτρα και σταθμά να χαρακτηρίζει «παράφρονα» όποιον δεν ευθυγραμμίζεται με αυτά, και το επανέλαβε επτά χρόνια αργότερα στο βιβλίο του «Η Πολιτική της Εμπειρίας και το Πουλί του Παραδείσου» («The Politics of Experience and the Bird of Paradise»). Για τον Λαινγκ, που ανέλυσε και εξήγησε την ανθρώπινη ψυχική κατάσταση που αποκαλούμε «σχιζοφρένεια», η τελευταία δεν είναι παρά σκέτα μία αντίδραση προσαρμογής, στην οποία ο άνθρωπος αποξενώνεται από τον εαυτό του και από τον εξωτερικό κόσμο, μη μπορώντας πια να βιώσει ούτε τον εαυτό του, ούτε τους «άλλους» ως μία «πραγματικότητα». Πλάθει συνεπώς σταδιακά έναν ψεύτικο εαυτό (αποσυνθέτοντας ταυτοχρόνως τον πραγματικό του) και με αυτόν αναγνωρίζει τόσο την δική του απόγνωση όσο και τους άλλους, μέσα από μία ολοένα αυξανόμενη εξωπραγματικότητα, η οποία καταλήγει στην πλήρη αποσύνθεση της προσωπικότητας. Τις εσωτερικές δυναμικές της σχιζοφρένειας ανέλυσε περαιτέρω ο Λαινγκ στο επόμενο βιβλίο του «Ο Εαυτός και οι Άλλοι» («The Self and Others», 1961). Ο σχιζοφρενής τελικά δεν είναι παρά το άτομο που έχει τολμήσει (με μία μάλιστα ιδιόμορφα «ηρωϊκή» πράξη) να δραπετεύσει από τον σκληρό κόσμο της υποτιθέμενης κανονικότητας για να βρει καταφύγιο σε μια εντελώς δική του εξωπραγματικότητα.  


Η «ΔΙΠΛΗ ΔΕΣΜΕΥΣΗ»

Βασικό εργαλείο για την ερμηνεία και κατανόηση της διαδικασίας που οδηγεί σε αυτό που λέμε σχιζοφρένεια, είναι η θεωρία της «Διπλής Δέσμευσης» («Double Bind»), εισηγητής της οποίας ήταν ο άγγλος ανθρωπολόγος Γκρέγκορυ Μπαίητσον (Gregory Bateson, 1904 – 1980) και οι συνεργάτες του Donald Jackson, Paul Watzlawick και Jay Haley. Η θεωρία αυτή δόθηκε πρώτη φορά στην δημοσιότητα το 1956 (στο «Towards a Theory of Schizophrenia» της επιθεώρησης «Behavioural Science»), αν και σπέρματά της υπήρχαν ήδη στο μυαλό του Μπαίητσον από το 1930, όταν έκανε ανθρωπολογικές μελέτες στην Νέα Γουίνέα. Η εκεί ιθαγενής κουλτούρα δεχόταν επίθεση από τους χριστιανούς ιεραπόστολους και την δυτική κυβέρνηση, όντας παγιδευμένη ανάμεσα στην περίπτωση να εξολοθρευτεί έξωθεν (δια της ωμής καταστολής των ιδιαίτερων ηθών της) ή να διαλυθεί εκ των έσω (απαρνούμενη η ίδια τα ιδιαίτερα ήθη της). Ως «Διπλή Δέσμευση» ορίζεται λοιπόν κάθε άλυτη κατάσταση, μέσα στην οποία μία παγιδευμένη και ανίσχυρη αυτοταυτότητα, ουσιαστικά διατάσσεται να διαλυθεί.

ΠΛΗΣΙΑΣΜΑ ΣΤΗΝ «ΑΝΤΙΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ»

Λόγω αυτών των «εξωφρενικών» για τους συντηρητικούς απόψεών του, άρχισε από το 1963 να πολιορκείται στενότατα από τα Μ.Μ.Ε. και την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε πέντε φορές στην βρετανική τηλεόραση, ενώ πάντα μέσα στο 1964 διεύρυνε την φήμη του όταν έγινε γνωστό ότι συναντήθηκε στην Νέα Υόρκη με τον «πάπα της ψυχεδέλειας» Τίμοθυ Λήρυ (Dr. Timothy Francis Leary, 1920 – 1996).



Την ίδια χρονιά (1964), μετά από μακρούς καυγάδες, ο Λαινγκ απομακρύνθηκε οριστικά από την σύζυγό του (που έφυγε με τα παιδιά στην Γλασκώβη, αποκαλώντας τον «τετραγωνική ρίζα του μηδενός») και την επόμενη χρονιά, μετά από μια σύντομη σχέση με την δημοσιογράφο Σάλλυ Βίνσεντ (Sally Vincent), άρχισε σχέση με την γερμανίδα σχεδιάστρια Γιούτα Βέρνερ (Jutta Werner).

Είχε ήδη αρχίσει συνεργασία με τον νοτιοαφρικανό «αντιψυχίατρο» Νταίηβιντ Κούπερ (Dr. David Graham Cooper, 1931 – 1986), με τον οποίο ίδρυσαν το 1965 την «Ένωση Φιλαδέλφεια» («Philadelphia Association»), και είχαν από κοινού όχι μόνον εναντιωθεί στην παράλογη βία των δήθεν θεραπευτικών μεθόδων της εποχής (όπως το ηλεκτροσόκ, τον ζουρλομανδύα, το ινσουλινικό κώμα και η λοβοτομή), αλλά και πειραματιστεί σε ένα εντελώς διαφορετικό, ανθρωπιστικό θεραπευτικό πλαίσιο, το οποίο συμπεριελάμβανε διαλογισμό, ψυχοδηλωτικές ουσίες, συνεδρίες «επαναγέννησης» και κοινοτισμό. Ο τελευταίος εφαρμοζόταν έμπρακτα από τον Ιούνιο του 1965 στην πειραματική, αντι-ιεραρχική συμβιωτική ομάδα ασθενών και θεραπευτών στο πρώην πανδοχείο Κίνγκσλεϋ Χωλ (Kingsley Hall) στο Ανατολικό Άκρο του Λονδίνου, την οποία είχε ιδρύσει μαζί με τους Κούπερ και Έστερσον και διήρκεσε μέχρι το 1970, οπότε και το έκλεισαν οι αρχές μετά από πιέσεις των ενοχλημένων γειτόνων.

ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ «ΑΝΤΙΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ» 

Το 1967 εξέδωσε το προαναφερθέν βιβλίο «Η Πολιτική της Εμπειρίας και το Πουλί του Παραδείσου», που πούλησε περισσότερο από όλα τα άλλα βιβλία του και έγινε ένα από τα κλασικά έργα της «Αντικουλτούρας», καθώς μέσα από τις σελίδες του έθετε το ερώτημα εάν τελικά δεν είναι ο τρελός αυτός που είναι πραγματικά ασθενής, αλλά αυτή η ίδια η κοινωνία. Τα θεμελιώδη αίτια των περισσότερων πνευματικών διαταραχών, και κυρίως της σχιζοφρένειας, θα έπρεπε να αναζητηθούν όχι στην βιολογία, αλλά στο ανθρώπινο περιβάλλον των ασθενών, ειδικά μέσα στην οικογένεια. Η οικογένεια, και η κοινωνία ευρύτερα, φορούν στα μέλη τους ζουρλομανδύες κομφορμισμού από την ώρα που θα γεννηθούν και, μέσω της «ανατροφής» και της «διαπαιδαγώγησης», τα υποχρεώνουν να συμμορφωθούν στις επιθυμίες τους, συνεπώς ο «σχιζοφρενής» μπορεί απλώς να είναι κάποιος που δεν κατόρθωσε να υποταχθεί ή δεν δέχθηκε να υποταχθεί.

Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς ο Λαινγκ συμμετείχε (με την ομιλία του «Το Προφανές», «The Obvious») στο περίφημο συνέδριο «για την Διαλεκτική της Απελευθέρωσης» («Congress on the Dialectics of Liberation», Λονδίνο, 15 έως τις 30 Ιουλίου 1967), που είχαν οργανώσει οι Κούπερ, Μπερκ (Joseph Berke) και Ρέντλερ (Leon Redler), ως εκπρόσωποι του «Ινστιτούτου Φαινομενολογικών Μελετών» («Institute of Phenomenological Studies»), δίπλα σε πολλά ηχηρά ονόματα της «Νέας Αριστεράς», όπως ο Πωλ Σουήζυ (Paul Sweezy), o Τζων Γκεράσι (John Gerassi), o Γκρέγκορυ Μπαίητσον, o Πωλ Γκούντμαν (Paul Goodman), ο Χέρμπερτ Μαρκούζε (Herbert Marcuse), ο ηγέτης της «Μαύρης Δύναμης» Στόκελυ Καρμάϊκελ (Stokely Carmichael), κ.ά.

Αντί όμως αυτή η συμμετοχή να επισφραγίσει μια πολιτική διάσταση του έως τότε θεωρητικού και πρακτικού έργου του, ο Λαινγκ διαφοροποιήθηκε σχεδόν αμέσως από τους λεγόμενους «πολίτικος», ο κυριότερος των οποίων ήταν ο Κούπερ που προέβαλε επίμονα τον όρο «Αντιψυχιατρική», που ο ίδιος είχε εφεύρει.

ΟΙ «ΚΟΜΠΟΙ»

Το 1970 ο Λαινγκ εξέδωσε το βιβλίο «Κόμποι» («Knots»), μία συλλογή έμμετρων απεικονίσεων της ανθρώπινης σκλαβιάς που ενυπάρχει στις διαπροσωπικές σχέσεις και την επικοινωνία. Στον πρόλογο των «Κόμπων», ο Λαινγκ σημειώνει: «τα πρότυπα που διαγράφονται στην συνέχεια του παρόντος δεν έχουν επί τούτου ταξινομηθεί για ν’ απεικονίσουν την ανθρώπινη υποδούλωση… Περιορίστηκα απλώς στην παρουσίαση μερικών μόνον από αυτά, τα οποία εγώ ο ίδιος έχω συναντήσει. Οι πρώτες λέξεις που έρχονται στο μυαλό για να τα περιγράψω είναι κόμποι, πλέγματα, πέδες, αδιέξοδα, διαξεύξεις, στρόμβοι, δεσμά».

Τρεις χαρακτηριστικοί «Κόμποι» είναι οι ακόλουθοι:

«Παίζουν ένα παιγνίδι. Παίζουν ότι δεν παίζουν ένα παιγνίδι. Εάν τους δείξω ότι καταλαβαίνω ότι παίζουν, θα παραβώ τους κανόνες και θα έχω συνέπειες. Πρέπει να παίξω το παιγνίδι τους, Να παίξω ότι δεν καταλαβαίνω ότι καταλαβαίνω το παιγνίδι».

«Κάτι πρέπει να συμβαίνει με αυτόν γιατί δεν θα δρούσε όπως δρα, εκτός αν συνέβαινε κάτι, άρα δρα όπως δρα, γιατί κάτι συμβαίνει με αυτόν. Αυτός δεν νομίζει ότι κάτι τού συμβαίνει, γιατί ένας από τους λόγους που κάτι συμβαίνει με αυτόν είναι ότι δεν νομίζει ότι κάτι συμβαίνει με αυτόν, άρα πρέπει να τον βοηθήσουμε να συνειδητοποιήσει, πως το ότι δεν νομίζει ότι κάτι συμβαίνει με αυτόν είναι ένας από τους λόγους που κάτι συμβαίνει με αυτόν».

«Η Άλφα δεν σέβεται τον εαυτό της. Δεν μπορεί να σεβαστεί όποιον την σέβεται. Μπορεί να αγαπήσει μόνον κάποιον που δεν την σέβεται. Αγαπάει τον Βήτα γιατί δεν την σέβεται. Περιφρονεί τον Γάμα γιατί δεν την περιφρονεί. Μόνο ένα περιφρονητέο άτομο μπορεί να σεβαστεί κάποιον τόσο περιφρονητέο όσο η Άλφα. Η Άλφα δεν μπορεί να αγαπήσει κάποιον, τον οποίο περιφρονεί. Παρόλο όμως που αγαπάει τον Βήτα, δεν μπορεί να πιστέψει ότι εκείνος την αγαπάει. Ποια απόδειξη μπορεί να έχει άραγε από αυτόν».

ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΗΣ

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο Λαινγκ ασχολήθηκε εντονότερα με ανατολικές φιλοσοφίες, Βουδισμό και Ινδουϊσμό τους οποίους σπούδασε στην Κεϋλάνη από τον Μάρτιο του 1971 (όπου είχε μεταβεί με την σύντροφό του Γιούτα Βέρνερ και τα δύο τους τέκνα, τον Αδάμ, Adam, γεν. τον Σεπτέμβριο του 1967 και την Νατάσσα, Natasha, γεν. τον Απρίλιο του 1970) και μετά, από το καλοκαίρι του 1971 μέχρι τις αρχές του 1972, στην Ινδία υπό τον ασκητή Γκανγκρότι Μπάμπα (Gangroti Baba) και τον γερμανικής καταγωγής γκουρού του Τίμοθυ Λήρυ Γκοβίντα Λάμα (Govinda Anagarika Lama, 1898 - 1985). Έμαθε σανσκριτικά, έγινε χορτοφάγος και έκανε γιόγκα, ενώ από τις 5 Νοεμβρίου 1972 έως τις 8 Δεκεμβρίου 1972 περιόδευσε στις Η.Π.Α. και εμφανίστηκε στην τηλεόραση μαζί με τον συγγραφέα Νόρμαν Μαίηλερ (Norman Mailer).

Σταδιακά από την υπαρξιστική ψυχιατρική στράφηκε τελικά στην εναλλακτική ψυχοθεραπεία (μέσω συνεδριών «επαναγέννησης» που άρχισε να πραγματοποιεί από τον Σεπτέμβριο του 1973 στο ιδιωτικό του ιατρείο), στον μυστικισμό και τον σαμανισμό, ενώ ο παράλληλος πειραματισμός του με ψυχοδηλωτικές ουσίες θα του κοστίσει μια σύλληψη το 1977, έναν χρόνο μετά την έκδοση του βιβλίου του «Τα Γεγονότα της Ζωής» («Τhe Facts of Life. An Essay in Feelings, Facts and Fantasy»). Την «ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου» του 1974 νυμφεύθηκε τελικά την Γιούτα Βέρνερ, με την οποία την επόμενη χρονιά, στις 24 Ιουνίου 1975 απέκτησε ένα τρίτο τέκνο, τον Μαξ (Max).





Όμως, σταδιακά τα Μ.Μ.Ε. του συστήματος, καθώς και οι εκδοτικοί οίκοι, απέσυραν το κερδοσκοπικό ενδιαφέρον τους στο πρόσωπό του («εικόνα του χθες», τον περιέγραψε μάλιστα για εκείνη την περίοδο ο βιογράφος του Daniel Burston, καθηγητής ψυχολογίας στο «Duquesne University»), ενώ η καθεστωτική επιστημονική κοινότητα άρχισε να τον αντιμετωπίζει με την γνωστή σταδιακή αλλά συστηματική απαξίωση που επιφυλάσσει για όλους τους «αποκλίνοντες» (μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ολόκληρη η «Αντιψυχιατρική» μετά την υποχώρησή της αντιμετωπίστηκε άτιμα από τους ιατρούς του συστήματος, ως μια παιδιάστικη ιδιοτροπία κάποιων ρομαντικών).

ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ

Το 1976 εξέδωσε το «Μ’ αγαπάς;» («Do You Really Love Me?») και το «Τα Γεγονότα της Ζωής» («The Facts of Life»), δύο βιβλία που υπήρξαν πιο δημοφιλή στις μη αγγλόφωνες χώρες και ακολούθησε το 1978 το βιβλίο «Συνομιλίες με παιδιά» («Conversations With Children»), που περιείχε συνομιλίες με τα δύο μικρότερα παιδιά του. Την ίδια χρονιά (1978) διαφοροποιήθηκε και από τους τελευταίους πρώην συναδέλφους του της «Ένωσης Φιλαδέλφεια» John Heaton, Chris Oakley, Haya Oakley και Paul Zeal και το 1981 έδωσε και την τυπική παραίτησή του από την θέση του προέδρου. Τέλος, το 1982 εξέδωσε το «Η Φωνή της Εμπειρίας: η Εμπειρία, η Επιστήμη και η Ψυχιατρική» («The Voice of Experience: Experience, Science and Psychiatry»).

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΟΥ ΔΕΚΑΕΤΙΑ

Τον Σεπτέμβριο του 1980, ενώ βρισκόταν στην Σαραγόσα της Ισπανίας (Saragossa) για το πολυήμερο διεθνές συνέδριο «Η Ψυχοθεραπεία του Μέλλοντος», η δεύτερη σύζυγός του Γιούτα τον απάτησε με έναν δικηγόρο, ο Λαινγκ το ανακάλυψε, ξέσπασε με μεγάλη βιαιότητα, την χώρισε άμεσα (το επίσημο διαζύγιο βγήκε το 1986), και από το 1985 μέχρι τον θάνατό του έζησε με την έως τότε βοηθό του νεοζηλανδή Μαργαρίτα Κέντον (Marguerita Romayne Kendon), με την οποία στις 6 Ιανουαρίου 1988 απέκτησε έναν ακόμα υιό, τον Τσαρλς (Charles). Προηγουμένως, στις 15 Σεπτεμβρίου 1984, είχε αποκτήσει έναν ακόμα υιό (το 9ο κατά σειρά τέκνο του) με την περιστασιακή σύντροφό του γερμανίδα ψυχοθεραπεύτρια Σου Σάνκελ (Sue Sunkel) - συνολικά απέκτησε με την πρώτη του σύζυγο στην Γλασκώβη, με την δεύτερη σύζυγό του στο Λονδίνο και τις δύο επόμενες συντρόφους του 10 παιδιά, 6 αγόρια και 4 θυγατέρες.

Το 1985, χρονιά κατά την οποία το πορτραίτο του αναρτήθηκε στην «Εθνική Πορτραιτοθήκη της Σκωτίας» («National Portrait Gallery of Scotland»), ο Λαινγκ εξέδωσε την αυτοβιογραφία του «Η Σοφία, η Τρέλα και η Ανοησία – Η Κατασκευή ενός Ψυχίατρου» («Wisdom, Madness and Folly»), στην οποία ομολόγησε πως σε όλη την ενήλικη ζωή του τον φόβιζε «περισσότερο η άφοβη δύναμη στα μάτια των συναδέλφων του ψυχιάτρων, παρά ο αδύναμος φόβος στα μάτια των ασθενών του».

Αυτός και η Κέντον μετακόμισαν το 1986 στις Η.Π.Α. και το 1988 επέστρεψαν στην Ευρώπη και εγκαταστάθηκαν σε μια μικρή πόλη της Αυστρίας, για να γράψει ένα ακόμη βιβλίο του, το ανέκδοτο ακόμα «Τα Ψεύδη του Έρωτα» («The Lies of Love»). Πέθανε στις 23 Αυγούστου 1989 από καρδιακή προσβολή στο Σαιν Τροπέ (Saint-Tropez) της Γαλλίας, ενώ έπαιζε αντισφαίριση με τον συνάδελφο και φίλο του Ρόμπερτ Φάϊρστοουν (Robert W. Firestone). Ήταν 61 ετών.

Ο υιός του Αδριανός (Adrian, πέμπτο τέκνο του πρώτου του γάμου και δεύτερος από τους έξι υιούς του) έγραψε το 1994 μία βιογραφία του νεκρού πατέρα του, στο οποίο, όπως και στην περίπτωση της θυγατέρας της Ουλρίκε Μάϊνχοφ, κατεδάφιζε την προσωπικότητα του «απεχθούς» γονιού. Ακόμα και την διάσταση του 1967 μεταξύ του Λαινγκ και του Κούπερ επάνω στο ζήτημα της «πνευματικής» ή «πολιτικής» κατεύθυνσης της ψυχιατρικής αμφισβήτησης, την υποβάθμισε σε «αποκορύφωση» μιας… «διένεξης μεταξύ γκουρού».

Υπήρξαν και άλλοι βιογράφοι του που τον περιέγραψαν ως προβληματικό και εγωκεντρικό πρόσωπο που ήθελε συνεχώς να τραβάει την προσοχή. Από την άλλη, ο Μπομπ Μιούλαν (Βob Mullan) δημοσίευσε το 1995 μια σειρά εκτενών, σχεδόν αυτοβιογραφικών, συνεντεύξεων του Λαινγκ με τίτλο «Mad to be Normal: Conversations with R.D. Laing», όπου μέσα από τα λόγια του ιδίου του Λαινγκ ο αναγνώστης διαμορφώνει μια μάλλον εγκυρότερη εικόνα για το ποιος πραγματικά αυτός ήταν και, κυρίως, για το τι ήθελε να πει.

Βλάσης Ρασσιάς, 2007


ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ:

«Reflections on the Ontology of Human Relationships» («Αντανακλάσεις στην Οντολογία των Ανθρωπίνων Σχέσεων»), 1954, ανέκδοτο
«The Divided Self: An Existential Study in Sanity and Madness» («Ο Διχασμένος Εαυτός»), 1960
«The Self and Others» («Ο Εαυτός και οι Άλλοι»), 1961
«Sanity, Madness and the Family» («Η Λογικότητα, η Τρέλα και η Οικογένεια»), 1964, μαζί με τον A. Esterson
«Reason and Violence: A Decade of Sartre's Philosophy» («Λόγος και Βία»), 1964
«Interpersonal Perception: A Theory and a Method of Research», 1966, μαζί με τους H. Phillipson και A.R. Lee
«The Politics of Experience and the Bird of Paradise» («Η Πολιτική της Εμπειρίας και το Πουλί του Παραδείσου»), 1967
«Knots» («Κόμποι»), 1970
«Τhe Politics of the Family and Other Essays» («Η Πολιτική της Οικογένειας»), 1971
« Do You Really Love Me? An Entertainment in Conversation and Verse» («Μ’ αγαπάς;»), 1976
«Sonnets» («Σονέτα»), 1976
«Τhe Facts of Life. An Essay in Feelings, Facts, and Fantasy» («Τα Γεγονότα της Ζωής»), 1976
«Conversations with Children» («Συνομιλίες με παιδιά»), 1977
«The Voice of Experience: Experience, Science and Psychiatry» («Η Φωνή της Εμπειρίας: η Εμπειρία, η Επιστήμη και η Ψυχιατρική»), 1982
«Wisdom, Madness and Folly: The Making of a Psychiatrist 1927 – 1957» («Η Σοφία, η Τρέλα και η Ανοησία – Η Κατασκευή ενός Ψυχίατρου»), 1985

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

R. Boyers - R. Orrill (eds.), «Laing and Anti-Psychiatry», New York, 1971
Daniel Burston, «The Wing of Madness: The Life and Work of R. D. Laing», Cambridge, MA, 1996
Andrew Collier, «R. D. Laing: The Philosophy and Politics of Psychotherapy», New York, 1977
R. I. Evans, «R. D. Laing, The Man and His Ideas», New York, 1976
Gavin Miller, «R. D. Laing», Edinburgh, 2004
Adrian Laing, «R. D. Laing: A Biography», New York, 1994
Zbigniew Kotowicz, «R. D. Laing and the Paths of Anti-Psychiatry», London, 1997
Bob Mullan, ««Mad to be Normal: Conversations with R.D. Laing», London, 1995
Bob Mullan, «R. D. Laing: A Personal View», London, 1999

ΤΑΙΝΙΕΣ ΚΑΙ ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΛΑΙΝΓΚ:

«Asylum», 1972, ταινία τεκμηρίωσης του Peter Robinson
«Did You Used to be R. D. Laing?», 1989, ταινία τεκμηρίωσης των Kirk Tougas και Tom Shandel
«Did You Used to be R. D. Laing?», 2000, θεατρικό του Mike Maran

ΜΙΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΛΑΙΝΓΚ

Ποιος είναι φρενοβλαβής; Μία συνέντευξη με τον Ronald David Laing

(Η συνέντευξη πάρθηκε για λογαριασμό γαλλικού περιοδικού τον Ιούλιο του 1971 και αναδημοσιεύθηκε στο τεύχος 1 του περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη» τον Οκτώβριο του 1980) 

Ποιος είναι φρενοβλαβής ; Ποια είναι η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην τρέλα και την λεγόμενη «διανοητική υγεία» ; Για τον σκωτσέζο ψυχίατρο Ronald David Laing, η κοινωνία χαρακτηρίζει παράφρονα και φρενοβλαβή εκείνον που απλώς διαλέγει έναν διαφορετικό δρόμο από εκείνον που ακολουθεί η ομάδα. Η «ψυχοπάθεια» είναι η ιδιότητα του πραγματικά φυσιολογικού ανθρώπου που αρνιέται να μπει η ζωή του «από την κούνια μέχρι τον τάφο» σε ένα κατεστημένο – προκαθορισμένο καλούπι. Οπαδός της υπαρξιστικής ψυχιατρικής και εχθρός των ψυχιατρείων, των κατευναστικών και των ηλεκτροσόκ, ο R. D. Laing ξεκινάει τις θεωρίες του και την θεραπευτική του από μία ριζοσπαστική κριτική αυτής της ίδιας της κοινωνίας.

ΕΡΩΤΗΣΗ: Σας αποκαλούν χρόνια τώρα και εξακολουθούν να σας αποκαλούν «Πάπα της αντι-ψυχιατρικής κίνησης». Τι λέτε γι’ αυτόν τον «τίτλο» ;

R. D. LAING: Εγώ ποτέ δεν χρησιμοποίησα αυτόν τον όρο. Τον εφηύρε με την γνωστή επιτυχία ο φίλος μου και καλός συνάδελφος David Cooper. Πίστεψε πως με αυτόν τον όρο θα ανατάραζε τα λιμνασμένα νερά στην οποία επιπλέει με αυταρέσκεια το ψυχιατρικό επάγγελμα. Με το σύνθημα της αντι-ψυχιατρικής θα ξεπηδούσε, και αυτό επιδίωξε άλλωστε, μία νέα κατάσταση. Εγώ όμως δεν ασπάστηκα ποτέ όλες τις θέσεις της αντι-ψυχιατρικής, όπως δεν ασπάστηκα βέβαια και εκείνες της παραδοσιακής ψυχιατρικής. Αν και αισθάνομαι φυσικά πλησιέστερα στις πρώτες…      

ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι ακριβώς εννοούν όταν κάνουν λόγο για «αντι-ψυχιατρική» ; Και γιατί αρνείστε για τον εαυτό σας αυτόν τον όρο ;

R. D. LAING: Λέγοντας «αντι-ψυχιατρική» εννοούμε την θεραπευτική εκείνη που καταργεί τα ψυχιατρεία, αγωνίζεται ενάντια στην απάνθρωπη απομόνωση του άρρωστου, εγκαθιστά τον θεωρούμενο σαν «απραγματοποίητο» διάλογο με τον σχιζοφρενή, τον αφήνει να φθάσει στο ακρότατο σύνορο του παραληρήματός του με κίνδυνο να «χαθεί» ή να επιστρέψει θεραπευμένος, αρνείται τις καταπιεστικές λύσεις ή τις προσωρινές των κατευναστικών, τα ηλεκτροσόκ, κ.λπ. και διακηρύσσει στο τέλος πως η κοινωνία αποκαλεί «τρελό» αυτόν που διαλέγει δρόμους που αυτή δεν αναγνωρίζει ή δεν αποδέχεται.   

Και τώρα έρχομαι στην δεύτερη ερώτησή σας. Πιστεύω ότι σε όλους αυτούς τους όρους, όπως αντι-ψυχιατρική, αντι-θέατρο, αντι-εκπαίδευση, υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό πρόκλησης. Εγώ όμως δεν σκοπεύω να προσδώσω αξία στην παραδοσιακή ψυχιατρική υιοθετώντας κάποια αντίθετη από αυτήν θέση. Προτιμώ να την περιφρονήσω τελείως. Αυτό ο τίτλος «γροθιά» της «αντι-ψυχιατρικής», ενώ ίσως εντυπωσιάζει τα πλήθη, περιορίζει εν τούτοις το πρόβλημα και το παρασύρει σε μία εξάρτηση των νέων θέσεων από ένα προσδιορισμένο παρελθόν. 

ΕΡΩΤΗΣΗ: Η μεγάλη φήμη σας έγκειται επίσης στο ότι έχετε καταγγείλει την οικογένεια σαν μία από τις περισσότερο καταπιεστικές δυνάμεις μέσα στην σύγχρονη κοινωνία. 

R. D. LAING: Πρώτα – πρώτα δεν έχω στραφεί καθόλου εναντίον της οικογένειας. Ποτέ δεν την έκρινα σαν επίφοβο κοινωνικό θεσμό, αλλά απλώς κατάγγειλα ορισμένους τύπους κοινωνικών διεργασιών που μεταδίδονται μέσω του συστήματος της οικογένειας. Παραδείγματα αυτού αποτελούν οι «έντεκα περιπτώσεις» που μελέτησα με τον δρα Α. Έστερσον το 1963. Επρόκειτο για νεαρές σχιζοφρενείς και τις συνομιλίες που είχαμε, όχι μονάχα μαζί τους αλλά και με όλα τα μέλη της οικογένειάς τους, πατέρα, μητέρα, αδέλφια, θείες, θείους, παππούδες κ.ο.κ. με όλους εκείνους δηλαδή που είχανε παίξει την μία ή την άλλη στιγμή κάποιο σημαντικό ρόλο στην ζωή τους, και αυτό επί τρεις γενεές. Γιατί πολλές φορές το ίδιο σενάριο επαναλαμβάνεται από γενεά σε γενεά. Κολλάνε λόγου χάρη σε ένα αγοράκι την εικόνα του παππού του που πέθανε πριν αυτό γεννηθεί, του δίνουν το όνομά του, και το θεωρούν σαν «φτυστός ο ίδιος». Την ημέρα που το παιδί αυτό δεν θα ανταποκρίνεται πια στην εικόνα που έχουν «σχηματίσει» για εκείνο οι δικοί του, αρχίζουν να το βρίσκουν «ιδιόρρυθμο», ενώ το παιδί για να γλιτώσει από το οικογενειακό φάντασμα καταφεύγει στο εξωπραγματικό και το φανταστικό, γίνεται «σχιζοφρενικό». Ή έχουμε το παράδειγμα της μητέρας που για να καθησυχάσει τον εαυτό της γιατί βλέπει την υπάκουη έως τώρα κόρη της να γίνεται αυθάδης, δηλώνει πως η κόρη της είναι παλαβή. Η στάση όμως της μητέρας, ίσως να είναι η αντανάκλαση ενός σεναρίου που παίχτηκε πριν από 20 ή 30 χρόνια με την γιαγιά και που εκείνη κράταγε τον ρόλο που τώρα κρατάει η κόρη της…

Όλες αυτές οι διεργασίες που καταλήγουν σε αδιέξοδα, πλέγματα και δεσμεύσεις, από πολλούς γίνονται ανεκτές, αφού φοβούνται να τις παραβούν, ενώ πολλοί άλλοι αρνούνται να τις ζήσουν. Οι δύο αντίθετες αυτές αντιδράσεις παρουσιάζονται πολλές φορές και μέσα στην ίδια οικογένεια. Αυτές τις απλές αλήθειες  αρκέστηκα να πω, γιατί είναι καιρός πια να τις συνειδητοποιήσουμε. Ποτέ όμως δεν ξεσήκωσα τα παιδιά ενάντια στους γονείς τους, ποτέ δεν είπα ότι τα πρώτα είναι «οι καλοί» και οι γονείς πάντοτε «οι κακοί». Πρέπει να καταλάβουμε πως σε έναν πολύ γενικότερο τομέα, τα τελευταία 20 – 30 χρόνια στις χώρες της Δύσης η οικογένεια για πρώτη φορά στην Ιστορία της έχει διαρραγεί, έχει σπάσει σε χίλια κομμάτια. Σήμερα, αν θέλουμε να αποκτήσουμε και να μεγαλώσουμε παιδιά , πρέπει να παραδεχθούμε πως ζούμε μία μεταβατική κατάσταση: σκοπός μας είναι να εκμεταλλευθούμε όσο το δυνατόν με πιο μεγάλη επιτυχία την ευελιξία της δυτικής «πλουραλιστικής» και αντιφατικής κοινωνίας μας, για να υιοθετήσουμε, όσο γίνεται, μία λιγότερο δυσάρεστη συμβίωση.     

ΕΡΩΤΗΣΗ: Η πρωταρχική σημασία που δίνετε στο οικογενειακό πλαίσιο είναι το μόνο που σας χωρίζει από την παραδοσιακή ψυχιατρική ; 

R. D. LAING: Όχι. Η παραδοσιακή ψυχιατρική υποστηρίζει πάντα πως η ασθένεια είναι μία ύπουλη εξελισσόμενη κατάσταση, που προχωράει επιδεινούμενη, ενάντια στην οποία τίποτε απολύτως δεν μπορεί να γίνει, παρά μόνο να βελτιώνεται λίγο η κατάσταση ή να εξαφανίζονται μερικά συμπτώματα με την χρήση λ.χ. κατευναστικών. Κανείς όμως δεν επιτέθηκε ενάντια στα αίτια της αρρώστιας. Υπάρχει εξάλλου μία μεγάλη παρεξήγηση: η στάση μου δεν ξεκινάει καθόλου από κάποιον νοσηρό ρομαντισμό. Ποτέ δεν «ενεθάρρυνα» κανένα να γίνει ψυχωτικός. Ούτε και υποστήριξα ποτέ μου ότι η ψυχωτική εμπειρία είναι μία ωραία και ειδυλλιακή στιγμή. Η ψύχωση είναι ένας κόσμος τρόμου και σύγχυσης, φρίκης, απομόνωσης και μελαγχολίας. Σε κανέναν δεν είπα ποτέ να καλλιεργήσει την τρέλα του. Είπα απλώς πως άμα γίνει το κακό η κοινωνία πρέπει, για το δικό της καλό, να βρει τον καλύτερο χώρο για να τον βάλει για θεραπεία και πως από όλους τους χώρους που διαθέτει αυτή την στιγμή ο χειρότερος είναι το ψυχιατρικό άσυλο. 

ΕΡΩΤΗΣΗ: Γιατί ;

R. D. LAING: Γιατί αν ήμουν τρελός ή κόντευα να γίνω, ο χώρος αυτός της απομόνωσης από τον κόσμο και της μόνιμης καταπίεσης θα με αποτρέλαινε… 

ΕΡΩΤΗΣΗ: Για αυτό ιδρύσατε μία θεραπευτική κοινότητα χωρίς ιεραρχία και καταναγκασμούς στο Κίνγκσλεϋ Χωλ ;  

R. D. LAING: Το ζήτημα που με απασχόλησε τότε ήταν πού θα βρω μέσα στο Λονδίνο έναν χώρο, όπου θα μπορούν να καταφεύγουν όσοι έχουν ανάγκη. Πού θα εύρισκα δηλαδή ένα πνευματικό και διανοητικό άσυλο, στο οποίο οι άνθρωποι θα μπορούν να πηγαίνουν αλλά και να φεύγουν από αυτό όποτε το θελήσουν. Υπάρχουν σήμερα στο Λονδίνο 5 θεραπευτήρια που δουλεύουν σύμφωνα με τις γενικές αρχές της πολιτικής που πρωτοεφάρμοσε το Κίνγκσλεϋ Χωλ. Ήταν το αντίθετο ακριβώς από ένα ψυχιατρείο. Δεν υπήρχε ούτε Διεύθυνση, ούτε γιατροί, ούτε άρρωστοι. Αφήναμε τους ανθρώπους να προχωρούν μέχρι τα ακρότατα όρια του ταξιδιού τους στον κόσμο της τρέλας, να ξαναζήσουνε τον κύκλο της ζωής αναδρομικά, να ξαναγίνουν έφηβοι, παιδιά, έμβρυα, να λυτρωθούν από τους τραυματισμούς και τους κλονισμούς. Αρνιόμασταν φυσικά τα κατευναστικά, τα ηλεκτροσόκ και κάθε τι που σβήνει την εμπειρία. Δεν πρέπει η μαρτυρία του άρρωστου να διατυπωθεί εκ των υστέρων και ατελώς, με βάση διάφορες παραμορφωμένες ημι-αναμνήσεις. Όταν «σαλέψει» το μυαλό δεν πρόκειται για μία απλή απώλεια μέσα στον άνθρωπο. Η σύγχυση τονίζει μερικές πτυχές που μπορούν να αποβούν πολύ διαφωτιστικές για την εξερεύνηση της σκέψης. Δεν λέω βέβαια πως πρέπει να γίνε κανείς ψυχοπαθής για κάτι τέτοιο, αλλά ότι απλώς πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι θετικές πλευρές της ψυχασθένειας. Δεν επιτρέπεται η χρόνια ή ισόβια υποδούλωση του άρρωστου με κατευναστικά, με την δικαιολογία ότι τάχα έτσι δεν θα ξαναπάθει κρίσεις. Σβήνουμε ίσως τα φαινομενικά συμπτώματα με αυτόν τον τρόπο, δεν κτυπάμε όμως στην ρίζα του το κακό.           

ΕΡΩΤΗΣΗ: Και να οι άρρωστοι γίνουν επικίνδυνοι; Αν σας επιτεθούν ;

R. D. LAING: Θα υπερασπισθώ τον εαυτό μου. Δεν έχω λόγο να λυπηθώ έναν επιτιθέμενο επειδή είναι άρρωστος. Πρώτα θα τον καταστήσω ακίνδυνο και μετά θα τον «θεραπεύσω». Όταν ένας άρρωστος απειλεί την κοινωνία, το πρόβλημα φυσικά είναι μεγάλο. Όπως όμως ο σχιζοφρενής έχει μειωμένη σεξουαλική ικανότητα, έτσι και οι επιθετικές παρορμήσεις του είναι πιο εξασθενημένες από εκείνες του «φυσιολογικού» ανθρώπου. Συγκρίνοντας μάλιστα σχιζοφρενείς και «φυσιολογικούς», οι δεύτεροι διαπράττουν πολύ περισσότερες βίαιες πράξεις από τους πρώτους. Το ψυχιατρικό άσυλο δεν πρέπει να ταυτιστεί με την έννοια της φυλακής.  

ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποιος λοιπόν κατά την γνώμη σας είναι καλός ψυχίατρος ;

R. D. LAING: Ονειρεύομαι μία ιατρική γνώση που να αγκαλιάζει, όπως και στην αρχαιότητα, τις επί μέρους γνώσεις των διανοητικών, συγκινησιακών και ανατομικών δομών, καθώς και των φυσικών διεργασιών και των χημικών ανταλλαγών στο μοριακό επίπεδο επίσης, όπως και των σχέσεων όλων αυτών των παραγόντων προς τις κοινωνικές διεργασίες. Όταν ένας ιατρός της εποχής του Ιπποκράτη πήγαινε να επισκεφθεί ένα χωριό, όλοι περίμεναν από αυτόν να είναι πλήρως κατατοπισμένος πάνω στους άνεμους που φυσάνε στην περιοχή, στις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας  και στο ποσοστό υγρασίας. Περίμεναν από αυτόν ακόμα να γνωρίζει καλά την φύση του κοινωνικού συστήματος, καθώς και τον οικονομικό και αστρολογικό του προσανατολισμό. Ο γιατρός έπρεπε να έχει σαφή γνώση του συνολικού πλαίσιου προτού πάει να διαπιστώσει το συμβαίνει στο σώμα ενός κάτοικου αυτής της περιοχής, αν λ.χ. έχει πυρετό ή βγάζει άναρθρες κραυγές. Ποτέ δεν περίμεναν από αυτόν να ρίξει μία σύντομη ματιά στον άρρωστο και να τον αποκόψει από το περιβάλλον του. Το περιβάλλον αυτό συμπεριλαμβανόταν μέσα στην διάγνωση του ιατρού.

Πάνω σε αυτό το ζήτημα, οι σημερινοί άνθρωπο ιαι κύρια οι σύγχρονοι ιατροί έχουν διδαχθεί να φοράνε παρωπίδες. Τους μεταδίδουν μία μοναδική μορφή επαγγελματικής τύφλωσης, που είναι σχεδόν συμφυής του επαγγέλματός τους.           

ΕΝΑ ΑΡΘΡΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΛΑΙΝΓΚ

Ο Ronald Laing, η τρέλλα, η παθογόνα οικογένεια και η αντι-ψυχιατρική. Σε έναν κόσμο που οι γνωστικοί σκότωσαν μέσα σε 50 χρόνια 100.000.000 ανθρώπους, πού βρίσκεται η γραμμή που τους χωρίζει από τους τρελούς ;

(Δημοσιεύθηκε το καλοκαίρι του 1979 στο πειραματικό τεύχος νούμερο O του ελληνικού αντεργκράουντ περιοδικού «Speak Out»).

Μαζί με τον Marshal Mc Luhan και τον Timothy Leary, ο Ronald Laing ανήκει στην κατηγορία των πανεπιστημιακών δασκάλων  που εγκατέλειψαν την έδρα τους, ουσιαστικά ή τυπικά, για να γίνουν προφήτες νέων πραγμάτων. Ο ψυχίατρος Laing ξεκίνησε ως αυστηρός μελετητής και σχολιαστής της σχιζοφρένειας για να φθάσει στην εξής απλή και συγκλονιστική διατύπωση: σε έναν κόσμο όπου οι υγιείς άνθρωποι σκότωσαν τα τελευταία μόνο 50 χρόνια εκατό περίπου εκατομμύρια υγιείς συνανθρώπους τους, η αβέβαιη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην διανοητική υγεία και την ψυχοπάθεια δεν σημαίνει πλέον απολύτως τίποτε.

Η διαπίστωση αυτή είναι σχεδόν συνθηματική και αρκεί για να εξηγήσει, κατά ένα μεγάλο ποσοστό, την απήχηση που έχει, ιδίως στους νέους, το μήνυμα του ψυχίατρου Laing.

11 περιπτώσεις, 11 νεαρές κοπέλλες. Όλες τους έχουν κάνει ένα διάστημα, άλλες περισσότερο, άλλες λιγώτερο, σε ψυχιατρική κλινική, με την ετικέττα της σχιζοφρένειας. Ο γιατρός αναρωτιέται: τι είναι η σχιζοφρένεια ; Είναι άραγε τίποτε άλλο εκτός από μία «υπόθεση» ;  Είναι πράγματι ένα «δεδομένο» ; Και οργανώνει μίαν έρευνα, απευθύνεται στις 11 κοπέλλες και στις οικογένειές τους, στον πατέρα της κάθε μιας, στην μητέρα, στους μακρυνούς και στους κοντινούς συγγενείς και θέτει ερωτήσεις σε όλους μαζί και στον καθένα ξεχωριστά, καταγράφοντας μεθοδικά τις απαντήσεις και τις συζητήσεις τους.

Το «Η διανοητική ισορροπία, η τρέλλα και η οικογένεια» του Ronald D. Laing με την συνεργασία του A. Esterson, είναι η έκθεση των «ανακρίσεων» αυτών, μαζί με τα σχόλια και τις παρατηρήσεις των γιατρών. Τα αποτελέσματα είναι συναρπαστικά. Οι κοπέλλες αυτές παρουσιάστηκαν όλες στον νοσοκομείο σε μία κατάσταση υπερδιεγέρσεως, επικίνδυνη για τις ίδιες και για τους άλλους, πάσχουσες από πλήρη σύγχυση, συναισθηματική απάθεια και κατατονία. Στις συζητήσεις τους όμως με τους γονείς τους, δίνουν απλώς την εντύπωση νεαρών κοριτσιών που μάχονται για την ανεξαρτησία τους, την αυτονομία τους και την σεξουαλική ελευθερία τους που οι άλλοι τους αρνούνται πεισματικά με όλα τα μέσα και τελικά με το κλείσιμο στο φρενοκομείο.

Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, το «ιστορικό της ασθένειας» είναι το ίδιο. Το κοριτσάκι ήταν χαριτωμένο,  υπάκουο, σοβαρό, σεβαστικό, στοργικό, ίσαμε τα δώδεκά του χρόνια, οπότε ξαφνικά «αρρώστησε»: άρχισε να βάφεται, να φοράει έξαλλα ρούχα, να μην μιλάει πια για το τι σκέφτεται και τι κάνει, να κλείνεται στην κάμαρά της... Ίσως μερικοί να χαμογελάσουν. Στις οικογένειες όμως αυτές, η πάλη, η αντίσταση του περιβάλλοντος ενάντια στην «αρρωστημένη» αυτή «αλλαγή», θα φτάσει στα άκρα, δεν θα υπάρξει ούτε λεπτό ανάπαυλα και όλα τα μέσα θα αγιάζουν όλους τους σκοπούς ! Το παιδί θα ακούσει να του φωνάζουν κάθε λογής προσβολές, ιδίως στα σεξουαλικά θέματα, θα συναντήσει ανθρώπους κουφούς για όλες τις μαρτυρίες του, θα του παρακολουθήσουν όλες τις συνομιλίες του, θα εμποδίσουν την αλληλογραφία του. Είναι μία πάλη, ένας ψυχολογικός πόλεμος στο όνομα της οικογενειακής αγάπης. 

Αν το κορίτσι συνεχίσει την μάχη του για την επιβίωση και δικαίωσή του, τα χαρακτηριστικά σημάδια του «κακού» θα τονισθούν περισσότερο: από σιωπηλή που ήταν έως τώρα γίνεται άλαλη, από ντροπαλή καταντάει αντικοινωνική, αρνείται να αγκαλιάσει τους γονείς της, να δουλέψει, να βγει, να διασκεδάσει, και μία ημέρα ξεσπάει η κρίση και η μία παίρνει το μαχαίρι ή η άλλη πέφτει ξερή και χάνει κάθε επαφή με τον έξω κόσμο. Φωνάζουν τον γιατρό, την κλείνουν στο νοσοκομείο, πάει λίγο καλύτερα, ξαναγυρνάει στους δικούς της και άντε πάλι από την αρχή. 

Ο Laing δεν γυρεύει να βγάλει αμέσως συμπεράσματα. Παραθέτει βασικά τους διαλόγους που γεννούν, από μόνοι τους το ερώτημα: τα συμπτώματα που θεωρούνται «οργανικής φύσεως» στην σχιζοφρένεια, δεν είναι άραγε πιο κατανοητά ως σύνδρομο «κοινωνικής πράξεως» ; «Πιστεύετε ότι πρέπει να συμφωνείτε με αυτά που σκέφτονται οι περισσότεροι άνθρωποι γύρω σας;» είναι η ερώτηση που απευθύνει ο Laing σε μία κοπέλλα 28 ετών με 6 διαδοχικές εισαγωγές, που η μητέρα της την κατηγορεί ότι… «ντύνεται παράξενα» και ότι έχει… «καλλιτεχνικά γούστα». Η κοπέλλα απαντά: «ξέρετε κάτι; όποτε δεν το κάνω καταλήγω ξανά πίσω στην κλινική!».

Σε ένα άλλο βιβλίο του («Ο Εαυτός και οι Άλλοι»), ο Ronald D. Laing αναπτύσσει διεξοδικώτερα τα σχόλιά του για την σχιζοφρένεια: όταν ένας άνθρωπος βρίσκεται σε μία κατάσταση ανυπόφορη, κατά κανόνα οικογενειακή, και αρχίζει να καταλαβαίνει, εν μέρει, σε τι κατάσταση βρίσκεται, τότε υπάρχει κίνδυνος να παρουσιάσει αυτό που ονομάζεται «ψυχωτική αντίδραση». Διαισθανόμενος, εν μέρει, τι συμβαίνει, την στιγμή που όλοι οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν απολύτως τίποτε, θα αρχίσει να έχει παραισθήσεις, θα παραπονιέται ότι βάζουν δηλητήριο στο φαγητό του κλπ.

Πράγματι, για τον Laing αρχίζει κανείς να είναι λίγο περισσότερο τρελός από τους άλλους από την στιγμή που οι άλλοι αρχίζουν να τον δείχνουν με το δάχτυλο ως «ανώμαλο». Στο βιβλίο του «Ο Διχασμένος Εαυτός», ανέπτυξε δια μακρών την θεωρία, αποτέλεσμα της κλινικής εμπειρίας του, ότι «η είσοδος στην ψύχωση είναι μία αυθόρμητη προσπάθεια ιάσεως» που ακριβώς διακόπτεται από τις «δραστικές» θεραπείες που επιβάλλουν οι ψυχίατροι στην συντριπτική τους πλειοψηφία.     

Υπό αυτή την έννοια, ο Laing, η ομάδα του και η σχολή του, μιλούν πια για «αντι-ψυχιατρική». Σύμφωνα με τους «αντιψυχίατρους», το σύνολο των συμπτωμάτων που ονομάζονται «τρέλλα» προδίδουν την προσπάθεια που κάνει ένας άνθρωπος για να ανακτήσει την διανοητική του υγεία, την ισορροπία, σε ένα άλλο επίπεδο απ’ αυτό που είναι υποχρεωμένος να βιώνει σε μία δεδομένη κοινωνία και σε ένα ωρισμένο περιβάλλον.

Ο Laing επιμένει ότι το οικογενειακό δεδομένο –εκείνος ο τόπος όπου είναι κανείς σίγουρος ότι δεν θα συναντήσει ποτέ ανθρώπινες μορφές αλλά μόνο προσωπεία !- είναι μία φαντασίωση. Επιμένει δηλαδή ότι βασιλεύει εκεί μία ομαδική ψευδαίσθηση, την οποία είναι υποχρεωμένα να συμμερίζονται όλα τα μέλη, διαφορετικά θα θεωρηθούν «τρελοί», «ανώμαλοι», «εγωϊστές», «κακοί». Σύμφωνα με αυτήν την ψευδαίσθηση ορίζεται, μεταξύ άλλων, πως κάθε τι που συμβαίνει στο εσωτερικό του οικογενειακού κύκλου είναι καλό και κάθε τι που συμβαίνει έξω από αυτό είναι απεχθές, κακό, μολυσμένο… Όποιος δείξει την διάθεση να κάνει λίγα βήματα παραέξω, πρέπει να εμποδιστεί με κάθε τρόπο, εν ανάγκη και με το… ψυχιατρικό άσυλο.    

Το πρόβλημα των ψευδαισθήσεων, καθώς και του βάσιμου ή αβάσιμου των αυτονόητων πραγμάτων, είναι η κύρια ασχολία του «Ο Εαυτός και οι Άλλοι». Ο Laing το δηλώνει κάπου επιγραμματικά: «Η συναίσθηση και η ιδέα πως ο,τιδήποτε υποπίπτει στην αντίληψή μας είναι και πραγματικό, δεν είναι άραγε πολύ πρόσφατο φαινόμενο στην Ιστορία της ανθρωπότητας;». Το ίδιο πρόβλημα απασχολεί όμως τον Άγγλο ψυχίατρο και σε μία συλλογή έμμετρων απεικονίσεων της ανθρώπινης δουλείας, με τίτλο «Οι Κόμποι»:

«Είμαι καλός – με αγαπάς – άρα είσαι καλός – άρα σε αγαπάω»

«Είμαι κακός – μ’ αγαπάς –άρα είσαι κακός»

ή επίσης

«Αισθάνομαι πως ξέρετε αυτό που πρέπει να ξέρω,

αλλά δεν μπορείτε να μου πείτε τι είναι αυτό

γιατί δεν ξέρετε πως δεν ξέρω τι είναι αυτό.

Ξέρετε ίσως τι δεν ξέρω, όχι όμως ότι το ξέρω

Και δεν μπορώ να σας το πω.

Θα πρέπει, επομένως, να μου τα πείτε όλα».

Και έτσι πάει κορδόνι. Σφίγγοντας όλο και περισσότερο τον… κόμπο. Τον κόμπο των παραισθήσεων. 




Ο ΒΛΑΣΗΣ ΡΑΣΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΡΟΝΑΛΝΤ ΛΑΙΝΓΚ





ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: 

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" 

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) 

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ