Λούσυ Πάρσονς

(Lucy Parsons, 1853 – 7 Μαρτίου 1942)

Αμερικανίδα οργανώτρια εργατών, ρήτορας και αναρχική ακτιβίστρια.



ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ

Σύμφωνα με την δική της αφήγηση ήταν κόρη της μεξικάνας μιγάδας Marie del Gather και του ινδιάνου Κρηκ John Waller και μεγάλωσε δίπλα σε συγγενείς της σε ένα ράντσο του Τέξας, όταν ορφάνεψε σε ηλικία 3 ετών, ωστόσο οι πρόσφατες έρευνες πιθανολογούν ότι ήταν σκλάβα. Το 1870 σε ηλικία 17 ετών, γνώρισε τον Άλμπερτ Πάρσονς (Albert Richard Parsons, 1848 - 1887), έναν πρώην στρατιώτη του Νότου και τότε ριζοσπάστη δημοκρατικό, τον παντρεύτηκε την επόμενη χρονιά και έφυγε μαζί του για το Σικάγο, όπου άρχισε να εργάζεται ως μοδίστρα.   

ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟ

Οι Πάρσονς προσχώρησαν στους κύκλους των αναρχικών και επαναστατών εργατών του Σικάγου και από το 1877 δραστηριοποιήθηκαν με πράξεις ή με άρθρα στην εφημερίδα «Ο Σοσιαλιστής» («The Socialist») υπέρ των πολιτικών κρατουμένων, των ανέργων, των έγχρωμων, των άστεγων, των βετεράνων του εμφύλιου πολέμου και των γυναικών (ήδη το 1879 η Λούσυ ήταν ηγετικό στέλεχος της «Ένωσης Εργαζόμενων Γυναικών», «Working Women's Union»). Το 1883, ενώ ήδη η Λούσυ ήταν ήδη μητέρα δύο παιδιών, οι Πάρσονς υπήρξαν συνιδρυτές, μαζί με άλλους, του τοπικού παρατήματος της αναρχικής «Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων» («International Working People's Association», IWPA) και από το επόμενο έτος αρθρογραφούσαν τακτικά στην επιθεώρηση της ένωσης «Ο Συναγερμός» («The Alarm»). Ιστορικό έχει

μείνει το άρθρο της Λούσυ με τίτλο «To Tramps» με το οποίο γινόταν απροκάλυπτη παραίνεση στους εργάτες και τους άνεργους να εξεγερθούν ενάντια στους πλουτοκράτες.

Έχοντας ήδη ηγηθεί δύο μεγάλων εργατικών διαδηλώσεων (το 1884 και το 1885), η Λούσυ Πάρσονς προκάλεσε στις 3 Απριλίου 1886 για μία ακόμα φορά αίσθηση, υπερασπιζόμενη στο άρθρο της «Ο Νέγρος. Επιτρέψτε του να αφήσει την Πολιτική στους πολιτικούς και την Προσευχή στους ιεροκήρυκες» («The Negro: Let Him Leave Politics to the Politician and Prayer to the Preacher») τους αφροαμερικανούς που γίνονταν ολοένα και πιο συχνά θύματα ρατσιστικής βίας (αφορμή του άρθρου είχε σταθεί πρόσφατο λιντσάρισμα 13 αφροαμερικανών στο Corrollton της Μινεσότα) και υπενθύμιζε ότι ο ρατσισμός θα εξαφανιστεί όταν η επανάσταση καταστρέψει την καπιταλιστική κοινωνία.

ΧΗΡΑ ΕΝΟΣ ΜΑΡΤΥΡΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

Μετά την αιματηρή πρωτομαγιά του 1886, στην οποία το ελεγχόμενο τότε από τους αναρχικούς της IWPA εργατικό κίνημα έθεσε το αίτημα του οκταώρου, ο σύζυγός της συνελήφθη, δικάστηκε και εκτελέστηκε με απαγχονισμό στις 11 Νοεμβρίου του επομένου έτους, ως δήθεν υπαίτιος των ταραχών στην Haymarket Square του Σικάγου, αλλά και της βόμβας που ρίχτηκε ενάντια στους επιτιθέμενους αστυνομικούς.   




Το σήμα των "Βιομηχανικών
Εργατών του Κόσμου" (IWW)

«Με ισχυροποιημένη την φωνή της από την προσωπική τραγωδία της», η Πάρσονς προσκλήθηκε το 1888 στην Αγγλία για μία σειρά ομιλιών για τον Αναρχισμό και το εργατικό κίνημα. Έχοντας ήδη αποκτήσει την φήμη του πολύ δυνατού ρήτορα και αρθρογράφου της κοινωνικής επανάστασης, ίδρυσε το 1892 το βραχύβιο μηνιαίο αναρχοκομμουνιστικό περιοδικό «Ελευθερία» («Freedom. A Revolutionary Anarchist - Communist Monthly»), ενώ γνώρισε κατ’ επανάληψη συλλήψεις και άλλες ενοχλήσεις από πλευράς του κράτους, άλλοτε μετά από δημόσιες ομιλίες της και άλλοτε κατά την διάρκεια διανομής αναρχικών προκηρύξεων και μπροσουρών. 

Εστιασμένη πάντοτε στην ανάγκη καλής οργάνωσης, σε αντίθεση προς τους αμερικανούς αναρχικούς των αρχών του 20ου αιώνα που είχαν πια απομακρυνθεί από την οργανωτική λογική τής νεκρής πια IWPA, η Πάρσονς συμμετείχε το 1905 στην ίδρυση της αναρχοσυνδικαλιστικής εργατικής ένωσης «Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου» («Industrial Workers of the World», IWW). Προς στήριξη της οργανωτικής δουλειάς της IWW εξέδωσε μάλιστα την εφημερίδα «Ο Απελευθερωτής» («The Liberator») και το 1909 περιόδευσε για μία ακόμα φορά σε άλλη χώρα, αυτή την φορά


τον Καναδά στα πλαίσια της προπαγάνδας τής IWW, για σειρά ομιλιών υπέρ του εργατικού κινήματος. Τον Ιανουάριο του 1915 οργάνωσε μόνη της με επιτυχία στο Σικάγο τις διαδηλώσεις ενάντια στην φτώχεια και την  πείνα, σπρώχνοντας έτσι την Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας και το Σοσιαλιστικό Κόμμα να πραγματοποιήσουν μία πολυπληθέστατη διαδήλωση στις 12 Φεβρουαρίου. Κατά την δεκαετία του 1920 η αστυνομία του Σικάγου την περιέγραφε σε αναφορές της σαν «πιο επικίνδυνη από 1.000 μαζεμένους ταραχοποιούς». 

ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΕΣ

Το 1927 προσχώρησε στην κομμουνιστική οργάνωση «Διεθνής Εργατική Υπεράσπιση» («International Labor Defense», ILD). Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το 1939, μετά από 12 χρόνια συνεργασίας με τα μέλη του αμερικανικού Κομμουνιστικού Κόμματος και θορυβημένη από την επέλαση εκείνη την εποχή όχι μόνο του Καπιταλισμού αλλά και του Φασισμού, προσχώρησε τελικά σε αυτό, κρίνοντας προφανώς ότι οι αναρχικοί αποτελούσαν πλέον μία πολύ ισχνή δύναμη για να τους αντιμετωπίσουν. Η προσχώρησή της στο Κομμουνιστικό Κόμμα έχει πάντως αμφισβητηθεί με πειστικά επιχειρήματα από την συγγραφέα Gale Ahrens στο «Lucy Parsons: Mystery Revolutionist, More Dangerous Than A Thousand Rioters» που περιέχεται στο «Lucy Parsons: Freedom, Equality and Solidarity: Writings and Speeches, 1878 - 1937».



Μνημείο της Πάρσονς στο Oak Park
του Σικάγου (φωτο: Tobias Higbie)

Η αρχική άλλωστε επιλογή της να δουλέψει μαζί με τους κομμουνιστές δίχως να προδώσει τις προηγούμενες πολιτικές της θέσεις, εξηγείται επαρκώς με τα όσα η ίδια δήλωσε στην ομιλία της κατά τους εορτασμούς της Πρωτομαγιάς του 1930, σε ηλικία 77 ετών και ενώ ήδη συνεργαζόταν με την ILD: «Είμαι βεβαίως αναρχική. Και δεν αισθάνομαι ότι πρέπει να απολογηθώ γι’ αυτό σε κανέναν, είτε άντρα, είτε γυναίκα, είτε παιδί, καθώς μόνο ο Αναρχισμός κουβαλάει στην μήτρα του τον σπόρο της Ελευθερίας». 

ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΕ ΠΥΡΚΑΪΑ

Υπέργηρη πια η Λούσυ Πάρσονς, έχασε την ζωή της στις 7 Μαρτίου 1942 στην διάρκεια μιας πυρκαϊάς που ξέσπασε στην κατοικία της στο Σικάγο, έχοντας περάσει σχεδόν 50 χρόνια από την ζωή της σε ανένδοτο κοινωνικοπολιτικό αγώνα με στόχο μία καλύτερη και δικαιότερη ζωή για τους εργαζόμενους συνανθρώπους της.


Ο από το 1910 σύντροφός της Τζωρτζ Μάρκσταλ (George Markstall) πέθανε την επόμενη ημέρα, από τα τραύματά του στην απελπισμένη προσπάθειά του να την σώσει. Οι σοροί τους αποτεφρώθηκαν και οι σποδοί τους τάφηκαν μαζί κοντά στο Μνημείο των Μαρτύρων της Haymarket στο Waldheim, ενώ όλο το αρχείο τους και η αποτελούμενη από 1.500 τίτλους βιβλιοθήκη τους κατασχέθηκαν από την αστυνομία του Σικάγου. 

Βλάσης Γ. Ρασσιάς, 2007


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Περιοδικό «Free Society», τόμος 2, τεύχος 4, 1995 
Lowndes Joe, «Lucy Parsons (1853-1942). The Life of an Anarchist Labor Organizer» 
Rice Jon F., «Lucy Parsons: Chicago Revolutionary» 
Thibeault Caeli, «Lucy Parsons: A Life Dedicated to Justice» 
Ahrens Gale, «Lucy Parsons: Freedom, Equality, Solidarity. Writings & Speeches, 1878 - 1937», Chicago, 2004







 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ: 

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ 

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" 

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993) 

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ