Τομ Φορκαίηντ

(Tom Forcade, Thomas King Forcade, πραγματικό όνομα Kenneth Gary Goodson, Hayward, California, 1945 – New York, 16 Νοεμβρίου 1978)

Αμερικανός πολιτικός ακτιβιστής, σχεδόν μυθική προσωπικότητα της Αντικουλτούρας, μέλος των «Γίπις» («Yippies», «The Youth International Party»), δημοσιογράφος του Αντεργκράουντ Τύπου, διευθυντής του «Συνδικάτου Υπόγειου Τύπου» («Underground Press Syndicate») και εμπνευστής και ιδρυτής του περιοδικού «Φτιαγμένοι Καιροί» («High Times»).


ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Γεννήθηκε στο Χαίηγουωρντ της Καλιφόρνιας σε μία μεσοαστική συντηρητική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν μηχανικός αεροσκαφών και έτσι η οικογένεια βρισκόταν σε διαρκή μετακίνηση. Αφού έζησε για κάποια χρόνια στο Φοίνιξ της Αριζόνα (Phoenix, Arizona), την Οκινάβα (Okinawa), την Αλάσκα και την Γροιλανδία, τελικά πίσω στο Φοίνιξ ο μικρός Κένεθ έχασε σε ηλικία 10 ετών τον πατέρα του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.

«ΧΙΠΙ» ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Το 1965 αναζήτησε τον βιοπορισμό στην Πολεμική Αεροπορία των Η.Π.Α. (U.S. Air Force), όπου όμως λίγο πριν σταλεί στο Βιετνάμ προσποιήθηκε ψυχική διαταραχή με αποτέλεσμα να αποταχθεί, ωστόσο την επόμενη χρονιά πήρε από το «Πανεπιστήμιο της Ιούτα» («University of Utah») πτυχίο διοίκησης επιχειρήσεων. Το 1967 προσχώρησε στο χίπικο ρεύμα, άφησε μακριά μαλλιά και κατέληξε σε ένα τεξανικό κοινόβιο στο Τουκσόν (Tucson), το οποίο όμως πολύ σύντομα δέχθηκε την επίθεση της αστυνομίας, διαλύθηκε και μερικά μέλη συνελήφθησαν για κατοχή μαριχουάνας και
ψυχοδηλωτι-

κών. Ο νεαρός Κένεθ άλλαξε έκτοτε όχι μόνο το όνομά του (σε Τόμας Κινγκ Φορκαίηντ), αλλά και τα ενδιαφέροντά του από τις χίπικες ονειροπολήσεις στις πολιτικές ριζοσπαστικές αναζητήσεις. 

ΑΝΤΕΡΓΚΡΑΟΥΝΤ ΕΚΔΟΤΗΣ

Κινούμενος συνεχώς, για να αποφύγει τις ενοχλήσεις της αστυνομίας, μέσα σε ένα παλαιό σχολικό λεωφορείο του 1946, το οποίο χρησιμοποιούσε και για κατοικία και για εκδοτικό οίκο, εξέδωσε για λίγο το αντεργκράουντ περιοδικό «Ορφεύς» («Orpheus»), μέσω του οποίου ήλθε σε επαφή με το ευρύτερο κίνημα του αντεργκράουντ Τύπου και προσχώρησε στο νεοϊδρυθέν
«Συνδικάτο του Υπόγειου Τύπου» («Underground Press Syndicate», UPS), φιλοξενώντας μάλιστα στο Φοίνιξ το πρώτο «εθνικής εμβέλειας» «στρατηγείο» του «Συνδικάτου» (με ένα γραφείο συντονισμού και μία βιβλιοθήκη – κέντρο τεκμηρίωσης), το οποίο επάνδρωσε με ομοϊδεάτες φίλους του.

Το «στρατηγείο» του UPS στο Φοίνιξ άντεξε μοναχό του μέχρι τις αρχές του 1969, οπότε, λόγω απειλών και δολιοφθορών από ντόπια αντιδραστικά στοιχεία, προτιμήθηκε η ίδρυση ενός δεύτερου στην πιο ανεκτική Νέα Υόρκη (στην West 17th Street). Στο τέλος και ο ίδιος ο Φορκαίηντ, αναζητώντας μεγαλύτερη ελευθερία δράσης από όσο στην συντηρητική Αριζόνα, αποφάσισε το 1969 να οδηγήσει το παλαιό του λεωφορείο στην Νέα Υόρκη, όπου ήδη δρούσαν οι ευρηματικοί «Γίπις» (αναρχίζοντες πολιτικοποιημένοι πρώην «χίπις») και εκδίδονταν ισχυρότερα από πλευράς κυκλοφορίας αντεργκράουντ έντυπα, όπως το «East Village Other» ή «EVO» των Τζων Ουϊλκοκ (John Wilcock), Ουώλτερ Μπόουαρτ (Walter Bowart), Άλλαν Κάτζμαν (Allan Katzman) και Σέρυ Νήντχαμ (Sherry Needham).





Ο κατάλογος των εντύπων του UPS το έτος 1969 με εκδότη τον Φορκαίηντ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΟΥ UPS

Με πρόταση του Τζων Ουϊλκοκ ανέλαβε, με όνειρό του να δει «μία ημερήσια αντεργκράουντ εφημερίδα σε κάθε μεγάλη πόλη και μία εβδομαδιαία σε κάθε μικρή», την διεύθυνση του UPS, την οποία κράτησε για τρία περίπου χρόνια. Επί της δικής του θητείας, το 1971, το UPS έφθασε στην μεγαλύτερη ισχύ του, έχοντας στις τάξεις του 205 περιοδικά αντεργκράουντ, από τα οποία τα 140 ήσαν αμερικανικά και τα 65 από άλλες χώρες, ενώ ένα ακόμη «στρατηγείο» του λειτουργούσε στο Κεντ της Αγγλίας για λογαριασμό των ευρωπαϊκών αντεργκράουντ εντύπων.




 Τούρτα στο πρόσωπο του προέδρου της Επιτροπής
Θεωρώντας ότι τα έντυπα αντεργκράουντ αποτελούν την πρώτη γραμμή του πολιτισμικού πολέμου κατά του καπιταλισμού («αμέτρητοι άνθρωποι έχουν βρει τις φωνές του και τις χρησιμοποιούν»), όταν κλήθηκε προσωπικά στην Ουάσινγκτον στις 14 Μαϊου 1970 για ν’ απολογηθεί στην «Προεδρική Επιτροπή ενάντια στην ανηθικότητα και την πορνογραφία» («President's Commission on Obscenity and Pornography») με την ιδιότητα του διευθυντή του UPS, πέταξε αντί απολογίας μια τούρτα στο πρόσωπο του προέδρου της Επιτροπής Όττο Λάρσεν (Otto N. Larsen, πανεπιστημιακού του «University of Washington»). Προηγουμένως είχε διαβάσει «ανοικτή επιστολή», στην οποία, αφού πρώτα αναφέρονταν ονομαστικά 45 εφημερίδες και περιοδικά που είχαν κλείσει από τις διωκτικές αρχές, τα μέλη της Επιτροπής καταγγέλλονταν ως «κινούμενες αντίκες» που προσπαθούν να ακυρώσουν ένα μέλλον διαφορετικό από τα δεδομένα του δικού τους μυαλού. Η «ανοικτή επιστολή» έκλεινε με τα ακόλουθα λόγια, στο τέλος των οποίων ο Φορκαίηντ σηκώθηκε και πέταξε την τούρτα στον πρόεδρο: «γι’ αυτό λοιπόν να πάτε να πηδηχτείτε και να πάει να πηδηχτεί και η λογοκρισία. Η μόνη ανηθικότητα είναι η λογοκρισία που ασκείτε!».

«ΓΙΠΙ» ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Από το 1967 ο Φορκαίηντ ήταν ενεργό μέλος της αριστερίστικης οργάνωσης «Φοιτητές για μια Δημοκρατική Κοινωνία» («Students for a Democratic Society», SDS). Έχοντας προσχωρήσει στους «Γίπις» αμέσως μετά την άφιξή του στην Νέα Υόρκη, ήλθε σε διένεξη τελικά το 1969 με το ιδρυτικό στέλεχος Άμπυ Χόφφμαν (Abbie Hoffman, 1936 - 1989) με αφορμή την αμοιβή που ζητούσε για την δακτυλογράφηση του βιβλίου του τελευταίου «Κλέψτε αυτό το βιβλίο» («Steal This Book»). Η διένεξη κατέληξε σε ένα «λαϊκό δικαστήριο» της οργάνωσης, που έβγαλε τελικά την απόφαση να πληρώσει ο Χόφφμαν το ένα τρίτο των χρημάτων που είχαν αρχικά ζητηθεί από τον Φορκαίηντ και είχε κριθεί υπερβολικό. Ο Φορκαίηντ, που φανερά δυσαρεστημένος αρνήθηκε να σφίξει το χέρι συμφι-


Φορκαίηντ και Χόφφμαν στην διάρκεια της "λαϊκής δίκης"
λίωσης που του πρότεινε μετά το τέλος της «δίκης» ο Χόφφμαν, είχε επιχειρηματολογήσει ότι ο εθελοντισμός που ζητούσαν οι «γίπις» συχνά υπέκρυπτε εκμετάλλευση. Ήταν φανερό ότι εκείνο που τελικά εκδικάστηκε ήταν η σύγκρουση δύο αντιδιαμετρικά αντίθετων οπτικών.

Η σύγκρουση είχε συνέχεια, καθώς ο Φορκαίηντ έδωσε συνέντευξη τύπου στα αντεργκράουντ έντυπα με τον ισχυρισμό ότι το «λαϊκό δικαστήριο» τον είχε δικαιώσει, αφού υποχρέωσε τον Χόφφμαν να πληρώσει έστω και λιγότερα από όσα είχαν αρχικά ζητηθεί. Στην συνέχεια του έκανε αγωγή σε αστικό δικαστήριο, πράγμα που από πολλούς θεωρήθηκε προδοσία προς τα ήθη της Αντικουλτούρας και επίσης προχώρησε σε δική του έκδοση των δακτυλογραφημένων κειμένων.

Τον Αύγουστο του 1970 προκάλεσε μαζί με τον «γίπι» τραγουδοποιό Νταίηβιντ Πηλ (David Peel) επεισόδια κατά τα γυρίσματα από την «Ουώρνερ Μπράδερς» («Warner Brothers») της ταινίας «Medicine Ball Caravan», η οποία αναφερόταν στους «χίπις» και κυκλοφόρησε το 1971, ίδια χρονιά κατά την οποία, ως ιδρυτικό στέλεχος του «γίπικου» «Μετώπου για την απελευθέρωση του Ροκ» («Rock Liberation Front»), ηγήθηκε της κατάληψης των γραφείων του μουσικού παραγωγού Σπέκτορ (Phil Spector), ο οποίος είχε παρακρατήσει χρήματα που προορίζονταν για τους πρόσφυγες του Μπανγκλαντές (Bangladesh) και είχαν συγκεντρωθεί από την γνωστή συναυλία στο «Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν» («Madison Square Garden») με τους Τζωρτζ Χάρρισον (George Harrison), Μπομπ Ντύλαν (Bob Dylan), Ραβί Σανκάρ (Ravi Shankar), Έρικ Κλάπτον (Eric Clapton), κ.ά.




Η παραπλανητική αφίσα κατά του Φορκαίηντ
ΙΔΡΥΣΗ ΤΩΝ «ΖΙΠΙΣ»

Η αρχικά αόριστη διάσταση απόψεων που υπήρχε ανάμεσα στους «Γίπις» της γραμμής Χόφφμαν και στους «Γίπις» της γραμμής Φορκαίηντ, δηλαδή η διάσταση ανάμεσα στην άλωση ή την καθολική άρνηση του «συστήματος», κατέληξε τελικά το 1972 σε κανονική διάσπαση του «Youth International Party». Όταν τα δύο μεγάλα κόμματα των Ρεπουμπλικανών και των Δημοκρα-

τικών ανακοίνωσαν ότι θα έκαναν και τα δύο τα προεκλογικά τους συνέδρια στο Μαϊάμι (Miami) της Φλόριντα, η «παλαιά» ηγεσία της οργάνωσης Άμπυ  Χόφφμαν, Τζέρρυ Ρούμπιν (Jerry Rubin, 1938 - 1994) και Εντ Σάντερς (Ed Sanders, 1939 - ) επέλεξε να γίνουν διαδηλώσεις μόνο κατά των Ρεπουμπλικανών, αφού ο υποψήφιος των Δημοκρατών Μακ Γκόβερν (George McGovern) είχε ταχθεί υπέρ του τερματισμού του πολέμου στο Βιετνάμ και την Καμπότζη.

Απέναντι στην «παλαιά» τριανδρία σήκωσε όμως τώρα ανάστημα μία νέα, αποτελούμενη από τους Φορκαίηντ, Ντάνα Μπηλ (Dana Beal, 1947 - ) και Σίντυ Ορνστήν (Cindy Ornsteen, 1946 -  2005), που ζήτησε διαδηλώσεις ενάντια και στα δύο κόμματα «του καπιταλισμού και του πολέμου», κατηγορώντας ως «ξεπουλημένους» τους Χόφφμαν, Ρούμπιν και Σάντερς. Είχαν πια γεννηθεί οι «Ζίπις» («Zippies») ή το «Διεθνές Κόμμα του Πνεύματος των Καιρών» («Zeitgeist International Party»).


Οι τρείς της «παλιάς» ηγεσίας αποβλήθηκαν από τους «Γίπις» με την κατηγορία ότι ήσαν «ξεπουλημένοι», «ελιτιστές» και «αντιδημοκρατικοί», ενώ οι πάμπολλοι υποστηρικτές τους άρχισαν να κατηγορούν τους Φορκαίηντ, Μπηλ και Ορνστήν ότι είτε ήσαν «αρχομανή τσογλάνια» (αφού κανείς τους δεν ήταν στο «ηρωϊκό» Σικάγο του 1968), είτε ήσαν πληρωμένοι προβοκάτορες που ήθελαν να οδηγήσουν το αντιπολεμικό κίνημα σε αδιέξοδη ανευθυνότητα και μηδενισμό (την άποψη φαίνεται μάλιστα ότι υιοθέτησαν και οι εφημερίδες του συστήματος, αφού ο Mike Royko της «Chicago Tribune» αναρωτήθηκε: «είναι άραγε κάποιος μέσα στον Λευκό Οίκο ο πραγματικός αρχηγός των Ζίπις;»).

Οι διαδηλώσεις του Μαϊάμι ξέφυγαν πάντως από τα χέρια των διοργανωτών και οι ίδιοι οι «Ζίπις» παραδέχθηκαν αργότερα ότι δεν μπόρεσαν να ελέγξουν τους πάμπολλους πραγματικούς προβοκάτορες που έσπειραν το χάος, ενώ το τρομερό πρόγραμμα COINTELPRO («Counter-Intelligence Program») του FBI τέθηκε για μια ακόμη φορά σε ισχύ με παραπλανητικές αφίσες που μοιράστηκαν στους διαδηλωτές άλλων οργανώσεων και παρουσίαζαν τον Φορκαίηντ δήθεν να καταζητείται ως έμπορος ηρωϊνης.

ΣΤΗΜΕΝΗ ΔΙΩΞΗ

Αμέσως μετά τις διαδηλώσεις του Μαϊάμι, το FBI προσπάθησε να εξουδετερώσει με μακροχρόνια καταδίκη τον Φορκαίηντ (που είχε συλληφθεί όταν ξήλωσε ένα πορτραίτο του πρώην προέδρου Λύντον Τζόνσον από το κτίριο του συνεδρίου των Δημοκρατικών), στή-



"Smoke-in"  των "Ζίπις" την πρωτομαγιά του 1972


νοντας εναντίον του την κατηγορία ότι είχε «συνωμοτήσει» να πυρπολήσει το κτίριο.

Φοβούμενος ότι ίσως αντιμετώπιζε και μία στημένη δίκη, ο Φορκαίηντ προσανατολίστηκε αρχικά στο να βγει στην παρανομία και επί μερικές εβδομάδες κρύφτηκε μαζί με την Σίντυ Ορνστήν σε διάφορα μοτέλς, έχοντας διαδώσει την φήμη ότι βρισκόταν ήδη στην Αργεντινή.


Σε κάποια στιγμή αποφάσισε να παραδοθεί στις αρχές και κλείστηκε στην φυλακή, κάτω μάλιστα από αυστηρά μέτρα ασφαλείας, καθώς η οργάνωση των «Ουέδερμεν» είχε προειδοποιήσει ότι θα τον απελευθερώσει, όπως ήδη είχε κάνει τον Σεπτέμβριο του 1970 με τον «γκουρού» των ψυχεδελικών Τίμοθυ Λήρυ (Timothy Leary, 1920 – 1996). Τελικά όμως οι στημένες κατηγορίες της «συνωμοσίας» έπεσαν το 1974 και ο Φορκαίηντ αφέθηκε ελεύθερος.  

ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ «HIGH TIMES»

Το καλοκαίρι του 1974 ο Φορκαίηντ ίδρυσε το μαζικής κυκλοφορίας περιοδικό «Φτιαγμένοι Καιροί» («High Times»), που αποσκοπούσε στο να κάνει την κοινωνία να συμφιλιωθεί σιγά – σιγά με το καυτό ζήτημα των ευφορικών ουσιών, όμοια με εκείνο που είχαν ήδη πετύχει στο ζήτημα του ερωτισμού τα περιοδικά «Playboy» και «Penthouse». Η αμιγώς πολιτική αντίσταση στην Νέα Υόρκη είχε ήδη κοπάσει, καθώς ο πόλεμος του Βιετνάμ είχε λήξει, ο πρόεδρος Νίξον (Richard Nixon) είχε υποχρεωθεί σε παραίτηση μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου «Ουώτεργκαιητ» («Watergate») και από τους ηγέτες των «Γίπις» ο μεν Χόφφμαν καταζητείτο μετά από την παγίδευσή του με κοκαϊνη, ο δε Ρούμπιν είχε αρχίσει να μεταστρέφεται σε έναν απολιτικό και «βολεψάκια» ατομιστή που μετά από λίγο θα κατέληγε χρηματιστής στην Ουώλ Στρητ. 



Το πρώτο τεύχος των "Φτιαγμένων Καιρών"
Ήδη δικτυωμένος με τα κυκλώματα της κάνναβης, ο Φορκαίηντ είδε το περιοδικό του εναλλακτικής δημοσιογραφίας και εκλεπτυσμένης κανναβικής πορνογραφίας να φθάνει κυκλοφοριακά σε πολύ μεγαλύτερα μεγέθη από όσα ο ίδιος είχε ονειρευθεί. Έχοντας ξεκινήσει με κεφάλαιο μόνον 12.000 δολαρίων, ο Φορκαίηντ είδε τον αριθμό των πωλούμενων αντιτύπων να διπλασιάζεται κάθε 1 – 2 τεύχη και να φθάνει τελικά στο απόγειο του 1978 που οι  «Φτιαγμένοι Καιροί» διαβάζονταν από 4.000.000 αναγνώστες.
 
Παρά την επιτυχία του περιοδικού του όμως, ο Φορκαίηντ άρχισε να κυλάει ολοένα και περισσότερο σε νέες φοβίες που έφθαναν την παράνοια, ενδεικτικό είναι δε ότι προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μην αναφέρεται το όνομά του πουθενά στις σελίδες του εντύπου: ως ιδιοκτήτης εμφανιζόταν η εταιρεία «Trans-High Corporation» και τα άρθρα του έφεραν διάφορα ψευδώνυμα, όπως «Leslie Morrison», κ.ά.


Το 1976 εκδήλωσε μάλιστα αρκετά μανιοκαταθλιπτικά (πιθανόν) επεισόδια, σε ένα από τα οποία απόλυσε όλο το προσωπικό του περιοδικού και, μετανοιωμένος, το επαναπροσέλαβε την επόμενη ημέρα, ενώ σε ένα άλλο είχε κόψει τα τηλεφωνικά καλώδια «για να έχει ησυχία». Από κάποιους ανθρώπους που δούλεψαν μαζί του όμως, δόθηκε μια εντελώς διαφορετική εικόνα από εκείνη του μανιοκαταθλιπτικού: ο συνεργάτης του Βίκυ Χορν (Vicky Horn) τον περιέγραψε ως έναν άνθρωπο «που είχε τόση πολύ ενέργεια σε σημείο που να τρομάζει, ήταν σαν κάποιος που είχε ζήσει πολλές ζωές. Έμπαινε στο δωμάτιο
και το αισθανόσουν προτού τον δεις», ενώ ο δημοσιογράφος Κραιγκ Κοπέτας (Craig Copetas) ως «τον πιο γενναιόδωρο και ιδεαλιστή άνθρωπο που γνώρισα ποτέ, ένας αναγεννησιακός άνθρωπος σε καιρούς που δεν επιδέχονται καμία αναγέννηση».

ΠΛΟΥΣΙΟΣ «ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΣ»

Λίγο πριν την ίδρυση των «Φτιαγμένων Καιρών» το 1974, ο Φορκαίηντ είχε αλλάξει τον τίτλο του «Underground Press Syndicate» σε «Alternative Press Syndicate» («Συνδικάτο Εναλλακτικού Τύπου», APS), ελπίζοντας να διευρύνει τις συμμετοχές και στα περιοδικά που ασχολούντο με το αντι-πυρηνικό κίνημα, την οικολογία, το κίνημα των πανκς, τα δικαιώματα των Ινδιάνων και άλλα ανάλογα ζητήματα. Το «Alternative Press Syndicate» εξέδιδε και δικό του περιοδικό, το «Alternative Media» («Εναλλακτικά Μέσα Ενημέρωσης»), στεγασμένο στα γραφεία των «Φτιαγμένων Καιρών», χρηματοδοτημένο εξολοκλήρου από τον πλούσιο πια Φορκαίηντ, και διευθυνόμενο από την σύζυγο του τελευταίου Γκαμπριέλ Σανγκ (Gabrielle Schang, πρώην δημοσιογράφο της αντεργκράουντ εφημερίδας «Berkeley Barb» και μέλος των «Γίπις»).

Χρηματοδότησε ένα «αντεργκράουντ» βιβλιοπωλείο στο Σόχο, το «Νέο Πρωϊνό» («New Morning»), αμέτρητες εκδηλώσεις των πρώην συντρόφων του «Γίπις», στους οποίους τώρα ηγείτο ο Ντάνα Μπήλ, καθώς και την εφημερίδα τους «Γίπικοι Καιροί» («Yipster Times»), όπως επίσης και το περιοδικό «Πανκ» («Punk», που απετέλεσε το πρότυπο για τα μετέπειτα «fanzines»), ενώ ξόδεψε περίπου 400.000 δολάρια για το γύρισμα μιας ταινίας τεκμηρίωσης για το μουσικό συγκρότημα των «Sex Pistols».

ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ

Τον Μάρτιο του 1978 ο εκδότης του περιοδικού «Hustler» Λάρρυ Φλυντ (Larry Flynt) πυροβολήθηκε από έναν θρήσκο ακροδεξιό και έμεινε έκτοτε ανάπηρος σε αναπηρική πολυθρόνα. Οι «Φτιαγμένοι Καιροί», που διανέμονταν μέσα από το δίκτυο του υπερδραστήριου έως τότε Φλυντ, είδαν τις πωλήσεις τους να πέφτουν ραγδαία και στον Φορκαίηντ άρχισε ολοένα και πιο συχνά να εκδηλώνεται η κατάθλιψη από την οποία ισχυρίζονταν κάποιοι ότι έπασχε, ή ορθότερα το σύνδρομο SAD («Seasonal Affective Disorder», «Εποχιακής Κατάθλιψης»), που του υποσχόταν ένα πολύ άσχημο φθινόπωρο.

Όντως,  στις 16 Νοεμβρίου 1978 και στο διαμέρισμά του στο Γκρήνγουϊτς Βίλλατζ της Νέας Υόρκης (Greenwich Village), ενώ η σύζυγός του Γκαμπριέλ βρισκόταν στο διπλανό δωμάτιο, αυτοπυροβολήθηκε με ένα ρεβόλβερ ξαπλωμένος στο κρεβάτι του, σε ηλικία μόλις 33 ετών. Μόλις λίγους μήνες πριν, μετά από δικό του αίτημα η Γκαμπριέλ του είχε πάρει ηχογραφημένη συνέντευξη, στην οποία είχε μιλήσει για τα όνειρά του, για τους φόβους του (που αφορούσαν κυρίως την στοχοποίησή του από το αμερικανικό κράτος), αλλά και για το τι ήταν τελικά εκείνο που τον έκανε υπερδραστήριο: «διακατέχομαι από έναν βαθύ φόβο ότι μπορεί να αυτοκτονήσω από ανία».   



Αφιέρωμα των "High Times" στον
αυτόχειρα εκδότη τους.

ΤΑ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ
 
Ο συνεργάτης του Φορκαίηντ Μελ Φρανκ (Mel Frank) ισχυρίστηκε ότι τον αυτόχειρα παρακολουθούσαν τις τελευταίες του εβδομάδες κάποια μαύρα αυτοκίνητα, ενώ ο επί χρόνια φίλος του Φορκαίηντ, «Γίπι» και θεωρητικός συνωμοσιών Α. Τζ. Ουέμπερμαν (A.J. Weberman, που στο βιβλίο του «Coup d' Etat in America» έχει ισχυριστεί ότι ο δολοφόνος του Κέννεντυ ήταν ο παρακρατικός E. Howard Hunt), ισχυρίστηκε αμέσως μετά την αυτοκτονία του ότι ο φίλος του είχε δολοφονηθεί κατ’ εντολή των μυστικών υπηρεσιών από την ίδια την σύζυγό του, έθεσε δε το ερώτημα πώς μπορούσε ένας δεξιόχειρας όπως ο

Φορκαίηντ να έχει αυτοπυροβοληθεί στον αριστερό κρόταφο.

Τα απομεινάρια των «Γίπις» φιλοξένησαν το 1979 στο πρώτο τεύχος της μετονομασμένης από «Γίπικοι Καιροί» σε «Ανατροπή» («Overthrow») εφημερίδα τους μια συνέντευξη του αυτόχειρα συντρόφου τους και επίσης άνοιξαν στην 10 Bleecker Street της Νέας Υόρκης ένα ροκ κλαμπ που το ονόμασαν προς τιμή του «Thomas K. Forcade Memorial Multi-Media Center».


Βλάσης Γ. Ρασσιάς, 2008


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:


The New Yippie Book Collective, eds., «Blacklisted News: Secret Histories from Chicago to 1984», εκδόσεις «Bleecker Publishing», New York, 1983
Περιοδικά «Yipster Times», «Overthrow», «Ανοιχτή Πόλη», «High Times» και «Cannabis Culture» από το Αρχείο Κοινωνικής Ιστορίας.



ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΤΟΜΑΣ ΚΙΝΓΚ ΦΟΡΚΑΙΗΝΤ





 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: 

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" 

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) 

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ