Το «Ες Έδαφος Φέρειν…» είναι η οριστική αλλά «όχι τελευταία», όπως ο ίδιος τονίζει στον επίλογό του, Τρίτη επίτομη κατάθεση τού «υπέρ της των Ελλήνων νόσου» λόγου του Βλάση Ρασσιά. Σ’ αυτήν την τριλογία, όπως και πάλι ο ίδιος λέει, γίνεται μία κλιμακωτή υπεράσπιση ενός ηττημένου Κόσμου. Από την αρχική ευαίσθητη, ευλαβική προσέγγιση του λάμποντος Ελληνικού Κόσμου της Ελευθερίας και της ευσεβούς λατρείας των Πατρώων Θεών (στον Α τόμο), και την «επιφυλακτικά» ανήσυχη αναφορά στον βαρύτατα τρωθέντα από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, την Μακεδονική διαμαρτία και την Ρωμαϊκή επικυριαρχία, ίδιον αυτόν κόσμο του «ημίφωτος», στον Β τόμο («Η συρρίκνωση της Αρχαίας Ψυχής»), ως την περιπαθή, υετώδη καταγγελία της ισοπέδωσής του σ’ αυτόν τον τρίτο τόμο, μπορεί, όποιος έχει διατηρήσει «ανοικτά και άγρυπνα τα μάτια της ψυχής του», να μεταλάβει σε ένα συνεχές κρεσέντο τους κραδασμούς μιας γνήσια «πολεμικής» Ελληνικής φωνής. Καταιγιστικά τεκμηριωμένο, όπως και τα δύο προηγούμενα, το βιβλίο αυτό του Ρασσιά προκαλεί την απορία πώς μέσα στις ασφυκτικά πλήρεις στοιχείων, αδιαμφισβήτητων όσο και καταπληκτικών πραγματικών αναφορών σειρές του, αφήνεται χώρος και για την αδιάκοπη ροή ενός ήθους τόσο γενναιόφρονος ώστε να ανακαλούνται χάρη σ’ αυτό ισχυρές υπομνήσεις και συνειρμοί αναπλαστικοί της Αρχαίας Ψυχής. Οι ελάχιστες σελίδες των απερίφραστων προσωπικών διακηρύξεων (ή παιανικών κραυγών;) του συγγραφέα, δεν θα ήταν αρκετές για κάτι τέτοιο. Χρειαζόταν το διάπυρο πνεύμα ενός Έλληνα που θεωρεί «αισχρόν ει το όνομα μεν έχειν τινός, το δε είδος αυτού μη έχειν» (Απολλώνιος Τυανεύς και πρόθεμα του βιβλίου). Στο «Ες Έδαφος Φέρειν…» καταγράφεται για πρώτη φορά η φρίκη και το αίσχος των από τους ηγεμόνες της Nova Roma διωγμών κατά αυτού ακριβώς του Ονόματος και της Ουσίας του. Διωγμών που βέβαια επεκτάθηκαν σε ολόκληρη την νεόφυτη Χριστιανική επικράτεια. Από τις υστερικές μάλλον παρά «εκ πεποιθήσεως» -γιατί ο ίδιος δεν ήταν Χριστιανός- ενέργειες του Φλαβίου Βαλερίου Κωνσταντίνου –του γνωστού «Μεγάλου» και «Αγίου», μετά της μητρός του Ελένης- εναντίον του Ελληνικού Πολιτισμού, ταυτόχρονα με την πρώτη εκ μέρους του αναγνώριση της καινοφανούς θρησκείας του Χριστιανισμού, έως την «δια χειρός» Νίκωνος του Μετανοείται εξολόθρευση του τελευταίου καταφύγιου της ΜΑΖΙΚΗΣ λατρείας των Ολυμπίων Θεών στην Μέσα Μάνη (τέλη του 9ου μαχχ αιώνα), ο αναγνώστης του βιβλίου γίνεται μάρτυρας –και άρα φορέας ευθυνών- της πλέον λυσσαλέας και συστηματικής γενοκτονίας που γνώρισε η ανθρώπινη Ιστορία. Γιατί ποσοτικά διήρκεσε αιώνες. Δεν έπαψε με την «άλωση» της Μάνης, αλλά συνεχίστηκε με ανηλεείς και ποικιλόμορφες επιθέσεις εναντίον οποιασδήποτε μετέπειτα προσπάθειας για την διάσωση του Ελληνισμού, εν τη γενέσει της. Έως και το 1857, οπότε ο «βυζαντινισμός» προσκολλήθηκε στα από τους ήρωες της Επανάστασης του ’21 αποκαταστημένα ονόματα «Έλληνας» και «Ελλάς», και επινοήθηκε ο όρος του «Ελληνοχριστιανισμού», οπότε και παρήχθη η δυσνόητη «συνέχεια» αυτών των όρων, καταγράφεται μία ακατάπαυστη, λυσσώδης καταδίωξη όχι ενός «εν πολέμω» αντιπάλου, αλλά αυτού του ίδιου του Ελληνικού Πολιτισμού, των νοημάτων και των ιδανικών του. Και αυτή είναι η ποιοτική ιδιαιτερότητα αυτής της γενοκτονίας. Βασανιστήρια, πόλεις - στρατόπεδα εξόντωσης, μαζικές δολοφονίες, καύσεις ανθρώπων και συγγραμμάτων, καταστροφές, ληστείες και δηώσεις των λαμπρότερων επιτευγμάτων της Τέχνης και πόλεων ολόκληρων, έως την ψυχολογική κατατρομοκράτηση –αφορισμοί, εκφοβισμοί, συκοφαντίες, κάθε είδους εκβιασμός του φρονήματος των «μιαρών Ελλήνων»-, αυτά ήταν –και μερικά εξακολουθούν να είναι- τα όπλα του θριάμβου των αντιπάλων του επί του άοπλου, ήδη αποδυναμωμένου Ελληνικού Κόσμου. Από την Ανατολή έως την κυρίως Ελλάδα και από εκεί σε ολόκληρη την Ευρώπη και την βόρεια Αφρική, όπου τέλος πάντων υπήρχε Ελληνικό σήμα τρόπου ζωής –και ως Ελληνικό εννοείτο σχεδόν ο,τιδήποτε δεν ήταν χριστιανικό- η στυγνότερη εγκληματικότητα ενός πανίσχυρου κράτους ανέλαβε την ευόδωση του «ευγενούς ιδανικού» του Παύλου: «να το βουλώσει κάθε στόμα και να γίνει ο κόσμος υπόδικος μπροστά στον Θεό (Γιαχβέ)». Αυτά λοιπόν τα τεχνηέντως ανομολόγητα και απόκρυφα περίφημα έργα καταγγέλλει διχως την παραμικρή επιείκεια ο Βλάσης Ρασσιάς στο «Ες Έδαφος Φέρειν…». Αν και ο ίδιος βεβαιώνει ότι όλη αυτή η σωρεία τεκμηρίων αίσχους και μισαλλοδοξίας δεν είναι παρά ενδεικτική μόνον της πραγματικότητας. Και βέβαια διατρανώνει την απόλυτη αντίθεσή του στον συγκερασμό «Βυζαντίου» - Χριστιανισμού και Ελλάδος. Και η φωνή του είναι στεντόρεια. Μόνον από ακέραιους και αρραγείς ανθρώπους μπορεί όμως να εισακουσθεί. Οι υπόλοιποι μπορούν να κωφεύουν ή να καταρρεύσουν. Ο ίδιος πάντως «κλείνει» την τρίτομη αυτή συνηγορία του «υπέρ της Ελληνικής Ψυχής» με μία γενναία αισιόδοξη διακήρυξη: «οι καιροί είναι καίριοι και εφ’ όσον ο ετοιμόρροπος παρών πολιτισμός θα καταποντισθεί δια παντός μέσα στον βόρβορο των αδιεξόδων του, κάποιος νέος Δευκαλίων θα κληθεί να αναγεννήσει μίαν Ανθρωπότητα ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΩΣ ευσεβή προς την Ύψιστη Αρχή του Σύμπαντος Κόσμου, Φύσις γαρ απάντων των διδαγμάτων κρατεί». Προαναγγέλλει δηλαδή –όχι ως προφήτης, αλλά ως εκτιμητής της πραγματικότητας- ότι την τελική μάχη θα κερδίσει ο νοήμων Άνθρωπος, ο κατά φύσιν στρεφόμενος προς την Ουσία και τις «λαλέουσες πηγές» της Γνώσης, της Ελευθεροφροσύνης, της Παρρησίας, ο Έλλην Άνθρωπος. Μαρία Σίδερη.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) |