ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑΣ ΤΩΝ
ΚΑΘΕΣΤΩΤΙΚΩΝ «ΠΗΓΩΝ»
 
ή αλλιώς, «ρώτα και τον φίλο μου τον ψεύτη»
 
Προλεγόμενα στην 2η έκδοση του βιβλιου "Μία.. Ιστορία Αγάπης. Η Ιστορία της χριστιανικής επικρατήσεως. Οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο είναι από την διπλή παρουσίαση του βιβλίου στην αίθουσα "Εύανδρος", στις 5 Φεβρουαρίου "2005" μαζί με την επαυξημένη επανάκδοση του βιβλίου "Ζεύς. Συμβολή στην επανανακάλυψη της Ελληνικής Κοσμοθεάσεως".
 
 
«Τους ευαγγελιστάς εφευρέτας ουχ ίστορας των περί τον Ιησούν γεγενήσθαι πράξεων» («Οι ευαγγελιστές είναι επινοητές και όχι εξιστορητές των όσων διαδραματίσθησαν γύρω από τον Ιησού», Πορφύριος). 
«Για την  κατασκευή πραγμάτων χρησιμοποιούνται εργαλεία. Το εργαλείο με το οποίο κατασκευάζονται άνθρωποι είναι η πληροφορία... Οι πληροφορίες που λαμβάνει κάποιος άνθρωπος καθορίζουν και το πώς αυτός θα ζήσει. Τα σχολεία δεν φτιάχνουν απλώς ανθρώπους, φτιάχνουν και βιογραφίες... Οι πληροφορίες που δεχόμαστε, συναθροίζονται μέσα στο κεφάλι μας και σχηματίζουν κρίσεις και πεποιθήσεις. Οι κρίσεις και οι πεποιθήσεις είναι μέρη του μηχανισμού που κατευθύνει τις πράξεις μας... Το πόσα γνωρίζουμε για τις συνθήκες υπό τις οποίες ενεργούμε, δεν το αποφασίζουμε εμείς οι ίδιοι. Τα όσα γνωρίζουμε για αυτές τις συνθήκες εξαρτώνται από τις πληροφορίες που μας χορηγούν. Η επιρροή μας στο ζήτημα τού ποιές πληροφορίες μας χορηγούνται είναι περιορισμένη. Δεν μπορούμε ποτέ να βρούμε πληροφορίες που δεν γνωρίζουμε ότι μας λείπουν» (Ε. Α. Rauter, «Η Κατασκευή Υπηκόων. Πώς κατασκευάζεται μία γνώμη μέσα σε ένα κεφάλι»).
 
Mε δεδομένα τα παραπάνω αλλά και την ήδη αναφερθείσα, επίσης από τον Γερμανό συγγραφέα Rauter, μεγάλη αλήθεια ότι ιστορικά είναι σημαντική η εξιστόρηση της κατάκτησης του Μεξικού όχι από έναν χριστιανό μοναχό αλλά από έναν «σφαγμένο Αζτέκο», δηλαδή από έναν εκπρόσωπο της ηττηθείσας και αφανισθείσας πλευράς, ο γράφων είναι πολύ υπερήφανος που προ ετών κατόρθωσε να συλλέξει ένα – ένα τα στοιχεία που συνθέτουν αυτή την σύντομη εξιστόρηση τής σε παγκόσμιο επίπεδο εγκληματικής δραστηριότητας των υπηκόων της «Μοναδικής Αλήθειας που πρέπει να επιβληθεί παντού», δημιουργώντας έτσι την πρώτη «εις παράθεσιν» Ιστορία της αιματηρής επικράτησής τους, γραμμένη επιτέλους από έναν άνθρωπο που δεν ανήκει στο κοπάδι των δούλων, γλυφτών και ακολουθητών τους.       
 

Η ανά χείρας δεύτερη έκδοση της «Ιστορίας της Χριστιανικής Επικρατήσεως» κρίθηκε ωστόσο σκόπιμο να είναι επαυξημένη, μετατραπέντος του αρχικού σύντομου, ψυχρού και ασχολίαστου χρονολογικού πίνακα σε εκτενέστερη ιστορική αφήγηση λόγω του αμετανόητου των οπαδών της καταγγελλόμενης καθεστωτικής κοσμοαντίληψης, που αντί να συμμαζέψουν την μισαλλοδοξία και αλαζονεία τους ή να ζητήσουν έμπρακτα συγνώμη για τα όσα έχουν διαπράξει οι πνευματικοί τους πρόγονοι, αυτοί έκριναν σωστό να καταφύγουν αντίθετα σε όλως άθλιες, οικείες τους ωστόσο,  μεθόδους και συμπεριφορές. Το πιο εντυπωσιακό είναι δε ότι πέραν των αλλεπάλληλων απειλών ακόμη και κατά της ζωής του γράφοντος, διάφορες παρα-εκκλησιαστικές και περι-εκκλησιαστικές συμμορίες κατέφυγαν και στο κόλπο της «αόρατης» και ανώνυμης δυσφήμισης τόσο του ανά χείρας βιβλίου όσο και του συγγραφέα με κύρια αιχμή ότι τάχα το πρώτο δεν αποτελεί τίποτε περισσότερο από άκριτη μεταφορά στοιχείων από ξένους αντιχριστιανούς συγγραφείς και δεν στηρίζεται σε πραγματικές… «πηγές». Το ελάχιστο επώνυμο τμήμα αυτής της γελοίας «μαύρης»   προπαγάνδας απαντήθηκε βέβαια ήδη με το κείμενο του γράφοντος «Περί Απατεώνων» που ήδη δημοσιεύθηκε δίκην Παραρτήματος στο βιβλίο του «Επίτομος Ιστορία των Σπαρτιατών», κρίνεται όμως αναγκαίο να γίνει εδώ και μία διαπαντός καταγγελία της υποτιθέμενης υποχρέωσης του ελευθερόφρονα ιστορικού να χρησιμοποιεί σώνει και καλά τις αναξιόπιστες και χαλκευμένες «πηγές» του όποιου καθεστώτος για να ασκήσει την στοιχειώδη εναντίον του κριτική. 
 

Στ’ αλήθεια δεν υπάρχει τίποτε πιο ατιμωτικό, τόσο για έναν πραγματικό ιστορικό όσο και για την ίδια την ιστορική αλήθεια, από το να σύρεται κανείς σε τάχα «υποχρεωτική» χρήση των αναξιόπιστων, υποκειμενικών, προπαγανδιστικών ή εμφανώς ψευδών «πηγών» της όποιας καθεστωτικής πλευράς που ελέγχεται για κακουργηματική δραστηριότητα και είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι σοβαροί κατά τα άλλα ιστορικοί των δικών μας καιρών δεν έχουν συνειδητοποιήσει κάτι τόσο πολύ απλό, ότι δηλαδή αυτοπαγιδεύονται στην χαλκευμένη αφήγηση τής εν λόγω πλευράς. Κλασικό παράδειγμα δηλαδή αυτού που λέμε «ρώτα και τον φίλο μου τον ψεύτη». Ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι οι εν λόγω ιστορικοί δεν έχουν προφανώς ξεριζώσει από μέσα τους τα μολύσματα της χριστιανικής ανατροφής τους και ενδόμυχα αισθάνονται ότι ελέγχουν κάτι το ιερό (άρα… αμαρτάνουν !), διότι αν δεν ισχύει αυτό, τότε είναι εντελώς ανεξήγητο το ότι δεν συναντάμε ανάλογο φαινόμενο και όταν λ.χ. παρουσιάζεται η Ιστορία του Ναζισμού, όπου βέβαια ουδείς σκέπτεται να χρησιμοποιήσει ως «αξιόπιστες» «πηγές» τα πάμπολλα διασωθέντα φυλλάδια της εθνικοσοσιαλιστικής προπαγάνδας της δεκαετίας του 30. 

 

Ας δούμε λοιπόν τι είναι αυτές οι (επαναλαμβάνουμε: μεταχριστιανικές επί του προκειμένου) «πηγές» που επικαλούνται οι αμετανόητοι ομοϊδεάτες των προσηλυτιστών, των ιεροεξεταστών και των λοιπών ανάλογης πνευματικής και ψυχικής ποιότητας κύριοι. Οι «πηγές» αυτές, από το χρονικό εκείνο σημείο που επικρεμόταν παντού η θεοκρατική σπάθα και εντεύθεν, κατά κανόνα δεν είναι τίποτε περισσότερο από συνταχθέντα στον αέρα «ιερά» βιβλία, ιδεολογικοποιημένες και υποκειμενικές αφηγήσεις χριστιανών χρονικογράφων, «αφελείς» καταγραφές λαϊκών θρύλων, προπαγανδιστικά – προσηλυτιστικά κείμενα (ως τέτοια έχει καταγγείλει άλλωστε ήδη από τον 19ο αιώνα τα περισσότερα από τα κείμενα της χριστιανικής «Γραμματείας» ο θεολόγος Ferdinand Charles Baur, 1792 – 1860, ιδρυτής της λεγόμενης «Σχολής του Tubingen), επιστολές μεταξύ διαφόρων θεοκρατών, ανιστόρητες αγιογραφίες, συναξάρια και φανταστικά μαρτυρολόγια γραμμένα από μοναχούς που άπλωναν στο χαρτί ό,τι κατέβαινε στο ασταθές και μισάνθρωπο μυαλό τους ή άλλα ανάλογης «εγκυρότητας» καθεστωτικά ντοκουμέντα (ιδίως τα παλαιά χριστιανικά κείμενα που αποτελούν την βάση του όλου αμμοοικοδομήματος, συμπεριλαμβανομένων και των υποτίθεται «έγκυρων» της λεγόμενης «Καινής Διαθήκης», έχουν καταγγελθεί ξανά και ξανά από την επιστημονική έρευνα των τελευταίων 3 αιώνων, ενώ ακόμα και στο έτος 2000 ο καθηγητής του Χάρβαρντ K?ster θα δηλώνει δίχως περιφράσεις ότι τα θεωρεί «μάλλον άχρηστα για την οποιαδήποτε απόπειρα κατανόησης της προέλευσης του Χριστιανισμού»).   

 

Για την παλαιά χριστιανική ιστοριογραφία ιδίως που υποτίθεται ότι «πρέπει» να αποτελεί τις «πηγές» μας, έχει αμετάκλητα αποφασίσει η επιστημονική έρευνα ότι και αυτή είναι εντελώς αναξιόπιστη αν όχι και κακοήθης. Επ’ αυτού μάλιστα ο γνωστός Γερμανός συγγραφέας Deschner θα γράψει χαρακτηριστικά: «Το κράτος δεν παρενόχλησε τους χριστιανούς εξαιτίας της Θρησκείας τους... και συχνά οι Εθνικοί υπάλληλοι αντιμετώπισαν ατάραχα τις προκλήσεις των χριστιανών... ωστόσο ο επίσκοπος Ευσέβιος, ο πατέρας της λεγόμενης εκκλησιαστικής ιστοριογραφίας, διαδίδει ακούραστα το πρώτο μισό του 4ου αιώνα ανατριχιαστικά παραμύθια για τους υποτιθέμενους κακούς ειδωλολάτρες, τους μοχθηρούς διώκτες των χριστιανών... οι χριστιανοί στο βιβλίο του υποφέρουν επανειλημμένα από τα βασανιστήρια των αχρείων ειδωλολατρών αν και στην πραγματικότητα ο βασανιστής είναι ο ίδιος ο επίσκοπος Ευσέβιος, οι αξιοθαύμαστοι μαχητές πεθαίνουν μαρτυρικά, τους μαστιγώνουν... τους ακρωτηριάζουν. Ο Ευσέβιος ρίχνει ξύδι και αλάτι στις πληγές... καίει την  πλάτη με μολύβι, ρίχνει τους μάρτυρες στην φωτιά... Αυτή είναι η χριστιανική ιστοριογραφία !» (σελ. 258 – 260). Είναι όντως πραγματικά για γέλια το ότι προφανώς αυτοί οι σύγχρονοι αμετανόητοι ομοϊδεάτες των προσηλυτιστών, των ιεροεξεταστών και των λοιπών αναλόγου πνευματικής και ψυχικής ποιότητας κύριοι, παριστάνουν ότι τάχα αγνοούν πως τούτες ακριβώς τις ιδεολογικοποιημένες και εντελώς αναξιόπιστες «πηγές» είναι αντιθέτως που πρέπει να εκθλίψει άγρια σαν τον καρπό του ελαιόδενδρου ο σοβαρός και ενάντια στους κρατούντες ιστορικός για να βγάλει την ιστορική αλήθεια και να συγγράψει επιτέλους μία Ιστορία όχι των νικητών αλλά των ηττημένων. Διότι αξιωματικώς πάντοτε η Ιστορία που θα γραφόταν από τους ηττηθέντες θ’ αποτελούσε την εγκυρότερη όλων των Ιστοριών, αφού αυτή δεν θ΄αποτελούσε υπηρέτη κάποιων κρατούντων (χαρακτηριστική είναι άλλωστε η αλαζονεία των χριστιανών που θεωρούν, όπως ο von Balthasar, ότι τάχα η μόνη ουσία της Ιστορίας είναι η... «έγχυση» του σπόρου του «Θεού» τους μέσα στον… κόλπο της ανθρωπότητας, βλ. Deschner, σελ. 19), αλλά απλώς μία τίμια φωνή ικανοποίησης της Θεάς Δικαιοσύνης και ηθικής, τουλάχιστον, αποκατάστασης κάποιων αμέτρητων πολλαπλά αδικηθέντων συνανθρώπων μας.   

Αρκετοί ιστορικοί, όπως λ.χ. ο Cyril Mango στα εισαγωγικά του γνωστού βιβλίου του για τους Βυζαντινούς, έχουν ήδη υπογραμμίσει το μεγάλο πρόβλημα της ανεπάρκειας ή της πλήρους αναξιοπιστίας των «πηγών» στην προσπάθεια να διαφωτισθούν γεγονότα και ιστορικές εποχές κατά τις οποίες η ελεύθερη έκφραση ήταν πλήρως απαγορευμένη ή δεν υπήρχε καν ως ιδέα στα ανθρώπινα μυαλά. Αυτό που οφείλει να κάνει λοιπόν ο σοβαρός και ενάντια στους κρατούντες ιστορικός για να βγάλει την ιστορική αλήθεια είναι η «έκθλιψη» που αναφέραμε παραπάνω, πράγμα που βέβαια απαιτεί την επιστράτευση της τετράγωνης λογικής, της αυστηρής κρίσης, των όποιων σχετικών αρχαιολογικών ευρημάτων (εάν βέβαια υπάρχουν τέτοια) και της διαρκούς συνεκτίμησης των εκάστοτε κοινωνικών, εθιμικών, φαντασιακών, αξιακών και πολιτισμικών δεδομένων. Που, μεταξύ άλλων, πάει να πει ότι άπαξ και γνωρίζουμε ότι την Χ εποχή οι εκτελέσεις γίνονταν με τον Ψ τρόπο δεν απαιτείται περιγραφή αυτού του τρόπου από κάποια φερέγγυα ή αφερέγγυα γραπτή πηγή (ή «πηγή») για να καταλάβουμε το πώς θανατώθηκε κάποιος εκείνη την συγκεκριμένη εποχή. Όμοια, στα αλλεπάλληλα «άνοιξε η γη και τους γκρέμισε στην κόλαση», «έπεσε πυρ εξ ουρανού», «άγγελος Κυρίου εμφανίσθηκε και τον σκότωσε» κ.ο.κ., εμείς και όσοι εν τέλει τυγχάνουμε φυσιολογικοί, δηλαδή λογικοί, άνθρωποι, βλέπουμε απλώς απλοϊκές απόπειρες απόκρυψης εγκλημάτων και εγκλημάτων και ξανά εγκλημάτων, με κραυγαλέες σαχλαμάρες ικανές να «πείσουν» μόνον ανθρώπους που επιμένουν να κατοικοεδρεύουν πνευματικά στον πιο μαύρο και συμπαγή Μεσαίωνα.

Όντας όμως υποχρεωμένοι, είτε λόγω της «μαύρης» προπαγάνδας των ολίγων είτε λόγω της βλακείας των πολλών, να εξηγούμε εδώ πράγματα που θα έπρεπε κανονικά να ήσαν ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ, δηλώνουμε με πάσα σαφήνεια ότι από πλευράς μας οι μόνες έγκυρες πηγές για την συγγραφή της όποιας «Ιστορίας της Χριστιανικής Επικρατήσεως» εκτός των προς έκθλιψη «πηγών» είναι τα ελάχιστα σε παγκόσμιο επίπεδο διασωθέντα κείμενα νομοθεσιών, τα επίσης ελάχιστα αρχαιολογικά σχετικά στοιχεία, αλλά, κυρίως, όλες οι προηγούμενες συγγραφές, αναλύσεις και κρίσεις από μη χριστιανούς ή ουδέτερους ή, έστω, από αντικειμενικούς τουλάχιστον «τύποις χριστιανούς» ιστορικούς της εποχής μας, καθώς εκ των πραγμάτων είναι ελάχιστες οι διασωθείσες αναφορές από συγγραφείς της ηττηθείσας πλευράς (δηλαδή όπως ήδη είπαμε, των «Αζτέκων που θα έγραφαν μία Ιστορία της κατάκτησης του Μεξικού»). Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα ότι για τον πολύ καθοριστικό όσο και τρομερό 4ο αιώνα είμαστε υποχρεωμένοι να αντλούμε στοιχεία από κόλακες ή προπαγανδιστές συγγραφείς της χριστιανικής πλευράς, όταν έχει απωλεσθεί σε κάποιες από τις ύστερες χριστιανικές πυρές (αφού την είχε διαβάσει ο Φώτιος, ο οποίος μάλιστα προβαίνει και στους αναπόφευκτους για έναν χριστιανό που διαβάζει μη ομόδοξες απόψεις χαρακτηρισμούς: «…στον πρώτο τόμο προσβάλλει την καθαρή πίστη ημών των χριστιανών και εξυμνεί την ειδωλολατρική πλάνη και κάνει πολλές επιθέσεις στους ευσεβείς μας αυτοκράτορες…») η σημαντικότατη «Ιστορία» του Εθνικού συγγραφέα Ευναπίου των Σάρδεων, ο οποίος συνέχιζε από το έτος 270, επί Κλαυδίου Γοτθικού έως τουλάχιστον τους χρόνους του Αρκαδίου, την αφήγηση του γνωστού Αθηναίου ιστορικού και πολιτικού Δέξιππου (Lieu – Montserrat, σελ. 9 -10). 

 

Αυτές λοιπόν είναι οι δικές μας πηγές, ασχέτα εάν, εν γνώσει μας, παρουσιάζουν εν τέλει ένα απειροστημόριο μόνον της πραγματικής φρίκης και κακουργίας. Όλες οι άλλες «πηγές» είναι εντελώς αναξιόπιστες και χρησιμοποιούνται μόνον εξ ανάγκης, όταν ουδεμία άλλη πληροφορία υπάρχει για κάποιο γεγονός, και βέβαια πάντοτε «λιωμένες» στις μυλόπετρες της αυστηρής λογικής μας κρίσης και την ευρύτερης γνώσης μας για το εν γένει πολιτισμικό, εθιμικό και ιστορικό πλαίσιο της κάθε εποχής. Έστω όμως και ως ένα απειροελάχιστο εκείνου που συνέβη πραγματικά, η ανά χείρας καταγραφή μάς ικανοποιεί, γιατί αν μη τι άλλο τουλάχιστον επαρκεί στο να καταδείξει αυτό που πρέπει να καταδειχθεί, δηλαδή την πραγματική φύση των εχθρών του Ανθρώπου που ήρθαν εντελώς απρόσκλητοι να παραστήσουν τους «θεόθεν» «σωτήρες» του.  

Εμείς αρνούμαστε να προσπεράσουμε πονηρά τις παραπάνω απαραίτητες προϋποθέσεις για την μελέτη γεγονότων και ιστορικών εποχών κατά τις οποίες, όπως προείπαμε, η ελεύθερη έκφραση ήταν πλήρως απαγορευμένη ή δεν υπήρχε καν ως ιδέα στα ανθρώπινα μυαλά, γιατί τότε θα πρέπει να παπαγαλίζουμε απλώς και εμείς τα περί «αγγέλων Κυρίου» που φονεύουν τους «ασεβείς», για «πλανημένους» που αίφνης είδαν το… «φως το αληθινό» και αποκήρυξαν ανενδοίαστα το παρελθόν τους αλλά και όλους τους προγόνους τους, και έτερα τέτοια «λογικά» και «ιστορικά» πράγματα. Βέβαια τότε θα ήμασταν όλως αρεστοί στους κρατούντες και ούτε προσβολές θα δεχόμασταν, ούτε απειλές κατά της ζωής μας.   

Επειδή γνωρίζουμε καλά ότι όταν οι «πηγές» αυτού του συρφετού αναφέρονται σε «αγγέλους Κυρίου» που φονεύουν, στην πραγματικότητα αναφέρονται σε σφαγές ανθρώπων από ανθρώπους και μόνον από ανθρώπους, έτσι θα ερμηνεύουμε τις περιλάλητες «πηγές» και έτσι θα γράφουμε την υπέρ αδικηθέντων, ηττηθέντων, κακοποιηθέντων και εξαφανισθεντων Ιστορία μας. Ποτέ δεν θα συρθούμε στο να «τεκμηριώσουμε» ότι το φεγγάρι δεν είναι τρίγωνο επειδή μόνο και μόνο εκατομμύρια απατεώνες ή ψυχοπαθείς καταναλωτές παραμυθιών αρέσκονται να υποστηρίζουν μανιωδώς κάτι τέτοιο, και ποτέ δεν θα σκύψουμε τον αυχένα εμπρός στο ομολογουμένως τρομακτικό μέγεθος της προέλασης αυτών που απειλητικά κραδαίνουν το ξίφος και τον σταυρό. Θα υπερασπιζόμαστε αντίθετα εσαεί τον φυσιολογικό και ελεύθερο άνθρωπο, το μόνο μέτρο για τις δικές μας επιλογές και προτεραιότητες, είτε με τα δικά του μόνον κείμενα (όσα τουλάχιστον έχουν διασωθεί), την δική του Φιλοσοφία, Θρησκεία και κώδικα αξιών, είτε με επίπονη «έκθλιψη» των γελοίων «πηγών» που οι εχθροί έχουν το θράσος να επισείουν ως τάχα μόνες έγκυρες και σοβαρές. Όσο έγκυρη και σοβαρή μπορεί να θεωρείται από λογικό άνθρωπο και η… ανάσταση εκ νεκρών !     

 
Δείτε μικρό βίντεο από την παρουσίαση του βιβλίου
 

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ:  

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ  

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ  

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ"  

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ  

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993)  

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ