Louis Menard, «Ονειροπολήσεις ενός
μυστικιστού ειδωλολάτρου».
 
(απόσπασμα)
 
 
 
Εσχατολογία 

Ο Άνθρωπος .- Γνωρίζω τα όρια της επιστήμης που η ίδια μόνη της έχει χαράξει. Αυτό που μ’ενδιαφέρει περισσότερο εμπίπτει στην δική της σφαίρα. Θα ήταν άσκοπο να την ερωτήσουμε σχετικά με τον προορισμό του ανθρώπου, δεν έχει επάνω σε αυτό την παραμικρή ιδέα. Εάν υπήρχαν ακόμη στον κόσμο μαντεία θα πήγαινα να ζητήσω τον χρησμό τους. Χωρίς αμφιβολία οι υπέρτατοι Θεοί δεν θα θελήσουν να με ακούσουν, καθώς ενδιαφέρονται μόνον για τα είδη ενώ εγώ δεν είμαι παρά ένα άτομο. Ίσως όμως ολόγυρα μου να περιίπτανται αόρατα πνεύματα, γνωστοί ή άγνωστοι φίλοι : δεν θα υπάρξει λοιπόν μία φωνή ως απάντηση στην αγωνιώδη επίκλησή μου ;

Ο Θεός.- Με κάλεσες και ήλθα : ρώτησέ με λοιπόν, θα σου απαντήσω.

Ο Άνθρωπος.- Ποίος είσαι εσύ ;

Ο Θεός.- Είμαι ο Δαίμων σου, ο φύλακας Άγγελός σου, ονόμασέ με όπως επιθυμείς. Γνωρίζω αυτό που εσύ αγνοείς. Θα σου εξηγήσω όσα μπορείς να κατανοήσεις, θα σου διδάξω όσα μου επιτρέπεται να σου φανερώσω.

Ο Άνθρωπος.- Ώστε λοιπόν υπάρχουν πράγματα που θα μπορούσες να μου πείς και που εγώ θ’αδυνατούσα να ενοήσω ; Έστω ο ανθρώπινος λόγος έχει τα όριά του, το γνωρίζω. Υπάρχουν όμως και πράγματα που δεν σου επιτρέπεται να μου φανερώσεις. Άραγε για ποιόν λόγο ; Εάν η αλήθεια είναι κάτι καλό, τότε αυτό το καλό δεν χρειάζεται να μένει κρυμμένο. Εάν πάλι η αλήθεια είναι πικρή και άσχημη, έχω αρκετή ψυχική δύναμη, για να την αντέξω. Άλλωστε, εάν φοβόμουν την γνώση δεν θα σε είχα επικαλεσθεί. 

Ο Θεός.- Αναζητάς πράγματι την αλήθεια και είσαι σίγουρος ότι θα την προτιμήσεις από την αβεβαιότητα, εάν αυτή η  αλήθεια διαψεύσει όλες σου τις ελπίδες ; Μη μου ζητάς μία βιαστική απάντηση. Άφησέ με να σε προετοιμάσω.

Ο Άνθρωπος.- Αυτές οι υπεκφυγές, μου δείχνουν ήδη ότι δεν έχω τίποτα να περιμένω επέκεινα του βίου ετούτου: έχει καλώς, ήθελα απλώς να το ξέρω.

Ο Θεός.- Μην αναζητάς μέσα στα λόγια μου ένα ανύπαρκτο νόημα : ένα γλωσσικό τέχνασμα δεν θα ήταν αντάξιο ούτε ενός ανθρώπου, ούτε ενός Θεού. Θα σου απαντήσω χωρίς υπεκφυγή εάν, αφού πρώτα το σκεφθείς καλά, επιμείνεις στο ερώτημά σου. Συλλογίσου όμως όλα τα ενδεχόμενα. Ίσως τότε αναγνωρίσεις πως οι Θεοί είχαν κάθε δίκαιο να αποκρύψουν από τον άνθρωπο το πεπρωμένο του. Εξέτασε διαδοχικά όλες τις απαντήσεις που θα μπορούσα να σου δώσω και πες μου ποιά από όλες επιθυμείς να είναι η αληθινή.

Υπόθεσε κατ' αρχήν ότι σου λέω: τίποτα δεν τελειώνει, όλα μεταλλάσσονται. Τα στοιχεία που συγκροτούν το σώμα σου δεν εκμηδενίζονται όταν ο θάνατος τα διαχωρίζει: γιατί λοιπόν θα έπρεπε να εκμηδενίζεται η αόρατος εκείνη δύναμη που τα είχε άλλοτε ενώσει και που εσύ αποκαλείς ψυχή σου ; 

Ο Άνθρωπος.- Ναι, αυτό το έχω ξανακούσει, η ψυχή είναι ένα στοιχειώδες μόριο του αιθέρος, μία φλόγα αιχμαλωτισμένη σ’ ένα πήλινο λίχνο, και ο θάνατος είναι η λύτρωσίς της. Τότε όμως η ψυχή θα μπορεί να επιστρέψει στην αιωνία κοινότητα των ψυχών, όπως η σταγόνα του νερού επιστρέφει στην θάλασσα. Θα μπορεί επίσης να εμψυχώσει καινούργιους οργανισμούς με διαφορετική συγκρότηση από τον ανθρώπινο, ξεκινώντας ίσως από τους πιό ταπεινούς, από τους σκώληκες που κρύβονται μέσα στα μνήματα, για παράδειγμα, αφού και αυτοί ακόμα έχουν μέσα τους μία σπίθα από το φερέσβιον πυρ. Αλλά τί νόημα έχουν για εμένα όλες αυτές οι μεταμορφώσεις από την στιγμή που η σκέψη και η συνείδησή μου επιστρέφουν οριστικά στην θεϊκή πηγή τους ; Χωρίς άλλο, η ισορροπία των δυνάμεων δεν πρόκειται να διαταραχθεί, όμως τι απομένει από τον άνθρωπο εάν αυτός απωλέσει τον εσωτερικό αυτόν Δαίμονα που ο καθείς φέρει εντός του ; 

Ο Θεός.- Η έπαρσίς σου είναι δικαιολογημένη. Σου είναι αδιανόητο να δεχθείς ότι η ανθρώπινη ψυχή, έστω και εκφαυλισμένη από τα σφάλματά της, δύναται ν’απωλέσει ολοκληρωτικά την συνείδηση και τον λόγο. Όμως, όπως γνωρίζεις, τίποτα δεν μπορεί να σκιάσει την λάμψη. που οι δύο αυτές σπίθες διαχέουν παρά μόνον η κακή χρήση της ελευθέρας βουλήσεώς σου. Υπόθεσε λοιπόν τώρα ότι η ψυχή σου, μετά τον θάνατό σου, αναγεννάται και επιστρέφει στην ανθρώπινη κατάσταση, μεταφέροντας εις τις μελλοντικές σου υπάρξεις τα σπέρματα της ενέργειας που ανέπτυξες σε αυτήν εδώ την ζωή. Υπόθεσε ακόμη ότι οι οικογένειες είναι κοινότητες ψυχών οι οποίες, όπως οι βραχίονες των κοραλλιών διάγουν κοινό βίο και αναπτύσσουν σταδιακά τις ιδιότητές τους. Το κάθε μέλος αυτής της οικογένειας θ’αποκτούσε νέα ζωή μέσα από τους απογόνους του, και μέσω των διαδοχικών αυτών αναγεννήσεων η κάθε γενεά θα ερχόταν να θερίσει αυτά που είχε άλλοτε σπείρει.

Ο Άνθρωπος.- Πολλές φορές είχα μόνος μου σκεφθεί ότι αυτή είναι η αλήθεια : πίστεψα πως βρήκα εκεί την εξήγηση της αυθόρμητης συμπάθειας και της ομοιότητος στους κόλπους της οικογένειας. Κυρίως όμως ανεζήτησα μία ερμηνεία για τα άδικα δεινά, αυτά που δεν μας αξίζουν. Γνωρίζω πως η οδύνη είναι μία δοκιμασία που μας ωριμάζει και μας εξαγνίζει, εάν βέβαια έχουμε την δύναμη να την αντέξουμε. Υπάρχει όμως και κάτι το οποίο προσβάλλει την δική σας πρόνοια, πρόκειται για τις οδύνες των μικρών παιδιών. Προσπάθησα να δώ μέσα σε αυτές  την αναγκαία εξόφληση μίας αρχαίας οφειλής που είχε δεσμεύσει τις προγενέστερες υπάρξεις τους. Αλλά, Δαίμονα, για να είναι μία τιμωρία δίκαιη δεν θα έπρεπε να μπορεί να γίνει κατανοητή από εκείνον που την υφίσταται ; Οι ατραποί της υψηλής σας δικαιοσύνης θα παραμείνουν για εμάς σκοτεινοί εάν κάθε φορά που επιστρέφουμε στην γέννηση χάνουμε και την μνήμη που μας δένει με το παρελθόν.

Ο Θεός.- Ώστε λοιπόν θλίβεσαι για  την  απώλεια της μνήμης ; Πρόσεχε όμως : προσπάθησε να ακολουθήσεις από την αρχή την αλυσίδα των αναμνήσεων σου. Δεν σου ζητώ μίαν εξομολόγηση, ούτε καλείσαι ν’απολογηθείς ως να βρισκόσουν ενώπιον ενός δικαστού. Η ανθρώπινη συνείδησις δεν χρειάζεσαι άλλον κριτή πέρα από τον ίδιον της τον εαυτό : ούτε θα μπορούσε άλλωστε να υπάρξει κριτής περισσότερο αυστηρός και περισσότερο οξυδερκής.

Γνωρίζω πως δεν είσαι ούτε ένας από τους χειρότερους, ούτε ένας από τους βέλτιστους. Θυμήσου όμως : δεν υπήρξε ποτέ ούτε μία ημέρα, ούτε μία στιγμή την οποία πόθησες να σβήσεις από την ζωή σου ; Θα μπορούσαμε εμείς οι Θεοί να σβήσουμε από τη μνήμη σου την στιγμή εκείνη, κανείς Θεός όμως δεν δύναται να παρέμβει έτσι ώστε η στιγμή να μην υπάρξει ποτέ. Ο άνθρωπος ζητά από τις θρησκείες του καθαρτήρια ύδατα να ξεπλύνει κάθε μίασμα. Εάν όμως η μεταμέλεια μπορεί να σβήσει το σφάλμα, μπορεί επίσης να χαρίσει την άφεση και στις υπόλοιπες ψυχές για την διαφθορά των οποίων αιτία στάθηκε ένα κακό παράδειγμα και οι οποίες χωρίς αυτό θα είχαν ίσως στραφεί προς το αγαθόν ; Οι ψυχές αυτές θα διαφθείρουν και άλλες με την σειρά τους, και η άλυσις του κακού θα επιμηκύνεται συνεχώς μέσα στον άσπετο αιώνα. Όταν όμως ο άλλοτε ασεβής θα έχει εξελιχθεί σε έναν άγιο, όταν θα πιστεύσει ότι εισέρχεται επιτέλους στον παράδεισο της αναγεννημένης συνειδήσεώς του, τότε θα ακούσει τον απόηχο των άσχημων αναμνήσεών του και θα δεί να διαβαίνουν οι σκιές εκείνων που είχε άλλοτε αδικήσει και που θα τον καταγγείλουν ενώπιον του αιωνίου Κριτού. Εξακολουθείς λοιπόν να βρίσκεις την αθανασία τόσο ποθητή και πιστεύεις ακόμη πως οι Θεοί είχαν άδικο να κρατήσουν το μυστικό τους καλά κρυμμένο ;

Ο Άνθρωπος.- Ας μην μιλήσουμε άλλο για εμένα : οι Θεοί γνωρίζουν τι πρέπει να πράξουν. Γνωρίζουν πως η νοσταλγία του μηδενός παραμένει το στερνό μας καταφύγιο ενάντια στις αιώνιες τύψεις. Συνάντησα όμως αγνές ψυχές που φώτιζαν ως άστρα τον ζοφερό ουρανό μας. Κι αν επιτρέψετε στον θάνατο να σβήσει την λάμψη αυτών των άστρων, η θλίψις δεν θα είναι μόνον για εκείνους που θα θρηνήσουν αλλά και για εσάς τους ίδιους, Θεοί απηνείς, καθώς θα υπάρξει τότε μέσα στο έργο σας ένα κενό που θα αφαιρέσει κάτι από το κάλλος του.  

Ο Θεός.- Υπόθεσε τότε λοιπόν ότι μόνον αυτές οι ψυχές είναι αθάνατες. Μην λησμονείς όμως ότι η λάμψις τους, λυτρωμένη από τα δεσμά του σώματος, θα διεισδύσει στις συνειδήσεις όλων σας. Οι καθάριες αυτές ψυχές δεν έβλεπαν το κακό : αναζητούσαν μία δικαιολογία για το κάθε σας σφάλμα και πίστευαν πάντοτε πως την είχαν βρεί. Τώρα όμως, τα θλιμμένα τους βλέμματα θα σας δούν έτσι όπως ακριβώς είστε και οι εράσμιες αυταπάτες τους θα εξαφανισθούν. Εάν ανάμεσα σ' εκείνους που αγάπησαν, υπάρξουν κάποιοι που θα θελήσουν, όπως είπες κι εσύ πρωτύτερα, να βρούν στο μηδέν ένα καταφύγιο από τις αιώνιες τύψεις, σκέψου πόσο μεγάλο θα είναι το κενό που θα δημιουργηθεί γύρω από την κοινότητα των δικαίων και πόσο άχρηστη θα τους είναι μία μακάρια αθανασία εάν δεν την μοιράζονται με όσους αγάπησαν ! Μη θέλοντας να διαλύσουν τους αδιάρρηκτους αυτούς δεσμούς, και αυτές επίσης θ’αναζητήσουν στο μηδέν την γαλήνη της αιώνιας λήθης.

Ο Άνθρωπος.- Ώστε λοιπόν, ώ Δαίμων, δεν υπάρχει τόπος ούτε για την ελπίδα ούτε για την δέηση. Έχουμε δίκαιο να θρηνούμε τους νεκρούς μας. Δεν μπορούν πιά να μας ακούσουν και δεν πρόκειται ποτέ να τους ξαναδούμε. Ποιός λοιπόν θα μας οδηγήσει μέσα στα σκοτεινά σταυροδρόμια του βίου, ποιός θα μας απλώσει το χέρι στα δύσβατα μονοπάτια της αναβάσεως ; Τους επικαλούμαστε με εμπιστοσύνη, αυτούς τους προσηνείς φίλους που πάντοτε συγχωρούν γιατί είχαν κι εκείνοι υποφέρει όπως εμείς. Νομίσαμε πως μόνον εκείνοι θα μπορούσαν να κάνουν πιό ήπιες τις αμετάκλητες προσταγές των υπερτάτων Θεών. Πίστευα πως κι εσύ ο ίδιος ήσουν ένας από αυτούς, ώ φύλαξ Άγγελε, διότι με συμπόνεσες ακούγοντας τα γεμάτα αβεβαιότητα λόγια μου και αποκρίθηκες στην επίκλησή μου. Είχες όμως δίκαιο, τα μυστικά των Θεών πρέπει να μένουν κρυμμένα και θα έκανα καλύτερα εάν δεν σε είχα ερωτήσει καθόλου.

Ο Θεός.- Λησμονείς ότι σου άφησα την ελευθερία της επιλογής ανάμεσα σε πολλές απαντήσεις, δεν σου φανέρωσα όμως ακόμη ποιά είναι η αληθινή.

Ο Άνθρωπος.- Έτσι είναι βέβαια, αλλά από όποια πλευρά και αν εξετάσω το ζήτημα δεν βλέπω παρά την άμετρη άβυσσο. Κι όμως,  το γνωρίζετε, η αγωνία μας δεν κατάγεται από μία εγωϊστική αγάπη για την ζωή, και το μόνο που φοβόμαστε είναι οι αιώνιοι αποχωρισμοί. Αλλά το βλέπω καθαρά τώρα, αυτοί που τους χώρισε ο θάνατος δεν πρόκειται να συναντηθούν ξανά, ούτε σ' αυτόν εδώ τον κόσμο ούτε στον άλλον.

Ο Θεός.- Δεν είναι ο θάνατος που χωρίζει τους ανθρώπους αλλά η διαφθορά, και η διαφθορά είναι δικό σας έργο. Όταν συλλογίζεστε τους νεκρούς σας, αυτοί όντως έρχονται κοντά σας : δεν εγκαταλείπουν ποτέ εκείνους που ενώνονται μαζί τους μέσα στην κοινότητα των αγίων. Όταν όμως λησμονείτε, σας ξεχνούν και αυτοί με την σειρά τους και πίνουν το νερό της Λήθης. Είναι ελεύθεροι ν’ αναπαυθούν μέσα στην σιωπή και την γαλήνη ή να επιστρέψουν στον στίβο της ζωής για να δώσουν καινούργιους αγώνες. Αμφιβάλλεις πολύ για την δύναμη της βουλήσεως. Είναι όμως ο Πόθος που δημιούργησε τους κόσμους. Κι εσύ ο ίδιος δεν κατέβηκες ως την γέννηση παρά σύμφωνα με την θέλησή σου. Σήμερα, όπως κι εχθές, αύριο όπως και σήμερα, ό,τι θελήσει να γεννηθεί θα γεννηθεί.

Ο Άνθρωπος.- Πώς το ενδεχόμενον δύναται να επιθυμεί πριν ακόμη υπάρξει;

Ο Θεός.- Πρόκειται για τον νόμο του γίγνεσθαι.

Ο Άνθρωπος.- Δεν καταλαβαίνω. Οι απαντήσεις σου, όπως άλλωστε με είχες προειδοποιήσει, υπερβαίνουν τα όρια της διανοίας μου. Ποιά ευχαρίστηση βρίσκουν λοιπόν οι Θεοί βασανίζοντας την σκέψη μας με άλυτα αινίγματα ;

Ο Θεός.- Φταίει τάχα ο ήλιος που εσύ δεν μπορείς να τον κοιτάξεις κατάματα ; Σου αρκεί να τον γνωρίζεις. Ποιός είναι ο σκοπός για τον οποίον πρέπει να αγωνισθείς. Η Δικαιοσύνη είναι ο ιδιαίτερος νόμος του ανθρώπου. Έχεις έναν αρωγό που θα σε οδηγήσει, την συνείδησή σου που δεν σε απάτησε ποτέ. Ο καθείς από εσάς είναι πάντοτε και παντού ο μοναδικός τεχνίτης του πεπρωμένου του. Ο δίκαιος γνωρίζει πως εργάζεται προς όφελός του μετέχοντας στο εξαίσιο έργο των Θεών.

Ο Άνθρωπος.- Μην φεύγεις ακόμα : άκουσε μία τελευταία ερώτηση, μία τελευταία δέηση. Δεν ζήτησες την εξομολόγησή μου, εγώ όμως θα την κάνω. Ναι, υπάρχει μία στιγμή που θα ήθελα να διαγράψω από τον βίο μου, η στιγμή κατά την οποίαν, στο σταυροδόμι της αμφιβολίας, επέλεξα ν’ακολουθήσω την αριστερή οδό. Οδηγούσε σε τόπους άβατους. Πρόλαβα να δώ τον κίνδυνο και κατάφερα να σταματήσω. Θα επιθυμούσα όμως να επέστρεφα εκεί, στο σημείο όπου οι δύο ατραποί συναντούνται, και να μπορούσα να διαλέξω και πάλι. Η δέησις είναι λοιπόν ανωφελής μπροστά στο ανεπανόρθωτο, και δεν υπάρχει κανείς ικανός να μας δώσει πίσω μία στιγμή του παρελθόντος;

Ο Θεός.- Αφού ανακάλεσες μόνος σου την ανάμνηση ετούτη, πρέπει τώρα να την κοιτάξεις καθαρά. Μιλάς  συνεχώς για την θλίψη σου : είσαι βέβαιος ότι δεν είναι ανάμεικτη με κάποια τύψη ; Υπάρχει κάποιος τον οποίον κατηγορείς, αλλά υπάρχει και κάποιος που έχει δίκαιο να κατηγορεί εσένα. Δυό ψυχές, που δεν γεννήθηκαν στον ίδιο ουρανό, πέρασαν από την ζωή σου : η μία από τις δύο ανταπέδωσε την αδικία που είχε γίνει στην άλλην. Το κακό έχει και αυτό την θέση του στην συμπαντική ισορροπία.

Ο Άνθρωπος.- Θ’αποδεχόμουν τον καθαρμό και θα υμνούσα την ανηλεή σας πρόνοια εάν μου χάριζε, στο τέλος της προσπάθειας, την συγχώρεση και την λήθη.

Ο Θεός.- Κοίταξε τις δύο αυτές σκιές των οποίων τα ονόματα γνωρίζεις καλά. Τις βλέπεις λοιπόν, την μία στα δεξιά σου και την άλλη στα αριστερά ; Συγχώρεσε την δεύτερη και η πρώτη θα σε συγχωρέσει.

Ο Άνθρωπος.- Και πώς θα μπορέσω να λησμονήσω ;

Ο Θεός.- Μόλις προ ολίγου θλιβόσουν για την εξαφάνιση της μνήμης. Τώρα, θα ήθελες να κάνεις μία επιλογή ανάμεσα στις αναμνήσεις σου. Εάν όμως ο άνθρωπος λησμονούσε τα σφάλματά του, πώς θα μπορούσε ν’αγωνισθεί για να τα επανορθώσει ; Δείξε εμπιστοσύνη στην σοφία των Θεών : γνωρίζουν καλύτερα από εσάς αυτό που σας ταιριάζει. Άφησαν να πλανάται ένα ιερό δέος γύρω από τα έσχατα μυστήρια. Τα έκρυψαν μέσα στη νύκτα, όμως δεν το έπραξαν αυτό παρά από σεβασμό προς την ανθρώπινη αρετή. Θα έχανε ολόκληρη την αξία της εάν ανέμενε μίαν άλλην ανταμοιβή πέρα από την θεϊκή γαλήνη που προσφέρει η εκπλήρωσις του καθήκοντος.

 

 

  
 
 
 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ:  

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ  

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ  

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ"  

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ  

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993)  

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ