Μπιλ Φριτς

(Bill «Sweet William» Fritsch, Billy Tumbleweed ή «Tumble», Νέα Υόρκη, 24 Σεπτεμβρίου 1924 - Σαν Φραντσίσκο, 14 Μαρτίου 2015)

Ποιητής της «Αντικουλτούρας», «Digger» και «Hell’s Angel» του Σαν Φραντσίσκο, σύντροφος της «μπητ» ποιήτριας Λήνορ Καντέλ (Lenore Kandel).


ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης στις 24 Σεπτεμβρίου 1924, υιός ενός Ουγγροεβραίου μπογιατζή και μιας Ρωσοεβραίας κομμουνίστριας που χώρισαν στα 3 του χρόνια. Η μητέρα του ξαναπαντερεύτηκε έναν αριστερό ναυτικό, ο οποίος διαμόρφωσε πολιτικά και τον Μπίλ, ανατρέφοντάς τον με ριζοσπαστικές απόψεις. Πήγε σχολείο στην Φιλαδέλφεια, αλλά στα 16 του έφυγε από το σπίτι για να εργαστεί ως ναυτικός, με την ειδικότητα του μάγειρα.

Στα καράβια συνάντησε και έκανε φίλο τον Άγγλο κομμουνιστή Ρίτσαρντ Μάρλεϋ (Richard Marley), αλλά έχασε κάθε εμπιστοσύνη για τα ιδεολογικά όταν τον ανακάλυψε σε ένα μπορντέλο της Μανίλας να πράττει αντίθετα από

τα όσα έως τότε κήρυσσε. Τελικά απολύθηκε όταν πέταξε στον καπετάνιο το τρίτο πιάτο που ο τελευταίος απέρριπτε και κατέληξε στην Καλιφόρνια, όπου εργάστηκε ως παρκαδόρος για 25 δολλάρια την εβδομάδα.

Μετά από λίγο όμως, άρχισε μικροληστείες με έναν άλλον ντεσπεράντο, επ’ ονόματι Ρόϋ Μίλλερ (Roy Miller). Η διμελής συμμορία των «Panama Hat Bandits», όπως αυτοαποκαλούντο, συνελήφθη σύντομα, αλλά επειδή ο Μπιλ ήταν κάτω των 20 ετών στάλθηκε μόνο για έναν χρόνο σε αναμορφωτήριο στο Τραίησυ (Tracy), ενώ ο Μίλλερ έκανε κανονική ποινή στις φυλακές του Σαιν Κουεντίν.

Άρχισε να γράφει ποίηση και στα τέλη της δεκαετίας του 1950 εγκαταστάθηκε στο Σαν Φραντσίσκο της Καλιφόρνιας, όπου μετά από λίγα χρόνια θα άρχιζαν να συγκεντρώνονται από διάφορα μέρη των Η.Π.Α. οι πολλοί νέοι άνθρωποι που το 1966 - 1967 συγκρότησαν την «χιπ» κοινότητα του Haight-Ashbury. Το 1962 νυμφεύθηκε την αδελφή του Ρίτσαρντ Μάρλεϋ, με την οποία απέκτησε 2 αγόρια.

«ΧΙΠ» ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ «ΣΚΑΠΑΝΕΑΣ»


Το 1965 ένα προκλητικό ποίημά του δημοσιεύθηκε στο θρυλικό αντεργκράουντ περιοδικό της Νέας Υόρκης «Fuck You, A Magazine of the Arts». Μία ημέρα, ο γαμπρός του τον πήγε στο στέκι διανοουμένων «East-West House» του Σαν Φραντίσκο όπου γνώρισε την «μπητ» ποιήτρια και χορεύτρια κοιλιάς Λήνορ Καντέλ (Lenore Kandel, 1932 – 2009, πρώην ερωμένη των ποιητών Gary Snyder και Lew Welch) και την ερωτεύτηκε ακαριαία. Επέστρεψε σπίτι του, πήρε τα ρούχα του, αποχαιρέτισε την σύζυγό του και τα παιδιά του και έφυγε για την Καντέλ. Μαζί συμμετείχαν από τον Μάϊο του 1966 στις συγκεντρώσεις του νεοϊδρυθέντος «Μετώπου για την Απελευθέρωση των Καλλιτεχνών» («Artists’ Liberation Front», ALF).

Από το φθινόπωρο του 1966 ο Φριτς αναμείχθηκε ενεργά με το παρατσούκλι «Sweet William» στο αλτρουϊστικό - αλληλοϋποστηρικτικό πρωτο-«χίπι» κίνημα των λεγόμενων «Σκαπανέων» («The Diggers»), που εξασφάλιζε δωρεάν τροφή και ρούχα για τους άπορους, επέδειξε μάλιστα ιδιαίτερη προσήλωση στο συγκεκριμένο έργο, κατά γενική ομολογία των ομοϊδεατών του. Οι «Diggers» έκαναν παράλληλα θέατρο δρόμου, αναρχική άμεση δράση και καλλιτεχνικά «συμβάντα» («happenings»).



O Φριτς ως
«Digger»


Ποιητική βραδιά, 21 Δεκεμβρίου 1960


O Φριτς ως «Hell’s Angel»

Διάβασε δημόσια ποίησή του στις 6 Απριλίου 1967 στο «Spring Mobilization to End the War in Vietnam» του Σαν Φραντσίσκο (όπου συμμετείχαν και οι Lawrence Ferlinghetti, Lenore Kandel, Pamels Millward, Lew Welch, Ed Bullins, Richard Brautigan, Andrew Hoyem, James Koller, Jeff Sheppard, Patrick Gleason και Ron Loewinson), στην βραδιά για την Καντέλ στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, στις 10 Μαϊου, καθώς και στο «Pacific Coast Free Thing» στην Σάντα Μπάρμπαρα, στις 3 Ιουνίου 1967 (όπου συμμετείχαν και οι Charles Upton, Richard Brautigan, Lenore Kandel, Lew Welch, Jeff Sheppard και Andrew Hoyem).

Στα τέλη του Ιουνίου 1967 ταξίδεψε με τους «χίπι» ομοϊδεάτες του Μπεργκ (Peter Berg, 1937 - 2011), Γκρόγκαν (Emmett Grogan, περ. 1943 – 1978) και Μάρκοτ (Billy Murcott) στο Ντέντον του Μίσιγκαν (Denton, Michigan) με σκοπό να παρέμβουν σε ένα μίνι συνέδριο των «Φοιτητών για μια Δημοκρατική Κοινωνία» («Students for a Democratic Society», SDS).

Εκεί διέκοψαν την ομιλία του ηγέτη της οργάνωσης Τόμ Χαίηντεν (Thomas Emmet «Tom» Hayden, 1939 - ) με φωνές και κτύπους ενός ταμπουρίνου που είχε μαζί του ο Φριτς (ο Μπεργκ φώναζε «αντί να προσπαθείτε να οργανώσετε φοιτητές, καθηγητές και νέγρους, οργανώστε τα κεφάλια σας. Βρείτε πού είστε, τι θέλετε να κάνετε, βγείτε έξω και κάντε το!» ο δε Γκρόγκαν «εσείς θα κάνετε επανάσταση; σας διαβεβαιώνω ότι θα κατουρηθείτε πάνω σας όταν ξεσπάσει η βία!»). Ήταν μια από τις τελευταίες αντιδράσεις των «χίπις» απέναντι στους «πολίτικος». Το στέλεχος της SDS Μπομπ Ρος (Bob Ross) κατήγγειλε τους 4 του Σαν Φραντσίσκο ότι «νεροκουβαλάνε στην CIA», όμως ο Άμπι Χόφφμαν (Abbie Hoffman, 1936 – 1989) που παρευρισκόταν στο συνέδριο εντυπωσιάστηκε από τον δυναμισμό και την θεατρικότητα της παρέμβασης και κατά μίμησή της σχεδίασε μετά από λίγους μήνες την στρατηγική των δικών του «γίπις» («yippies»).

Ο Φριτς συμμετείχε επίσης ανώνυμα στην συλλογή «The Digger Papers» που εξέδωσε ο εκδότης του «Ρεαλιστή» («The Realist») και «γίπι» Πωλ Κράσνερ (Paul Krassner, 1932 - ) τον Αύγουστο του 1968.


«ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ»

Στα τέλη του 1967, μετά από 7 μήνες ως «prospect» με την υποστήριξη του προέδρου «Φρίσκο» Πέτε («Frisco Pete» ή Pete Knell), έγινε πλήρες μέλος των «Άγγελων της Κόλασης» («Hell’s Angels»), υιοθετώντας το πρόσθετο όνομα «Billy Tumbleweed» ή «Tumble», ο μοναδικός «χίπι» που έγινε δεκτός στο κλαμπ.

Τον Δεκέμβριο του 1968 πήγε στο Λονδίνο μαζί με τον «Φρίσκο» Πέτε, έπειτα από πρόσκληση του Τζων Χάρισον (George Harrison) των «Μπητλς». Μετά από ένα μερίπου μήνα, αφού ίδρυσαν και στο Λονδίνο ένα παράρτημα των «Hell’s Angels», επέστρεψαν στις Η.Π.Α. αφού πρώτα για άγνωστους λόγους ταξίδεψαν στην Τσεχοσλοβακία. «Σκοπός αυτού του ταξιδιού τους αναψυχής είναι να δουν απλώς τι γίνεται εδώ. Το καλοκαίρι ελπίζουν να φέρουν μαζί τους καμμια πενηνταριά ακόμα Άγγελους της Κόλασης, το συγκρότημα των Γκράιητφουλ Ντεντ και άλλους παράγοντες της σκηνής τους για να μας μυήσουν στο πνεύμα της ιδιότυπης κουλτούρας τους. Αγγλία… προετοιμάσου», έγραψε η λονδρέζικη αντεργκράουντ εφημερίδα «IT» στο 47ο φύλλο της (1 – 16 Ιανουαρίου 1969)

Στενός φίλος και θαυμαστής της τραγουδίστριας Τζάνις Τζόπλιν (Janis Joplin), ο Μπιλ Φρίτς εμφανίστηκε το 1969, όπως άλλωστε και η Καντέλ, στο 12λεπτο φίλμ «Invocation of My Demon Brother» του Κένεθ Άνγκερ (Kenneth Anger, 1927 - ), την μουσική του οποίου είχε συνθέσει ο Μικ Τζάγκερ (Mick Jagger) των «Rolling Stones» σε moog συνθεσάϊζερ. Η σχέση του Φριτς και εν γένει του παραρτήματος Σαν Φραντσίσκο των «Άγγελων της Κόλασης» με τον Τζάγκερ θα αποδειχθεί καταστροφική στα τέλη της ίδιας χρονιάς, κατά την διάρκεια του ροκ φεστιβάλ του Άλταμοντ στην βόρεια Καλιφόρνια («Altamont Speedway Free Festival», 6 Δεκεμβρίου 1969), όπου οι με την μεσολάβηση των Φριτς και «Φρίσκο» Πέτε «μισθωμένοι» για περιφρούρηση «Άγγελοι» (με αμοιβή 100 κάσες μπύρα), έχασαν τελικά τον έλεγχο με αποτέλεσμα να μαχαιρωθεί θανάσιμα από ένα νεαρό μέλος του κλαμπ, τον Άλαν Πασσάρο. ένας σαλταρισμένος 18χρονος μαύρος που σκαρφάλωσε για τέταρτη φορά στην σκηνή, αυτή την φορά με πιστόλι (τις τρεις προηγούμενες φορές τον είχε απομακρύνει βίαια ο ίδιος ο Μπιλ).




Πριν ξεσπάσει η βία, ο Μπιλ είχε προσπαθήσει μάταια να σώσει την συναυλία, παροτρύνοντας τους «Rolling Stones» που «κούρδιζαν» με την άνεσή τους ενώ το ανυπόμονο πλήθος είχε ήδη αρχίσει να εκτρέπεται: «ανεβείτε τώρα στην σκηνή πριν εκραγεί το όλο πράγμα», «Μα ετοιμαζόμαστε», απάντησε ο Τζάγκερ. «Σας ξαναλέω, θα σκοτωθεί κόσμος εκεί έξω. Βγείτε τώρα στην σκηνή!». Μετά τα γεγονότα πάντως, ο νέος πρόεδρος του παραρτήματος Σαν Φραντσίσκο Μπομπ Ρόμπερτς (Robert L. Roberts, 1937 - 2006), που είχε ανατρέψει τον προκάτοχό του «Φρίσκο» Πέτε, ισχυρίστηκε ότι οι δύο μεσολαβήσαντες δεν είχαν δικαίωμα εκπροσώπησης των «Αγγέλων» και κακώς είχαν δεχθεί τον ρόλο της περιφρούρησης.

ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΑΛΤΑΜΟΝΤ

Στις αρχές του 1970 οι Φριτς και Καντέλ είχαν ένα σοβαρό τροχαίο ατύχημα με την «chopper» μοτοσυκλέττα του πρώτου, που έστειλε στο κρεβάτι την Καντέλ για τα δύο επόμενα χρόνια, αφήνοντάς της τελικά και μόνιμη βλάβη στην σπονδυλική στήλη. Μέγας θαυμαστής όπως προείπαμε της Τζάνις Τζόπλιν, χρειάστηκε τον Μάρτιο του 1970 στο Σαν Ραφαέλ να κλωτσήσει στο κεφάλι έναν Hell's Angel από το Σαν Χοσέ, που πήγε να επέμβει όταν η ερωμένη του χτυπιόταν με την τραγουδίστρια. "Είναι τόσο όμορφη και χαλαρή! Κάνει την φωνή της να ακούγεται σαν μια Χάρλεϋ Ντάβιντσον 74... και τρέχει πάντα με τετάρτη και δεν δίνει δεκάρα για το σε ποιον απευθύνεται".




Φριτς και Καντέλ


Η προσήλωσή του στους «Άγγελους» τον  αποξένωσε σιγά – σιγά από την Καντέλ. Την ίδια ημέρα που σκόρπισαν τις στάχτες της Τζάνις Τζόπλιν στον κόλπο του Σαν Φραντσίσκο, o Φριτς δέχθηκε στο κεφάλι την σφαίρα που έκτοτε τον άφησε ανάπηρο σε ολόκληρη την μία του πλευρά. Το ημερολόγιο έλεγε 13 Οκτωβρίου 1970. Σε ένα αλισφερίσι κοκαϊνης σε ένα κέντρο διασκέδασης στο Φρέσνο, όπου ο Μπιλ είχε πάει φορώντας τα «Hell's Angel» σήματά του, μόνος του, έχοντας μαζί του μόνον μια εφήμερη ερωμένη, πιάστηκε στα χέρια με δώδεκα μαύρους «ακτιβιστές» αλλά ταυρόχρονα και ναρκέμπορους και κατά την συμπλοκή ένας από αυτούς έβγαλε ένα πιστόλι και τον πυροβόλησε στο κεφάλι. Η σφαίρα καρφώθηκε στον εγκέφαλό του και του παρέλυσε έκτοτε την μία πλευρά του σώματός του.

ΕΚΠΤΩΣΗ ΚΑΙ ΑΦΑΝΕΙΑ

Όταν βγήκε από το νοσοκομείο μετά από αρκετούς μήνες, αγόρασε τρίκυκλη μοτοσυκλέττα για να μπορεί να ακολουθεί τους «Άγγελους», αλλά παρά την μεγάλη αγάπη της καινούργιας ερωμένης του, της Ντη, δεν κατόρθωσε να ξαναβρεί την παλαιά του ζωντάνια, αν και αγωνίστηκε να το πετύχει. Συμμετείχε μάλιστα με απαγγελία του στην συναυλία των «The Band» στις 25 Νοεμβρίου 1976 στο «Winterland» του Σαν Φραντσίσκο, όπου ανέβηκε πρώτος από όλους τους προσκεκλημένους ποιητές, διάβασε το σκαλισμένο σε ξύλο ποίημά του «Άγγελος της αγάπης» και μετά παρουσίασε την ποιήτρια που ανέβηκε δεύτερη, τον παλαιό μεγάλο του έρωτα, την Λήνορ Καντέλ.

Στα τέλη της δεκαετίας κατέληξε να κάνει χρήση ηρωϊνης παρά την ρητή απαγόρευση του κανονισμού του κλάμπ, στα δε τέλη του Οκτωβρίου του 1980, στα πλαίσια αυτών των αλισφερισιών, απείλησε κάποιον «Pussy» Paul που του χρωστούσε χρήματα και μετά από καταγγελία του τελευταίου, η αστυνομία εισέβαλε στο σπίτι του και τον ξυλοκόπησε, σπάσοντάς του το υγιές του χέρι και τον ώμο. Η έκπτωσή του ήταν τέτοια, που οι «Hell’s Angels» τελικά τον διέγραψαν από τις τάξεις τους, 14 χρόνια από την ένταξή του, παρά το ότι είχε δεχθεί να καταθέσει στον ανακριτή υπέρ του κλαμπ στην υπόθεση του Μους Λορέντζο (Moose Lorenzo), του μόνου «Άγγελου» με μαύρη γυναίκα, ο οποίος, απειλούμενος με σύλληψη όπως και η μητέρα και ο θείος του, είχε γίνει καταδότης από τον Φεβρουάριο του 1981.

Οι λεπτομέρειες του έκτοτε βίου του είναι (τουλάχιστον για τον γράφοντα) άγνωστες, αναφέρεται πάντως στις καλές ημέρες του τόσο μέσα στο βιβλίο «Ringolevio» (1972) του «Digger» Γκρόγκαν όσο και στο βιβλίο «Sleeping Where I Fall» (1998) του επίσης «Digger» Πήτερ Κογιότ (Peter Coyote, 1941 -  ). Πέθανε σε γηροκομείο του Σαν Φραντσίσκο στις 14 Μαρτίου 2015, σε ηλικία 80 ετών.



Βλάσης Γ. Ρασσιάς, 2015








 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: 

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" 

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) 

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ